ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ΛΟΥΚΑ. ΤΟΥ ΖΑΚΧΑΙΟΥ, ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ. ΟΤΑΝ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ Η ΠΙΣΤΗ ΕΥΛΟΓOYNΤAI ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ.

                                                                                                                       
                   
ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4 

Δέν μπορεῖ νά κρυφτεῖ μιά πόλη πού εἶναι κτισμένη πάνω σέ βουνό. Οὔτε τό ἀναμένο λυχνάρι τό βάζουν κάτω ἀπό τή ζυγαριά τῶν σιτηρῶν, ἀλλά στόν τοίχο και φωτίζει ὅλο τό σπίτι...

          Τήν ΙΕ΄ Κυριακή ἀπό τό κατά Λουκᾶν ἱερό Εὐαγγέλιο ἀγαπητοί μου, ἡ ἁγία Ἐκκλησία  μᾶς θυμίζει τή συνάντηση τοῦ τελώνη Ζακχαίου μέ τό Χριστό. Πού δέν εἶναι μιά συνάντηση μόνο, ἀλλά ἕνα γεγονός πολύ σπουδαίο καί σημαντικό. Ὄχι μόνο γιά τό Ζακχαίο, ἀλλά και γιά ἐμᾶς. Τούς ἀνά τούς αἰῶνες καί μέχρι Δευτέρας Παρουσίας χριστιανούς καί κληρονόμους τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ἔχει ὑποθεῖ ὅτι καί μόνο ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ νά σωθεῖ, ἔχει σωθεῖ ὅλο τό σωτήριο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Θεωρῶ ὅμως πώς καί ἡ ἱστορία τῆς συνάντησης τοῦ Ζακχαίου μέ τό Χριστό εἶναι ἰσοδύναμη μέ ἐκείνη τοῦ ἀσώτου καί στό νόημα καί στό μήνυμά της. Γιατί ὅπως ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς ἐνθαρύνει τονίζοντας ὅτι ἡ ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἀνοιχτή γιά ἐμᾶς. Ἔτσι καί ἡ ἱστορία τῆς συνάντησης τοῦ Ζακχαίου μέ τό Χριστό, μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς ἐνθαρύνει, τονίζοντάς μας ὅτι ὁ Θεός μᾶς προσέχει ὅλους καί ἱδιαίτερα τούς ἁμαρτωλούς.

Ὅπως τό Ζακχαίο. Ὁ ὁποίος μέ τή ζωή πού διάλεξε νά κάνει, αὐτή τοῦ τελώνη,  κατέληξε νά εἶναι δυστυχισμένος. Γιατί κάτι βαθιά μέσα του τόν ἔλεγχε καί τοῦ ζητοῦσε νά ἀλλάξει. Νά ἀλλάξει μιά ζωή, ἡ ὁποία τελικά δέν τόν ἀνέπαυε. Παρόλω πού τοῦ παρείχε ἕνα σορό ἀπολαύσεις καί ἀνέσεις. Αὐτό πού ὡς ἄνθρωπος ἦταν καταβάθος, δέν ταίριαζε μέ τό ἐπάγγελμα πού διάλεξε καί κάποια στιγμή ἄρχισε νά τόν τυρανάει. Τόν ταλαιπωροῦσε. Τόν στενοχωροῦσε καί τοῦ ζητοῦσε ἐπιτακτικά νά κάνει κάτι...

Νά κάνει κάτι...Θά μποροῦσε νά φύγει ἀπό τήν Ἰεριχώ, νά πάει σέ ἄλλο τόπο καί ἐκεῖ νά ζήσει μιά χαρά. Νά κάνει μιά νέα ἀρχή, μέ ἄλλους ἀνθρώπους. Ξένος μέσα σέ ξένους καί νά γλεντήσει τά πλούτη πού ἀπέκτησε στενοχωρόντας, ταλαιπωρόντας καί τυρανώντας τούς συνανθρώπους του.

Αὐτούς πού ἐνδεχομένως νά ἦταν καί ἡ αἰτία γιά νά γίνει τελώνης. Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τό ἱερό κείμενο ἦταν μικροκαμωμένος. Κοντούλης. Τό ἀνάστημά του λοιπόν, μπορεῖ νά ἦταν ἡ αἰτία γιά νά εἰσπράτει καθημερινά τό πείραγμα, τή χλεύη καί τήν ἀπόρριψη τῶν συμπολιτῶν του. Ἄν αὐτό συνέβαινε, σίγουρα τόν πλήγωσε βαθιά, τόν πείσμωσε καί τόν ὁδήγησε κάποτε νά ἀποφασίσει νά τούς δείξει ποιός εἶναι. Νά γίνει κάτι πού θά εἰσπράτει ὄχι τή χλεύη τους, ἀλλά τά ὑπάρχοντά τους. Νά ὁρθώσει τό ἀνάστημά του...!

Τό ἀναστημά του... Ἀλλά νά! Θέλει νά δεῖ πῶς εἶναι ὁ Χριστός καί δέν μπορεῖ! Ἄν πλησιάσει στό πλῆθος θά χαθεῖ. Μπορεῖ καί νά παρασυρθεῖ ἀπό αὐτό! Ἀπό τήν ἄλλη, ἔχει ἀκούσει γιά τό Χριστό. Δέν Τόν ἔχει δεῖ ὅμως!  Πῶς εἶναι; Ἄραγε εἶναι τόσο καλός καί στοργικός ὅπως λένε; Ἄραγε θά τύχει τῆς προσοχῆς Του ἤ δέν θά τόν δεῖ καθόλου; Καί γιατί νά τόν προσέξει; Τό ἀνάστημά του; Ἡ ἁμαρτωλότητά του; Τί ἔχει πού νά ἀξίζει τῆς προσοχῆς τοῦ Χριστοῦ....;

Ἄς Τόν δεῖ μόνο αὐτός καί μετά ἀναλόγως. Ἐπάνω στή συκομουριά εἶναι μιά χαρά. Κρυμένος καί ἀσφαλισμένος θά δεῖ καί θά ἐκτιμήσει ἄν μπορεῖ νά ἐλπίζει κάτι ἀπό τό Χριστό. Φόβος καί ἀμφιβολία, τόν ἀναγκάζουν νά κρυφτεῖ. Δέν χωράει μέσα σ’ αὐτό πού ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπό τόν κόσμο, λόγω τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στήν πόλη του. Δέν τόν χωράει τό πλῆθος. Αὐτόν. Τόν μικροκαμωμένο.

Ὅμως..Νά! Ὁ Χριστός σταματᾶ καί μαζί Του καί ὁ πολύβουος ὄχλος. «Ζακχαίε! Κατέβα ἀμέσως! Σήμερα πρέπει νά μείνω στό σπίτι σου!». Ἡ σκέψη εἶναι χρονοβόρα. Τρέχει γρήγορα καί ἐτοιμάζει ὑποδοχή! Ἡ χαρά του δέν περιγράφεται! Δέν ἀκούει τό πλῆθος πού δυσανασχετεῖ καί γογγύζει. Ἀφοῦ τά τακτοποίησε ὅλα καί ἄρχισε τό γεῦμα, σηκώθηκε, στάθηκε καί μέ σταθερή φωνή κοιτώντας παρακλητικά τό Χριστό δηλώνει εὐθαρσῶς. «Κύριε, ὁρίστε! Τά μισά ἀπό τά ὑπάρχοντά μου τά δίνω στούς φτωχούς καί  ὅποιον ἀδίκησα τοῦ τά ἐπιστρέφω τετραπλά!».

Αὐτό ἀκριβῶς. Τήν ἀπόφασή του αὐτή. Τήν μετάνοιά του, τήν εἶχε δεῖ ἤδη ὁ Χριστός. Τήν εἶχε δεῖ ἀπό μακριά καθώς πλησίαζε στή συκομουριά πού ἦταν κρυμένος. Αὐτή τόν φανέρωσε. Αὐτή προκάλεσε τήν προσοχή τοῦ Χριστοῦ. Τοῦ καρδιογνώστη Χριστοῦ. Τοῦ Ὁποίου ἡ θεϊκή εὐαισθησία καί φιλευσπλαχνία εἶδε μέσα στό πυκνό φύλωμα τῆς συκομουριᾶς, τή συντριβή, καί τήν μετάνοια τοῦ Ζακχαίου.

Τόν μεγάλο πόθο νά λυτρωθεῖ ἀπό τή λάθος ζωή του. Νά ἀπαλαγεῖ ἀπό τό ἁμαρτωλό καί τυρανικό φορτίο της καί νά ἀρχίσει μία ἄλλη καινούργια. Αὐτή πού πάντα ἤθελε νά ζήσει. Αὐτή πού τοῦ ταιριάζει. Αὐτή πού εἶναι ἡ σωστή γιά κάθε ἄνθρωπο. Ἡ ζωή τῆς πίστης. Ἡ ζωή τῆς κοινωνίας μέ τό Θεό καί τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς. Ἡ κοινωνία τῆς ἀγάπης. Ἡ ζωή μέ τό Χριστό.

Ζωή τήν ὁποία ἔζησαν καί τρείς μεγάλοι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, τῶν ὁποίων τήν μνήμη τιμοῦμε αὐτήν τήν Κυριακή. Οἱ τρείς Ἰεράρχες. Οἱ μεγάλοι διδάσκαλοι τῆς οἰκουμένης, πού  μέ τήν ἁγία βιωτή τους βρέθηκαν φῶς καί φώτισαν τόν κόσμο. Μέ πολλούς τρόπους. Μέ τό κήρυγμά τους, μέ τή διδασκαλία τους, μέ τή φιλανθρωπία τους. Κυρίως ὅμως μέ τή στάση ζωῆς τους. Μιά ζωή πού ἦταν κοινωνία μέ τό Χριστό καί τό θέλημα Του σέ ὑπέρτατο βαθμό. Μιά ζωή ἀκριβοῦς καί καθαρῆς πίστεως, ἡ ὁποία τους ἔκανε κανόνες καί φορεῖς τῆς μίας καί μοναδικῆς ἀλήθειας,  αὐτῆς τοῦ Χριστοῦ.

Πού εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά δεῖ ὁ κόσμος πού ζοῦμε ἄσπρη ἡμέρα. Νά ὁρθοποδήσει. Νά δημιουργήσει σωστά. Νά ἀνέβει πραγματικά ἐπίπεδο ζωῆς καί νά παράξει ὑγιῆ πολιτισμό. Πραγματικά ἀνθρώπινο. Δηλαδή μία ζωή πού ὄχι μόνο δέν θά καταστρέφει, ἀλλά συνεχῶς θά δείνει δυνάμεις ὑγιεῖς δημιουργικά. Πού θά ὡθοῦν τούς ἀνθρώπους σέ ἐπιτεύγματα πού θά προάγουν τόν ἄνθρωπο καί θά τόν ἀναδεικνύουν ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὡς ἀγαπημένο παιδί Του καί κληρονόμο τῆς Βασιλείας Του.

Γιατί θά κυριαρχεῖ ὁ λόγος τοῦ ἀπ. Παύλου, «...μηδείς τά ἐαυτοῦ ζητήτω, ἀλλά τά τοῦ ἐταίρου ἔκαστος». Δηλαδή ἡ φιλανθρωπία καί τό ἔλεος μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, πού εἶναι καί ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πού κάνει τόν ἄνθρωπο «ἀνθρώπινο», γιατί τόν κάνει ταπεινό καί τόν ὁδηγεῖ σέ ζωή συνεχοῦς μετανοίας. Ζωή βαθείας καί ὑγειοῦς πίστεως. Ζωή ἀληθινῆς κοινωνίας μέ τό Χριστό.

Γεγονός πού ὅταν συμβεῖ κάνει τόν ἄνθρωπο φορέα καί κήρυκα τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἔκανε τους τρείς Ἱεράρχες. Ὅπως ἔκανε καί τό Ζακχαίο. Ὁ ὁποίος ὅπως λέει ἡ παράδοση πίστεψε βαθιά στό Χριστό καί μετά τήν Ἀνάληψή Του ἀκολούθησε τόν ἀπ. Πέτρο, ἀπό τόν ὁποίο καί χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Καισαρείας.

Καί ὅπως οἱ τρείς Ἱεράρχες ἔτσι κι αὐτός καί δίδαξε καί ἔζησε. Γι αὐτό ὅπως ἐπισημαίνει καί ὁ Χριστός μας, θά ὁνομασθοῦν μεγάλοι στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γεγονός πού ἀπό τώρα φαίνεται καί δέν μπορεῖ νά μή φαίνεται. Γιατί καί ὁ Ζακχαίος καί οἱ τρείς Ἱεράρχες διά τῆς πίστεως τους ἔζησαν τέτοια ζωή, ζωή φωτεινή, πού δέν μποροῦν νά κρυφτοῦν. Γιατί ἡ θεία χάρις τούς ἐκανε πόλεις ἐπάνω σέ βουνό καί λυχνάρι πού ἀπό ψηλά φωτίζει τόν κόσμο.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ. ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΙΧΟΥΣ. ΠΟΣΟ ΕΠΑΙΤΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ;

 

 
ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4

Ὅπως κάθε ἡμέρα ἔτσι καί ἐκείνη. Ὁ τυφλός ἐπαίτης τῆς Ἰεριχοῦς, καθόταν στήν εἴσοδο τῆς πόλης καί ζητοῦσε ἀπό τούς περαστικούς τή βοήθειά τους. Τό ἔλεός τους. Ποιός ξέρει γιά πόσο καιρό τό ἔκανε αὐτό; Μῆνες; Χρόνια; Πήγαινε ἐκεῖ στήν μεγάλη πύλη ἀπ’ ὅπου θά περνοῦσε ὁ καθένας πού ἔμπαινε στήν πόλη ἤ ἔβγαινε ἀπό αὐτήν καί παρακαλοῦσε  νά τόν συντρέξει, νά τοῦ συμπαρασταθεῖ.

         Ἡ τυφλότητα εἶναι σίγουρα μία πάρα πολύ δύσκολη κατάσταση. Εἰδικά ἄν ὁ ἄνθρωπος ἐκτός ἀπό τήν ὅραση, κατά τά ἄλλα εἶναι ὑγιής, εἶναι μαρτύριο. Γιατί ἐνῶ εἶναι σέ θέση νά δουλέψει, νά ἐνεργήσει τή δημιουργικότητά του καί νά ζήσει τή ζωή μέ ἀξιοπρέπεια, μία καί μόνο ἀναπηρία τοῦ σώματός του, τόν ἀναγκάζει νά κάθεται στήν ἄκρη τοῦ δρόμου καί νά ἐπαιτεῖ.

 Κι ἄν σήμερα λόγω τῆς προόδου, οἱ ἄνθρωποι μέ αὐτό τό εἴδος τῆς ἀναπηρίας ἔχουν τή δυνατότητα νά ἀξιοποιήσουν τά ὅποια ταλέντα καί χαρίσματά τους, ἐκείνη τήν ἐποχή αὐτό ἦταν ἀδύνατον καί οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἦταν σχεδόν καταδικασμένοι.

Ὁ τυφλός λοιπόν, καθημερινά ἐξέθετε τόν ἐαυτό του ὡς ἐπαίτης στό κοινωνικό σύνολο. Στούς ντόπιους ἀλλά καί τούς ἐπισκέπτες τῆς μεγαλουπόλεως Ἰεριχοῦς, σημείο ἀναφορᾶς γιά τήν ἐποχή ἐκείνη. Ἡ ὁποία εἶχε νά προσφέρει ὅλα ὅσα  θά ἤθελε στήν καθημερινότητά του ὁ τότε ἄνθρωπος. Ἀκόμα καί ἕνας τυφλός.

Βέβαια ὁ τυφλός, ὅπως κάθε ἕνας στή θέση του, ἀφοῦ ἐξέθετε τόν ἐαυτό του στούς περαστικούς, θά δεχόταν καμιά φορά καί τά πειράγματά τους ἀλλά καί τήν ἀπαξίωση. Ἡ εἰκόνα δέν μᾶς εἶναι ξένη. Καί στήν ἐποχή μας δέν λείπουν οἱ διάφοροι ἐπαίτες. Ὅπως πάντα ὑπάρχουν καί οἱ δύσπιστοι στό νά συνδράμουν στήν ἐπαιτία τους. Οἱ ὁποίοι δέν μένουν μόνο σ’αὐτό, ἀλλά μπορεῖ νά ἀπευθυνθοῦν πρός τόν ἐπαιτοῦντα μέ τρόπο πειρακτικό ἀλλά καί ὑποτιμητικό. Νά τόν περιπαίξουν.

Ὡστόσο καί οἱ ἐπαιτοῦντες, ἐπειδή πρέπει νά τό κάνουν γιά νά ἐπιβιώσουν, ἀναγκάζονται νά βάλουν στήν ἄκρη τήν εὐθιξία, τήν ἀξιοπρέπεια, τήν τιμή τους. Καί γιά νά μπορέσουν νά σταθοῦν ἔνεκα τῆς ἀνάγκης, μπορεῖ κάποτε κι αὐτοί νά συμπεριφέρονται πειρακτικά. Μέ τήν παρουσία τους νά κάνουν θόρυβο γύρω ἀπό αὐτούς, θέλοντας νά τραβήξουν τήν προσοχή τῶν περαστικῶν, μήπως καί αὐτοί ἀνταποκριθοῦν στήν ἐπαιτία τους.

Πολλές φορές μέσα ἀπό τή διαδικασία αὐτή, γίνονται πιεστικοί καί ἐνοχλητικοί. Ἀλλά τί νά κάνουν, δέν γίνεται ἀλλιῶς. Ἡ ἀνάγκη... Κάπως ἔτσι πρέπει νά ἦταν καί ὁ τυφλός τῆς περικοπῆς.

          Τήν ἡμέρα ἐκείνη λοιπόν ξαφνικά ἄκουσε φασαρία. Κατάλαβε πώς κάτι ἰδιαίτερο θά συμβαίνει. Ὅταν ἔμαθε πώς αἰτία τῆς φασαρίας ἦταν ὁ Ἰησοῦς, πού μέ τή συνοδεία Του ἐρχόταν στήν πόλη, ἄρχισε νά φωνάζει δυνατά «Ἰησοῦ υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Σίγουρα θά εἶχε μάθει γιά τή θεραπευτική δύναμη πού εἶχε ὁ Χριστός.

          Οἱ συνοδεύοντες τόν Ἰησοῦ τόν μάλωναν, τόν ἀποθοῦσαν καί τοῦ ζητοῦσαν νά σωπάσει. Ἤθελαν ὁπωσδήποτε νά προστατέψουν τόν Ἰησοῦ ἀπό αὐτόν τόν ἐνοχλητικό καί σίγουρα θά θεωροῦσαν πώς δέν ἄξιζε τό ἐνδιαφέρον Του. Ὅμως τότε ἐκείνος φώναζε περισσότερο! Πιό δυνατά! «Ἰησοῦ υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με».

          Ὁ Χριστός σταμάτησε καί ζήτησε ἀπό τούς συνοδούς Του νά τόν φέρουν κοντά Του. Ὅταν τόν ἔφεραν τόν ρώτησε «Τί θέλεις νά σοῦ κάνω;». Ὁ τυφλός ἀπάντησε, «Κύριε, θέλω νά ξαναδῶ!». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπάντησε, «Ξαναδές. Ἡ πίστη σου σε ἔσωσε!». Αὐτοστιγμή ὁ τυφλός ἀπέκτησε τό φῶς του! Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἀκολούθησε τόν Ἰησοῦ, δοξάζοντας συνεχῶς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί ὅλοι ὅσοι ἐγιναν μάρτυρες τοῦ θαύματος αὐτοῦ, ἐπίσης ὑμνοῦσαν τό μεγαλείο τοῦ Θείου ἐλέους.  

          Ὅπως προαναφέραμε, ἡ τυφλότητα εἶναι μία πολύ δύσκολη κατάσταση ἀναπηρίας. Εἰδικά ὅταν ὁ ἄνθρωπος κατά τά ἄλλα εἶναι ὑγιής. Ἀκόμα πιό δύσκολη ἔως καί τυρανική εἶναι ὅταν ὁ ἄνθρωπος προτοῦ τυφλωθεῖ ἔβλεπε κανονικά. Ὅπως ὁ τυφλός τῆς περικοπῆς.  Τότε εἶναι πραγματικά δυσβάστακτο τό νά  εἶσαι τυφλός! Νά ἀναγκάζεσαι νά γίνεις ζητιάνος γιά νά ἐπιβιώσεις καί νά ἔχεις τήν ἀνάγκη τῆς βοήθειας τῶν ἄλλων. Νά ἐκτίθεσαι καί νά ὑπομένεις ἀκόμα καί τά πειράγματα καί τίς ὅποιες ἀπαξιωτικές συμπεριφορές τους.

          Ἡ ἀνάγκη εἶναι πολύ ἰδιαίτερη περίπτωση καί θέλει προσοχή. Γιατί μπορεῖ νά βγάλει καί κακό καί καλό. Αὐτό τό ξέρει πολύ καλά ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Γι αὐτό σέ ὅλες σχεδόν τίς ἱεροπραξίες καί βεβαίως στή Θεία Λειτουργία, ζητᾶ ἀπό τό Θεό νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό κάθε θλίψη, ὀργή, κίνδυνο καί ἀνάγκη. «Ὑπέρ τοῦ ῥυσθῆναι ἡμᾶς, ἀπό πᾶσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καί ἀνάγκης, τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».

Γιατί; Γιατί τά περισσότερα κακά, σφάλματα, λάθη καί ἁμαρτίες τά κάνουμε σέ καιρό δοκιμασίας. Σέ καιρό ἀνάγκης. Καί ἀκόμη χειρότερα. Ἄν σέ μιά τέτοια δύσκολη κατάσταση δοκιμαστοῦμε πολύ, τότε ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά ἀπελπιστοῦμε καί νά ἀπιστήσουμε. Νά ἀρνηθοῦμε τό Θεό καί ἔτσι νά αὐτοκτονήσουμε πνευματικά. Ἴσως ἀκόμη καί νά γίνουμε καί πολέμιοι Του! Ἑνός Θεοῦ πού εἶναι ἀσυγκίνητος ἀπέναντι στίς ἀνάγκες μας...

Μπορεῖ ὅμως ὅπως προαναφέραμε νά βγάλει καί καλό. Νά κάνει τόν ἄνθρωπο...πιό ἄνθρωπο. Νά τόν κάνει νά ἀποκτήσει βάθος, ποιότητα καί εὐαισθησία. «’Εν θλίψῃ ἐπλάτυνάς με», σημειώνει ὁ ψαλμωδός.  Νά τόν ὁδηγήσει στήν ἀνακάλυψη καί τή βίωση τῆς ταπείνωσης καί τῆς πτωχείας κατά Θεόν. Νά τόν ὁδηγήσει στήν πίστη. Πιό βαθιά. Πιό οὐσιαστικά. Πιό θεραπευτικά. Πιό σωτήρια. Ὅπως τόν τυφλό τῆς περικοπῆς.

Ὁ ὁποίος ἀπ’ὅτι φαίνεται, μέσα ἀπό τή δοκιμασία τῆς ἀναπηρίας του, εἶχε ἀποκτήσει κάτι πού οἱ συνοδεύοντες τό Χριστό δέν εἶχαν. Τήν κατά Θεό ταπείνωση καί  πτωχεία. Τή συναίσθηση τῆς ἐνδείας του. Πού τόν ἔκανε νά ἐπαιτεῖ χωρίς ἴχνος ὑπερηφάνειας καί κατά κόσμον ἀξιοπρέπειας.  Τό αἴσθημα ὅτι λόγω τῆς ἀδυναμίας μου, ἔχω ἀνάγκη καί ἐξαρτῶμαι ἀπό τή βοήθεια τοῦ ἄλλου καί γι αὐτό παραδίνομαι ὡς ἕνα τίποτα στό ἔλεός του. Εἶμαι πτωχός τῷ πνεύματι, δηλαδή ἡ ὕπαρξή μου ἐξαρτᾶται ἀπό κάποιον ἄλλον. Ὡς ὕπαρξη δέν εἶμαι αὐτάρκης.

Αὐτό τό τελευταίο, τό αἴσθημα τῆς αὐτάρκειας, ὁπωσδήποτε τό εἶχαν ὅλοι ὅσοι τόν μάλωναν καί τοῦ ζητοῦσαν νά σωπάσει. Οἱ καθωσπρέπει. Οἱ ἀνενδεείς. Αὐτοί ἀκολουθοῦσαν τό Χριστό μέ ἐνδιαφέρον καί ἐνθουσιασμό καί σίγουρα ἀναγνώριζαν τή σημαντικότητά Του. Ὅμως ἡ προσέγγισή τους δέν ἦταν πραγματικά καρδιακή. Δέν ἦταν μία βαθεία ἀναζήτηση τῶν κεκρυμένων μηνυμάτων καί ἀληθειῶν πού εἶχε νά δώσει ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς στόν ἄνθρωπο.

Τόν ἀκολουθοῦσαν ἀκριβῶς μέ ἕνα αἴσθημα ὑπαρξιακῆς αὐτάρκειας καί δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν, νά ὑποψιαστοῦν τί πραγματικά εἶναι ὁ Χριστός. Ποίου πνεύματος φορέας εἶναι (τοῦ Ἁγίου).Τί ἔχει νά προσφέρει. Γιά ποιό λόγο ἀκριβῶς ἦλθε στή γῆ. Καί γι αὐτό ἄν ὄχι ὅλοι, σίγουρα οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς, τήν κρίσιμη στιγμή θά φώναξαν «Ἄρον. Ἄρον. Σταύρωσον αὐτόν».

Ἀγαπητοί μου.

Ἕνα πολύ σημαντικό, καίριο δίδαγμα πού πρέπει νά πάρουμε ἀπό τήν Εὐαγγελική περικοπή, εἶναι πώς πάντοτε ἀπέναντι στό Θεό θά πρέπει νά εἴμαστε ὡς ἕνα τίποτα. Αὐτό ὅμως νά τό ζοῦμε. Πραγματικά, τίμια καί ἀληθινά. Δηλαδή νά εἴμαστε πραγματικά ταπεινοί καί ὄχι ταπεινολόγοι. Ἡ πίστη μας, θά πρέπει νά μᾶς ὁδηγεῖ σέ ὅλο καί περισσότερο ἀγαπητική διάθεση καί συναίσθηση τῆς ἀναξιότητάς μας καί τῆς ὑπαρξιακῆς πτωχείας μας.

Νά προσεγγίζουμε καί νά συναναστρεφόμαστε μέ τούς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους, ὅπως ὁ Χριστός. Χωρίς διακρίσεις. Ἀπλά καί ταπεινά. Ἀναγνωρίζοντας τήν ἔναντι τοῦ Θεοῦ κοινή ὑπαρξιακή πτωχεία μας καί τήν ἀνάγκη γιά τό ἔλεός Του. Γιά ὅ,τι κι ἄν εἴμαστε. Γιά ὅ,τι κι ἄν ἔχουμε. Γιατί ὅτι κι ἄν εἴμαστε, ἀπέναντι στό Θεό θά εἴμαστε πάντα ἐπαίτες καί μακάρι νά ἀποκτήσουμε τόν τρόπο τῆς ἐπαιτίας τοῦ τυφλοῦ τῆς Ἰεριχοῦς.  Γιά νά μᾶς προσέχει ὁ Χριστός καί νά μᾶς χαρίζει τό σωτήριο ἔλεός Του.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ. ΘΑΥΜΑ. ΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΜΑΣ.

 

 
ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ:https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4

Ἕνα ἀπό τά πολλά χαρίσματα πού ἔχει δώσει σέ ἐμᾶς ὁ Ἅγιος Θεός ἀγαπητοί μου, ἴσως τό μεγαλύτερο, εἶναι ἡ ἐλευθερία. Ὅπως λέγεται καί θεολογικά, τό αὐτεξούσιο. Τή δυνατότητα δηλαδή ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι κύριος τοῦ ἐαυτοῦ του, νά τόν ἐξουσιάζει καί νά τόν διαθέτει ὅπως θέλει. Ἤ ἀλλιῶς ὅπως συνήθως λέμε, νά κάνει στή ζωή του ὅ,τι θέλει. Τό αὐτεξούσιο, εἶναι αὐτό πού ἐκφράζει καί ἀποδεικνύει καλύτερα τό πρώτο στοιχείο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, τό κατ’εἰκόνα.  Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ’εἰκόνα Θεοῦ καί ὁμοίωσιν». Εἶναι δηλαδή ἐλεύθερος, ὅπως ἐλεύθερος εἶναι και ὁ Θεός.

          Ἡ ἐλευθερία ὅμως ἄν δέν ὁρίζεται, δέ συγκρατείται καί δέν κατευθύνεται ἀπό μία ἄλλη μεγάλη δύναμη τήν ἀγάπη, ἀποβαίνει ἐπιζήμια. Ἡ ἀγάπη ἔχει καί αὐτή θεϊκή καταγωγή καί προέλευση καί διδάσκεται μέ βιωματικό τρόπο ἀπό τό Θεό. Ὁ κόσμος ὡς δημιουργία ἀλλά καί ὡς ὕπαρξη εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐνσάρκωσή Του, τό ἐπί γῆς σωτήριο ἔργο Του, εἶναι ἐπίσης ἔργα τῆς ἀγάπης Του. Ἡ πίστη, ἡ Ἐκκλησία καί ὅ,τι ἄλλο ἀφορᾶ τή σχέση μας μέ τό Θεό καί τό συνάνθρωπο, χωρίς καί μακράν τῆς ἀγάπης, εἶναι χωρίς οὐσία καί περιεχόμενο. Δηλαδή χωρίς Θεό.

Ἡ ἀγάπη ὡς συναίσθημα ὑπάρχει δυναμικά στήν ὕπαρξή μας. Σέ κάθε ἄνθρωπο. Εἶναι αὐτό πού τόν κάνει νά φαίνεται πώς εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί». Μαζί μέ τήν ἐλευθερία, εἶναι τά δύο στοιχεία πού ἀποτυπώνουν τό κατ’εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ κι ὁ Θεός εἶναι ἐλεύθερος καί ἀγαπᾶ. Γι αὐτό ἡ ἀγάπη εἶναι ἐλευθερία καί ἡ ἐλευθερία ὅπως προαναφέραμε ἀποβαίνει ὡφέλιμη γιά τόν ἄνθρωπο, ὅταν ποδηγετείται  ἀπό τήν ἀγάπη.

Ἕνα ἀπό τά πολλά πού δίνει ἤ πού προκαλεῖ καλύτερα στόν ἄνθρωπο ἡ ἀγάπη, εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη. Τό αἴσθημα πού τόν ὁδηγεῖ στό νά καταλαβαίνει κάθε καλό καί κάθε εὐεργεσία πού συμβαίνει στή ζωή του. Νά ἐκφράζει τουλάχιστον εὐχαριστία πρός τόν εὐεργέτη  καί ἴσως ἄν δύναται νά ἀνταπαντᾶ κάποτε κι αὐτός εὐεργετικά... Ἡ χάρη θέλει ἀντιχάρη...

Κάποτε ὅλοι μας βρισκόμαστε σέ ἀνάγκη. Σέ κάποια δυσκολία. Ἔχουμε ἕνα πρόβλημα ὑγείας. Με κάποιο τρόπο δοκιμαζόμαστε καί δυσκολευόμαστε. Χρειαζόμαστε βοήθεια. Πολλές φορές εἶναι τέτοιο τό πρόβλημα, πού ἡ λύση του μπορεῖ νά προέλθει μόνο ἀπό τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.  Πολύ περισσότερο ὅταν ἀπό αὐτό προκύπτει ὄχι μόνο μιά μορφή ἀσθένειας, ἀλλά καί μιά ἀπαξίωση ἀπό τό κοινωνικό σύνολο.  

Ὅπως ἀκριβῶς συνέβαινε στούς δέκα λεπρούς καί πού γι αὐτό μᾶς ἀφηγείται ἡ περικοπή τῆς ΙΒ΄Κυριακῆς ἀπό τό κατά Λουκάν ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἔξω ἀπό μία πόλη  ὁ Χριστός συναντάται μέ δέκα λεπρούς ἄνδρες. Αὐτοί μόλις κατάλαβαν πώς εἶναι Αὐτός, μένοντας σέ ἀπόσταση λόγῳ τῆς λέπρας, ἄρχιζαν νά φωνάζουν δυνατά καί νά παρακαλοῦνε νά τούς θεραπεύσει. Ὁ Χριστός, πού εἶναι ἡ ὑποστασιοποιημένη ἔκφραση τῆς ἐλεύθερης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, δέν μένει ἀσυγκίνητος. Τούς παρέχει τό ποθούμενο γι αὐτούς, τή θεραπεία. Αὐτό θά γίνει διά τῆς ἀποδοχῆς τοῦ λόγου Του ὡς ἐξῆς.

Τήν ἐποχή ἐκείνη γιά νά μπορέσει νά ἐπιστρέψει ἕνας λεπρός στήν κανονική ζωή, ἔπρεπε νά ἔχει τήν ἀναγνώριση καί τήν ἔγκριση τῶν Ἱερέων, ὅπως ὅριζε ὁ Μωσαϊκός νόμος. Τήν πιστοποίηση ἀπό αὐτούς τῆς θεραπείας του. Γι αὐτό ὁ Χριστός  τούς λέει νά πᾶνε καί νά δείξουν τούς ἐαυτούς τους στούς Ἱερείς. Στήν ἀποδοχή τοῦ λόγου Του ἀπό τούς λεπρούς θά γίνει καί ἡ θεραπεία τους.

Ἔτσι καί ἔγινε. Καθώς πηγαίναν πρός τούς Ἱερείς, θεραπεύθηκαν. Ὅταν αὐτό συνέβει, ὁ ἕνας  μόνο ἐπέστρεψε νά εὐχαριστήσει τό Χριστό καί αὐτός ἦταν Σαμαρείτης. Δηλαδή ἄνθρωπος πού δέν ἔχαιρε ἐκτιμήσεως ἀπό τούς Ἰουδαίους, ἀλλά ἀντιθέτως ὑποτίμηση καί ἀπόριψη. Τότε ὁ Χριστός σχολίασε μέ αἴσθημα πικρίας τή συμπεριφορά τῶν συμπατριωτῶν Του λέγοντας. «Καλά, δέκα δέν θεραπεύθηκαν; Μόνο αὐτός ὁ ξένος γύρισε νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ; Νά δοξάσει τό Θεό; Οἱ ἐννέα ποῦ εἶναι;»

Ὁ Σαμαρείτης γιά νά δειξει τήν εὐγνωμοσύνη του, εἶχε πέσει στά πόδια τοῦ Χριστοῦ καί τά φιλοῦσε εὐχαριστώντας Τον. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως πού εἶναι φιλάνθρωπος καί εὐεργετεῖ παντιοτρόπως τούς ἀνθρώπους, τοῦ λέει νά σηκωθεῖ καί νά συνεχίσει τή ζωή του. Καί πλέον τώρα θά ἔχει καί πολύ περισσότερο καλό, γιατί ἡ πίστη του πρός τό Θεό δέν θεράπευσε μόνο τήν ἀρρώστια του ἀλλά καί τήν ὅλη ὕπαρξή του. «...καί εἶπεν αὐτῷ· Ἀναστάς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Τή στιγμή ἐκείνη δηλαδή ὁ πρώην λεπρός, ἦταν σωματικά καί πνευματικά ἀπόλυτα ὑγιής, ὅπως πρέπει γιά νά πάει ὁ ἄνθρωπος στόν παράδεισο...

Ὁπωσδήποτε ἡ ἀσθένεια, ὅποια κι ἄν εἶναι πόσο μᾶλλον ἡ λέπρα, μπορεῖ νά κάνει ζημιά στόν ἄνθρωπο καί σωματικά, ἀλλά καί ψυχικά. Εἰδικά οἱ λεπροί τόν καιρό ἐκείνο, ἀλλά καί μέχρι τόν προηγούμενο αἰώνα, μέχρι πού χάθηκε ἡ λέπρα, ζοῦσαν ἕνα μαρτύριο. Ἀπό τή μία ἡ ἀσθένεια ἡ ὁποία ἦταν ἕνας ἀργός θάνατος. Καθημερινά νά σαπίζει τό σῶμα σου. Ἀπό τήν ἄλλη ἡ περιθωριοποίηση, γιατί ἦταν κολλητική. Ὁ λεπρός ἔπρεπε νά ἐγκαταλείψει τή ζωή του, τούς ἀνθρώπους του, ὅ,τι ἀγαποῦσε καί νά ζήσει περιμένοντας τό τέλος του. Ἔχοντας παρηγοριά του κάποιους δύστυχους σάν κι αὐτόν, μέ τούς ὁποίους ἦταν ἀπομονωμένος σέ κάποιο ἀπόμακρο χῶρο.

Ὅλα αὐτά, ἀναπόφευκτα, ἐπιρέαζαν πάρα πολύ τούς λεπρούς. Ἱδιαίτερα τό ὅτι καθημερινά περιμένανε τό τέλος τους. Αὐτό σίγουρα εἶναι πολύ ὁδυνηρό. Κι ἐπειδή κανείς δέν θέλει τό θάνατο καί μέχρι τέλους μπορεῖ να ἐλπίζει σέ ἕνα θαῦμα.  Ὅταν τελικά αὐτό γίνει καί μάλιστα ἀναπάντεχα ὅπως στήν περίπτωση τῶν δέκα λεπρῶν, ἀπό τήν πολλή χαρά μπορεῖ νά ξεχάσεις νά εὐχαριστήσεις τόν εὐεργέτη σου.

Βέβαια, ἴσως μετά οἱ ἐννέα νά ἔψαξαν νά βροῦν Τόν εὐεργέτη τους γιά νά Τόν εὐχαριστήσουν. Ὅμως γι αὐτό δέν ἔχουμε κάποια πληροφορία καί τό κείμενο τελειώνει μέ τήν εὐχαριστία μόνο τοῦ Σαμαρείτη. Καί τό ὅτι ὁ Χριστός ἐκφράζει τήν πικρία Του, ἴσως νά εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι δέν ἐπέστρεψαν γιά νά Τόν εὐχαριστήσουν. Ὁ καρδιογνώστης Κύριος πού βλέπει καί ξέρει τά βάθη τῶν ἐαυτῶν μας καλύτερα κι ἀπό ἐμᾶς, σίγουρα τό ἤξερε αὐτό καί γι αὐτό ἐκφράζει τήν πικρία Του. Ἀλλιῶς δέν θά τό ἔκανε, ἀφοῦ κάποια στιγμή θά δεχόταν τήν εὐγνωμοσύνη τους.

Ἀγαπητοί μου.

Ἡ περίπτωση τῆς θεραπείας τῶν δέκα λεπρῶν πολλά ἔχει νά μᾶς διδάξει. Τό σημαντικότερο θεωρῶ ὅτι εἶναι  γιά τό πῶς ἀντιλαμβανόμαστε τή σχέση μας μέ τό Θεό, δηλαδή μέ τήν πίστη πού διαμορφώνουμε. Αὐτό πού θά πρέπει νά ἀναγνωρίσουμε εἶναι τό ὅτι ὅπως κάθε σχέση στή ζωή μας, ἔτσι καί ἡ σχέση μέ τό Θεό δηλαδή ἡ πίστη, εἶναι σχέση ἐλευθερίας καί ἀγάπης.

Ὅπως σημειώσαμε στήν ἀρχή, ὁ Θεός εἶναι ἐλεύθερος καί μᾶς ἀγαπᾶ παρομοίως. Ἐλεύθερα. Ἡ ἀγάπη Του πρός ἐμᾶς εἶναι δεδομένη, ἀλλά τό ἄν αὐτή κάποτε μπορεῖ νά ἐνεργήσει καί εὐεργετικά, αὐτό εἶναι στήν ἀπόλυτη κρίση καί δικαιοδοσία Του. Πολλές φορές εὐρισκόμενοι σέ κάποια δύσκολη θέση, σηκώνουμε τά χέρια ψηλά καί κοιτώντας στόν οὐρανό ζητοῦμε τή βοήθειά Του.

Γνωρίζοντας τήν παντοδυναμία Του καί ἔχοντας κατά νοῦ τά θαύματα πού ἔκανε καί κάνει, θεωροῦμε πώς κάτι ἀνάλογο θά συμβεῖ καί σέ ἐμᾶς. Καί μπορεῖ νά συμβεῖ. Αὐτό ὅμως θά ἔχει νά κάνει μέ τό ὅτι Αὐτός ἐλεύθερα θά ἐνεργήσει, χωρίς νά ἐκβιάζεται ἤ νά ὑποχρεώνεται ἀπό κάτι. (ὅπως με τούς δέκα λεπρούς). Ἡ ἀγάπη Του εἶναι ἐλεύθερη καί ἐξ αὐτοῦ μπορεῖ πάντα νά μᾶς ἐκπλήσει. Ἀναπάντεχα.

Νομίζω αὐτό κρίνεται ἀπό τήν ἐπίτευξη ἑνός πολύ λεπτοῦ καί ἱδιαίτερου συντονισμοῦ πού μπορεῖ νά συμβεῖ. Ὅταν δηλαδή ὁ ἄνθρωπος, παρόλη τήν ὅποια δυσκολία πού ἀντιμετωπίζει καί γι αὐτό εἶναι ἐγκλωβισμένος, μπορεῖ νά ἐλευθερωθεῖ καί μέ ἀνάλογο αἴσθημα ἀγάπης πρός τό Θεό, νά ζητήσει ἀπλά τό ἔλεός Του καί τίποτε ἄλλο. Ἐκεί μέσα περικλείονται τά πάντα. Ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη. Τό ὁποίο γνωρίζει ὁ καρδιογνώστης Θεός καί δέ χρειάζεται ὑπενθυμίσεις γιά αὐτά πού μπορεῖ νά κάνει.

Τό σημαντικό εἶναι νά πλησιάσουμε κι ἐμεῖς μέ ἐλευθερία καί ἀγάπη, ἀνταποκρινόμενοι ἀκριβῶς στό ἀνάλογο δικό Του αἴσθημα. Τότε εἶναι που γίνεται ὁ κρίσιμος πνευματικός συντονισμός μέ τή θεία χάρη καί δημιουργοῦνται οἱ προϋποθέσεις γιά τήν ἄνωθεν βοήθειά μας. Καί βέβαια στό πλησίασμά μας αὐτό δέν πρέπει νά ἀπουσιάζει καί ἡ εὐχαριστία. Ἡ εὐγνωμοσύνη μας πρός τό Θεό. Ἐκ τῶν προτέρων.

Γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες πού μᾶς ἔχει κάνει. Γι αὐτές πού ἀντιληφθήκαμε καί γι αὐτές πού δέν ἔχουμε ἀντιληφθεῖ. Γιατί ὁ Θεός παρόλη τήν παντοδυναμία Του εἶναι λεπτός, εὐγενικός καί πολύ διακριτικός ἀπέναντί μας. Καί μόνο ὅταν κι ἐμεῖς συντονιζόμαστε μαζί Του ἀναλόγως, Τόν πλησιάζουμε σωστά καί τοῦ δίνουμε τό δικαίωμα νά μᾶς εὐεργετήσει...


ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ. ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ. ΑΠΛΑ ΜΙΑ ΓΙΟΡΤΗ Ἤ ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ;

 

 

ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4

Ἐπεφάνη ὁ Σωτήρ, ἡ χάρις ἡ ἀλήθεια, ἐν ῥείθροις τοῦ Ἰορδάνου, καὶ τοὺς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ, καθεύδοντας ἐφώτισε· καὶ γὰρ ἦλθεν ἐφάνη, τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον. (ἐξαποστειλάριο τῶν Θεοφανείων).

          Φανερώθηκε, ἀποκαλύφθηκε ὁ Σωτῆρας τοῦ κόσμου στά νερά τοῦ Ἰορδάνη καί ταυτόχρονα ἡ χάρη καί ἡ ἀλήθεια, καί αὐτούς πού ἦταν κοιμώμενοι μέσα σέ σκοτάδι καί βαριά σκιά ἐφώτισε. Γιατί ἦλθε καί μᾶς φανερώθηκε τό Θεϊκό φῶς πού εἶναι ἀπλησίαστο.

Φῶς ἐκ φωτός, ἔλαμψε τῷ κόσμῳ, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ ἐπιφανεὶς Θεός, τοῦτον λαοὶ προσκυνήσωμεν. (τροπάριο  αἴνων τῶν Θεοφανείων).

          Φῶς ἀπό τό φῶς τοῦ Θεοῦ λάμπρυνε τόν κόσμο, ὁ Χριστός ὁ Θεός μας, ὁ Θεός πού μᾶς ἀποκαλύπτεται, Αὐτόν λαοί ἄς Τόν προσκυνήσουμε.

          Ἡ μεγάλη ἐορτή τῶν Φώτων ἤ Θεοφανείων, πού ἐλέῳ καί ἀγάπης Ἁγίου Θεοῦ  ἀγαπητοί μου γιά μία ἀκόμη φορά ζοῦμε, εἶναι πραγματικά ἡ γιορτή τοῦ Φωτός. Δηλαδή ἡ γιορτή τοῦ Θεοῦ. Τά δύο τροπάρια πού προαναφέραμε, εἶναι χαρακτηριστικά τῆς ὅλης ὑμνολογίας τῶν ἡμερῶν τῆς ἐορτῆς. Μέσα ἀπό τά ὁποία φαίνεται καθαρά  πώς ἀπό τήν πίστη καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Θεός ἀναγνωρίζεται καί πιστεύεται ὡς Φῶς.

Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τήν παρουσία Του ἐπάνω στή γῆ ἀλλά καί ἀπό τό λόγο Του. «Ἐγώ εἰμί τό φῶς τοῦ κόσμου» θά δηλώσει μιλώντας στούς ἀκροατές Του. Ἀλλά καί κατά τή θεία Μεταμόρφωσή Του στό ὄρος Θαβώρ, ἔγινε φῶς. Ἔλαμψε μέ τέτοιο τρόπο μέσα στήν ἡμέρα πού οἱ μαθητές ἔπεσαν στή γῆ καί κρύψανε τά πρόσωπά τους. Πραγματικά τότε φάνηκε αὐτό πού δηλώνει τό πρώτο τροπάριο, ὅτι ὁ Θεός εἶναι φῶς ἀπρόσιτο. Ἀπλησίαστο.

Τό ὁποίο ἔγινε προσιτό λόγω ἀγάπης. Μιᾶς ἀγάπης πραγματικά ἀπό ἄλλο κόσμο. Μιᾶς ἀγάπης παράξενης, ἀκατανόητης γιά τά δεδομένα τοῦ κόσμου μας. Μιᾶς ἀγάπης πού προτιμᾶ νά χάνει, νά θυσιάζεται, γιά νά βοηθήσει αὐτόν  πού ἔχει ἀνάγκη. Μιᾶς Ἀγάπης, πού γιά νά μπορέσει νά προσεγγίσει τόν ἀγαπόμενό Της, καλύπτει ἐπιμελῶς αὐτό τό ἀπρόσιτό φῶς Της, γιά νά μήν τοῦ κάνει ζημιά καί ἔτσι νά τόν πλησιάσει καί νά τόν σώσει. Νά φωτίσει τά σκοτάδια του...

Τό σκοτάδι τό ὁποίο κυριαρχοῦσε στόν κόσμο ὅταν τόν ἐπισκέφθηκε ὡς ἄνθρωπος. Τό σκοτάδι τό ὁποίο ἀποτυπώνεται καί στήν εἰκόνα πού ἀπεικονίζει τή γέννησή Του. Τό μαῦρο φόντο μέσα στό σπήλαιο τῆς γεννήσεως, εἶναι αὐτό τό σκοτάδι τοῦ κόσμου. Τοῦ πρό Χριστοῦ κόσμου. Αὐτοῦ πού ζοῦσε μέσα στήν εἰδωλολατρεία, δηλαδή πού εἶχε γιά Θεούς τά κτίσματα καί ὄχι Τόν κτίστη. Τά δημιουργήματα καί ὄχι Τόν Δημιουργό. Τοῦ κόσμου πού ζοῦσε μέσα στήν ἄγνοια περί Θεοῦ. Τοῦ κόσμου πού θέλησε νά γίνει Θεός, χωρίς τό Θεό.(Προπατορικό ἁμάρτημα).

Αὐτός λοιπόν ὁ κόσμος κάθευδε ὅπως μᾶς λέει καί πάλι τό τροπάριο, δηλαδή κοιμόταν, ἦταν σέ λήθαργο. Καί πῶς νά μήν κάθευδε. Γιά νά μπορέσει νά κοιμηθεῖ ὁ ἄνθρωπος θέλει σκοτάδι. Δέν μπορεῖ νά κοιμηθεῖ μέσα στό φῶς. Τό σκοτάδι εἶναι ὑποστηρικτικό τοῦ ὕπνου. Ἄν λοιπον ζεῖ μέσα σέ ἕνα παρατεταμένο πνευματικό σκοτάδι αἰώνων, εἶναι δυνατόν νά μήν τόν ἔπαιρνε ὁ πνευματικός ὕπνος; Μέσα ἀπό τήν κατάσταση αὐτή, ἡ ψυχή καί τό πνεῦμα του ἦταν σέ λήθαργο. Ἧταν σκοτισμένα καί ἀδρανή.

Αὐτό περισσότερο φαίνεται μέσα ἀπό τήν περικοπή τῆς Κυριακῆς μετά τῶν Φώτων. Ὅπως μᾶς περιγράφει τό κείμενο ἀπό τό κατά Ματθαίον ἱερό Εὐαγγέλιο, ὁ Ἰησοῦς ἀρχίζει τό σωτήριο ἔργο Του ἀπό τή Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν. Ἀπό τόν τόπο δηλαδή πού κυριαρχοῦσε ἡ εἰδωλολατρεία. Ἔτσι ἐπαληθεύεται καί ἡ προφητεία τοῦ Ἠσαΐα ὅτι «...ἡ χώρα πάνω ἀπό τόν Ἰορδάνη, ὁ λαός πού ζοῦσε στό σκοτάδι εἶδε φῶς μέγα. Σέ αὐτούς πού ζοῦσαν στή σκιά τοῦ θανάτου ἀνέτειλε φῶς». Δηλαδή σέ αὐτούς πού ἦταν ζωντανοί νεκροί, ἦλθε φῶς πού ξαναέδωσε ζωή. Ἀφύπνησε καί ἐπανεκίνησε τήν ψυχή καί τό πνεῦμα τους.

Γιατί αὐτό συμβαίνει ὅταν ὁ Χριστός, δηλαδή ἡ θεία χάρις ἐπισκέπτεται πραγματικά τόν ἄνθρωπο. Φωτίζεται.  Ἀνακαλύπτει τό Θεό καί τήν ἀλήθεια Του καί γίνεται μία κατάσταση ἀποκάλυψης Θεοῦ. Διορθώνεται. Θεραπεύεται. Εἰρηνεύει. Ἀφυπνίζεται,  ἐνεργοποιεῖται πνευματικά καί χαράζει δρόμους ἀληθινούς καί σωτήριους στή ζωή του. Γίνεται φῶς καί φωτίζει τόν κόσμο.

Παράγει πραγματικό πολιτισμό, δηλαδή δημιουργεῖ ἕνα τρόπο ζωῆς πού εἶναι ὡφέλιμος καί προάγει τό βιωτικό ἐπίπεδό του. Κι αὐτό συμβαίνει γιατί ὁ ἵδιος ἔχει ἔλθει σέ ἐπίγνωση ἀληθείας. Δηλαδή ἔχει ἀντιληφθεῖ σωστά τό τί εἶναι ὁ ἵδιος, τί εἶναι ὁ κόσμος καί πῶς ὅλα αὐτά ὑπάρχουν μέσα στήν παράξενη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού προαναφέραμε. Ἔχει προσανατολιστεῖ ἀνάλογα καί πορεύεται ἀκολουθώντας τό Φῶς, τό Χριστό, ὁ Ὁποίος τότε πραγματικά εἶναι φῶς στό δρόμο του καί φανάρι στά πόδια του. «φῶς ταῖς τρίβοις μου καί λύχνος τοῖς ποσί μου».

Ὁ ἄνθρωπος ἔζησε σωστά καί παρήγαγε ὡφέλιμο πολιτισμό ὅσο καί ὅταν πορεύθηκε μέ ὁδηγό τό Χριστό καί τό λόγο Του. Ὅσο ἡ ζωή του ἦταν πρωτίστως καί κυρίως ἀναφορά στό Θεό καί τήν ἀγάπη Του. Ὅταν οἱ λογισμοί τῆς καρδιᾶς του εἶχαν προσανατολισμό τό Θεό καί τό θέλημά Του. Ὅσο καταλάβαινε τό σκοτάδι πού  ὑπάρχει μέσα του, λόγω τῆς ἀποστασίας πού πάντοτε εἶναι ἔτοιμη νά ἐνεργοποιηθεῖ. Κάτι πού χαρακτηρίζει τήν ἀνθρώπινη φύση μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα. Ὅσο πραγματικά κάθε τι πού ἐπιτύγχανε τό ἀνήγαγε στό Θεό καί τή φώτισή Του.

Μιά φώτιση πού πάντοτε λιγότερο ἤ περισσότερο δεχόταν, γιατί ἡ ζωή του ἦταν ζωή μετανοίας. Δηλαδή ἀναφορά καί ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Ἀντίληψη καί κατανόηση τῆς ἀγάπης Του καί ἀναγνώριση τοῦ ὅτι πάντα θά ὑστερεῖ ἀπέναντι σ’αὐτήν. Κάτι πού τόν ἔκανε ταπεινό καί μέ διάθεση φιλάδελφη γιά τόν συνάνθρωπο.  Ἀφοῦ ἐκτιμοῦσε πραγματικά ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι κάτω ἀπό τόν ἵδιο οὐρανό. Δηλαδή τό εἶναι τους, ἡ ὕπαρξή τους εἶναι ἄμμεσα συνδεδεμένη μέ τήν πρόνοια καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

 Εἶναι δανεισμένη ἀπό τό Θεό καί ὅτι κάποια στιγμή θά τήν ἐπιστρέψει. Αὐτό πού παλαιότερα ὑπῆρχε ὡς λόγος καί δυστυχῶς τώρα πιά ὄχι. Ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάποια στιγμή θά παραδώσουν ψυχή. Αὐτό τό θά παραδώσουν, δηλώνει ἀκριβώς ὅτι κάτι πού ἔχεις δέν σοῦ ἀνήκει πραγματικά. Μπορεῖ νά τό κάνεις ὅ,τι θέλεις, ἀλλά κάποια στιγμή θά δώσεις λόγο γιά τό πῶς τό διαχειρίστηκες. Αὐτή ἡ ἐκτίμηση τῆς παράδοσης ἦταν πού ἔκανε τούς ἀνθρώπους εὐτυχεῖς, γιατί ἦταν λιγότερο ἤ περισσότερο μακάριοι ἐπειδή ἦταν «πτωχοί τῷ πνεύματι». Δηλαδή τό πνεύμα τους, ἡ ὕπαρξή τους εἶχε ζωή μόνο ὅταν εἶχε ἀναφορά καί ἔνωση  μέ τό Θεό.

Αὐτό εἶναι μετάνοια. Καί εἶναι ἀπαραίτητο στήν πίστη καί τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Γι αὐτό καί ὁ Χριστός ὅπως μᾶς λέει ἡ περικοπή ἄρχισε τό κήρυκτικό Του ἔργο μέ ἀναφορά στήν μετάνοια. «Μετανοεῖτε. Ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Δηλαδή νοιώστε τήν ἀδυναμία, τήν ἀσθένεια, τό σκοτάδι καί τό θάνατο πού ἔχετε ὅταν εἶστε μακριά ἀπό Ἐμένα καί ἐλᾶτε κοντά Μου. Πλησιάστε με σάν παιδιά κι ἐγώ θά σᾶς ἀποκαλυφθῶ. Θά σᾶς συστήσω τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά ἔλθουμε νά μείνουμε μέσα σας.

Ἔτσι θά εἴμαστε καθημερινά κοντά σας καί κάθε σας βῆμα, κάθε σας ἐνέργεια, κάθε σας ἐπιδίωξη θά ἔχει πραγματικά θεία φώτιση καί θά σᾶς δίνει πολιτισμό καί ποιότητα ζωῆς. Τότε πιά δέν θά παρακαλεῖτε γιά φωτισμό, γιατί τό Φῶς, δηλαδή ὁ Θεός θά κυριαρχεῖ μέσα σας καί γύρω σας. Ἡ ζωή σας θά εἶναι ἔνθεη καί κοινωνία Θεοῦ. Θά εἶναι θεία κοινωνία.

Αὐτό ἀκριβώς, τήν κοινωνία μέ τό Θεό, εἶναι πού θά πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἐπανεξετάσουμε σήμερα. Νά σταθοῦμε γιά λίγο μέσα στήν ἰλιγγιώδη ταχύτητα πού ἔχει πάρει ἡ ζωή μας καί νά προσέξουμε. Νά ἐρευνήσουμε. Ὁ δρόμος πού ἔχουμε πάρει εἶναι ὁ σωστός; Ἡ ζωή πού ἔχουμε στήσει πόσο Χριστό ἔχει μέσα; Τά φῶτα τοῦ πολιτισμοῦ μας, κάνουν τή ζωή μας πραγματικά ποιοτική; Ἀνθρώπινη; Δηλαδή ταπεινή καί φιλάδελφη; Τελικά εἴμαστε μέ τό Φῶς καί στό Φῶς ἤ καθεύδουμε ὅπως  οἱ πρό Χριστοῦ ἄνθρωποι; Καί ἄρα ἡ ζωή μας παρόλη τήν πίστη μας, εἶναι περισσότερο εἰδωλολατρία; Δηλαδή ἄγνοια τοῦ Θεοῦ;

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 2022. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ, ΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΑΧΡΟΝΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.

 


ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ:https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4/2022a?si 

Ἡ ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀγαπητοί μου, μᾶς δίνει τή δυνατότητα καί πάλι στή ζωή μας νά βρεθοῦμε στό κατώφλι ὅπως συνηθίζουμε νά λέμε ἑνός νέου χρόνου. Ἐτησίως τήν τριακοστή πρώτη Δεκεμβρίου, ἀποχαιρετοῦμε τό ἔτος πού τελειώνει καί χαιρετίζουμε αὐτό πού ἀρχίζει. Καί εἶναι ἡ περίσταση καί τό γεγονός τέτοιο, πού ὅλοι μας γεμίζουμε τίς καρδιές μας μέ αἰσιοδοξία καί ἐλπίδα.  

Ἀνταμώνουμε μέ συγγενείς, μέ φίλους, καθόμαστε γύρω ἀπό ἕνα γιορτινό τραπέζι καί μέ ἕνα τέτοιο εὐχάριστο τρόπο, προσπαθοῦμε νά ξορκίσουμε ὅ,τι κακό ἔχουμε νά θυμηθοῦμε ἀπό τό χρόνο πού φεύγει. Κρατοῦμε σίγουρα τά καλά, τά εὐχάριστα καί μέ ἀνάλογα αἰσθήματα καί εὐχές, καλωσορίζουμε τόν νέο χρόνο πού ἔρχεται. Σίγουρα ὅλοι μας ἀναμένουμε καί προσδοκοῦμε ἀπό αὐτόν νά μᾶς φέρει πολύ καλύτερα συμβάντα καί καταστάσεις. Νά δώσει στή ζωή μας ὅ,τι τῆς λείπει. Κυρίως καί πάνω ἀπ’ὅλα ὅπως κατά κανόνα εὐχόμαστε, ὑγεία.

Βέβαια στόν καιρό πού ζοῦμε, ἕνας κακός ἐφιάλτης πού ἔχει σκοτίσει τή ζωή μας καί τή γέμισε μέ φόβο καί ἀνασφάλεια, δέν μᾶς ἐπιτρέπει νά ζήσουμε ὅλα αὐτά μέ ἐλευθερία καί ἄνεση. Ὁ ἐφιάλτης αὐτός εἶναι ἡ πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ πού ἐπί δύο χρόνια ἔχει σκεπάσει τόν οὐρανό μας. Πού ὡς σκιάχτρο, ὡς κακιά μάγισσα τρομοκρατεῖ τή ζωή μας καί μᾶς ἔχει κάνει νά ἀναπολοῦμε μέ λύπη τό παρελθόν. Κατά τό ὁποίο ζούσαμε ἐν ἐλευθερίᾳ.

Σίγουρα ἡ εὐχή πού βγαίνει ἀπό τά χείλη καί τίς καρδιές ὅλων καί κυριαρχεῖ, θά εἶναι μέ τό νέο χρόνο νά λείψει αὐτό τό κακό. Ἔτσι ὥστε νά μπορέσουμε νά συνεχίσουμε τή ζωή μας, ὅπως ἦταν πρίν μᾶς βρεῖ.

Ὅπως ὅμως ὅλοι εὔκολα νομίζω μποροῦμε νά καταλάβουμε, ὁ χρόνος ἀπό μόνος του ὡς κατάσταση καί γεγονός ἐνεργούμενο, δέν μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό. Γιατί αὐτός κατά τόν Μέγα Βασίλειο, τοῦ ὁποίου τή μνήμη ἐορτάζουμε στήν ἀρχή κάθε χρόνου, εἶναι «τό συμπαρεκτεινόμενον τῇ συστάσει τοῦ κόσμου διάστημα».   Δηλαδή θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ὁ χρόνος εἶναι σάν ἕνας δρόμος μιά ἀπόσταση πού ἀρχή ἔχει τή δημιουργία τοῦ κόσμου καί τέλος τή συντέλειά του.

Ὅπως λοιπόν σέ ἕνα δρόμο αὐτός πού κινείται, πού ἐνεργεῖ εἶναι αὐτός πού βαδίζει καί ὄχι ὁ δρόμος, ἔτσι καί ὡς πρός τό χρόνο ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς εἶναι αὐτός πού κινείται καί ἐνεργεῖ. Ἀπό αὐτή τή δυνατότητα εἶναι πού θά ἐξαρτηθεῖ ὅ,τι θά προκύψει στή ζωή μας τό νέο χρόνο ἀλλά καί πάντα. Ἀπλά κάποια πράγματα  δέν βρίσκονται «στά χέρια μας» ὅπως συνηθίζουμε νά λέμε καί λόγῳ αὐτοῦ κάποτε μᾶς βρίσκουν καταστάσεις καί γεγονότα, τά ὁποία εἴμαστε ἀναγκασμένοι νά ζήσουμε. 

  Ὁ χρόνος λοιπόν, εἶναι κάτι πού δέν μποροῦμε νά τό ἐλέγξουμε. Εἶναι μία κατάσταση πού μᾶς ὑπερβαίνει. Ταυτόχρονα ὅμως ὑπάρχουμε μέσα της καί ἡ ὕπαρξη αὐτή, εἶναι ἡ ζωή μας. Ἡ ὁποία μπορεῖ νά ἔχει μία συγκεκριμένη διάρκεια καί αὐτή εἶναι τά χρόνια πού θά ζήσουμε.

Ὁ μόνος πού μπορεῖ νά ὁρίσει πραγματικά τό χρόνο εἶναι ὁ Θεός, ὁ Ὁποίος εἶναι καί ὁ Αἵτιος τῆς ὑπάρξεώς του. «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεός τόν οὐρανόν καί τήν γῆν». Ἡ ἀρχή αὐτή τήν ὁποία ἀναφέρεται στήν Παλαιά Διαθήκη, εἶναι ὁ χρόνος. Ἄμα τῇ δημιουργίᾳ, ταυτόχρονα μέ τό ξεκίνημα της, ἀρχίζει νά ὑπάρχει καί ὁ χρόνος. Χρόνος σημαίνει δημιουργία, κτίση, ὕλη, φθορά. Κάθε δημιούργημα ἐντάσεται καί ὑπόκειται στό χρόνο, δηλαδή ἔχει ἡμερομηνία λήξης. Γιατί ὅ,τι δημιουργεῖ ὁ Θεός εἶναι ἔξω ἀπό Αὐτόν, εἶναι ἐν χρόνῳ. Ὁ μόνος πού εἶναι ἐκτός χρόνου, ἄχρονος, εἶναι ὁ Θεός.

Αὐτοῦ ὅμως τήν παρουσία στό χρόνο ἤ καλύτερα στήν ἱστορία τοῦ κόσμου μας, ἀφοῦ καί ἡ ἱστορία καταγράφεται πάνω σ’αὐτόν (τό χρόνο), ἐορτάζουμε μέ τήν ἐνσάρκωσή Του. Τά Χριστούγεννα. Τά ὁποία εἶναι τό γεγονός πού κατ’αὐτό ὁ Θεός ἀποφασίζει νά κάνει μιά παρουσία ἐν χρόνῳ. Νά διανίσει καί ὡς ἄνθρωπος ἕνα δρόμο ζωῆς. Ἕνα χρονικό διάστημα.

Αὐτό ἀκριβῶς μᾶς λέει καί τό τροπάριο τῆς ἐορτῆς τῆς πρώτης Ἰανουαρίου, πού ἀφορᾶ τήν περιτομή τήν ὁποία γίνεται στό Χριστό μας. «Μορφν ναλλοιώτως νθρωπίνην προσέλαβες, Θες ν κατ' οσίαν πολυεύσπλαγχνε Κύριε, κα νόμον κπληρν περιτομήν, θελήσει καταδέχ σαρκικήν, να παύσς τ σκιώδη, κα περιέλς τ κάλυμμα τν παθν μν. Δόξα τ γαθότητι τ σ, δόξα τ εσπλαγχνία σου, δόξα τ νεκφράστ Λόγε συγκαταβάσει σου».

Μορφή ἀνθρώπινη πῆρες Κύριε, χωρίς νά ἀλοιωθεῖ ἡ θεϊκή σου ὑπόσταση. Καί τηρῶντας τό νόμο πού Ἐσύ ἔδωσες, καταδέχεσαι μία πράξη ἡ ὁποία ἀφορᾶ μόνο τούς ἀνθρώπους. Ὅμως μ’αὐτήν διαλύεις ὅ,τι σκίαζε τή ζωή μας καί ἀπομακρύνεις τά πάθη, μᾶς ἐλευθερώνεις ἀπό αὐτά, ὅπως κάποιος τραβᾶ ἕνα κάλυμα πού σκεπάζει κάτι. Δοξάζουμε τήν καλοσύνη Σου, δοξάζουμε τήν εὐσπλαχνία Σου, δοξάζουμε τήν πράξη Σου αὐτή πού εἶναι ἀπόδειξη τῆς θείας ταπεινότητός Σου καί ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά περιγραφεῖ μέ λόγια.

Ὁ Θεός λοιπόν εἶναι αὐτός πού μέσα ἀπό τήν παντοδυναμία Του, μπορεῖ νά ἐλέγξει καί νά διαχειριστεῖ τό χρόνο. Ἀφοῦ κι αὐτός ὅπως προαναφέραμε εἶναι δημιούργημά Του. Εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀρχῆς τῆς δημιουργίας. Αὐτό πού μᾶς ἀφορᾶ μέσα ἀπό τή διαδικασία αὐτή, εἶναι τό ὅτι κι ἐμεῖς ὑπάρχοντας μέσα στό χρόνο ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, ταυτόχρονα συμμετέχουμε στήν ἄχρονη διάστασή  Του.  

Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ πού μᾶς δίνεται μέ τή βάπτισή μας. Διά τῆς ὁποίας ἡ ὕπαρξή μας παίρνει κατά χάριν καί δικαίωμα μετοχῆς στό χρόνο τοῦ Θεοῦ, στό ἄχρονό Του. Πού εἶναι τό αἰώνιο παρόν. Τό αἰώνιο τώρα.  Αὐτό πού στήν ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας μας καταγράφεται ὡς σήμερον. «Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου. Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου». Κατά χάριν μποροῦμε καί ἐμεῖς νά γίνουμε ἄχρονοι. Ὡς ἐνεργά μέλη τῆς Ἐκκλησίας μετέχουμε ὄχι μόνο στόν κοσμικό χρόνο πού μετροῦμε μέ χρόνια, μῆνες, ἡμέρες καί ὥρες. Ἔχουμε τή δυνατότητα νά μεθέξουμε στό ἄχρονο τοῦ Θεοῦ.

Καταλαβαίνουμε ὅτι τελικά ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο ὡς χώρος, ὡς κτίσμα, ἀλλά καί ὡς κατάσταση ἀπό Θεοῦ δοσμένη, εἶναι ὁ τόπος ὅπου Θεός καί ἄνθρωπος συναντώνται. Εἶναι ὁ τόπος ἀλλά καί ὁ τρόπος, μέ τόν ὁποίο τό φθαρτό πλᾶσμα, μπορεῖ νά γίνει ἄφθαρτο χάριτι καί ἀγάπης Θεοῦ.

Μέσα ἀπό αὐτήν τή διάσταση ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας, στήν πραγματικότητα εἶναι καί θά πρέπει γι αὐτό νά εἶναι, χρόνος καί καιρός μετανοίας. Δηλαδή διάθεση καί ἐπιθυμία διά τῆς πίστεως νά σωθεῖ ἡ ὕπαρξή μας. Νά μπορέσει νά ὑπάρξει κατά Θεόν καί νά μεθέξει στήν μακαριότητά Του. Νά μετατραπεῖ καί νά ἀλοιωθεῖ κατά Χριστόν. Νά γίνει στόν κόσμο αὐτό μία ἔστω καί μικρή ἀλλά πραγματική ἔκφραση Αὐτοῦ. Αὐτό εἶναι πού θά πρέπει νά μή μας διαφεύγει ποτέ καί νά ἀποτελεῖ δικαή πόθο καί ἐπιθυμία μας. Καί ὡς τέτοιο νά γίνεται τέτοιες ἡμέρες εὐχή γιά τόν ἐαυτό μας καί γιά τούς ἄλλους.

 Στό ξεκίνημα λοιπόν τοῦ νέου ἔτους ἄς εὐχηθοῦμε γιά ἐαυτούς καί ἀλλήλους. Νά δώσει ὁ Θεός διά τῆς πίστεως ὡς μετοχή στό χρόνο τῆς Ἐκκλησίας, νά εἶναι αὐτό πραγματικά σωτήριον καί κατά Θεόν προκοπή. Ἀρχή μιᾶς ζωῆς πού θά εἶναι κατά Χριστόν ἀλλοίωση καί σωτηρία τῆς ὑπάρξεώς μας στό εἶναι τοῦ Θεοῦ.