ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


KYΡΙΑΚΗ ΠΕΜΠΤΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ. ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ. Η ΕΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.


  


ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ:https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4/kbjsouxqurpa

 

Πίστει ἐλθοῦσα ἐν τῷ φρέατι, ἡ Σαμαρεῖτις ἐθεάσατο, τὸ τῆς σοφίας ὕδωρ σε,...Mέ πίστη καθώς ἦλθε ἡ Σαμαρείτιδα στό πηγάδι, εἶδε Ἐσένα (Χριστέ) τῆς σοφίας τό νερό,...ᾧ ποτισθεῖσα δαψιλῶς βασιλείαν τὴν ἄνωθεν ἐκληρώσατο, αἰωνίως ἡ ἀοίδιμος.... ἀπό τό ὁποίο ἄφθονο καθώς ἦπιε κέρδισε γιά πάντα τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἡ ἄξια νά ὑμνεῖται.

Μία φυσική ἀνάγκη, αὐτή τῆς πόσεως τοῦ νεροῦ ἀγαπητοί μου, ὁδήγησε τήν ἡμέρα ἐκείνη τή Σαμαρείτιδα, νά πάει στό πηγάδι τοῦ Ἰακώβ γιά νά ἀντλήσει τό ἀπαραίτητο φυσικό στοιχείο γιά τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Φυσικά δέν ἦταν ἡ μόνη φορά πού τό ἔκανε αὐτό. Πολλές φορές τό εἶχε κάνει. Αὐτή ὅμως ἦταν ἡ σημαντικότερη καί ἡ ποιό ὡφέλιμη, ἀφοῦ ὅπως μᾶς πληροφορεῖ καί τό τροπάριο πού προαναφέραμε, συναντήθηκε μέ τό Χριστό. Τό ἀληθινά καί αἰώνια ζωντανό νερό, τήν πηγή τῆς ζωῆς τήν ἀστείρευτη, ἀπό τήν ὁποία ἦπιε ἄφθονα καί κέρδισε ἔτσι τήν αἰώνια ζωή στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 

Πραγματικά γιά ἄλλη μία φορά θαυμάζουμε τά μεγαλεία τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, πού κάνει θαύματα καί στήν περιπτωσή μας τό θαῦμα εἶναι ἡ μεταμόρφωση τῆς Σαμαρείτιδας. Ἡ ὁποία ὡς ἄνθρωπος, ὡς γυναίκα, δέν ἦταν καί πολλῆς ὑπολήψεως. Ἀρχικά μέσα ἀπό τήν εὐαγγελική διήγηση φαίνεται γιά μιά γυναίκα τῆς ὁποίας ἡ ζωή ἦταν ἀκατάστατη καί ταραχώδης, κυρίως στόν τομέα τῆς ἀγάπης. Ὅταν τῆς λέει ὁ Χριστός μας πήγαινε φώναξε τόν ἄντρα σου, αὐτή Τοῦ ἀπαντάει πώς δέν ἔχει.

Ὁ Χριστός τήν ἐπιβραβεύει γιά τήν ἀλήθεια της καί τῆς λέει πώς ἤδη εἶχε πέντε καί μέ αὐτόν πού συνυπάρχει τήν περίοδο ἐκείνη, ἦταν μιά ἀκόμη ἐρωτική συμβίωση χωρίς ἐπισημότητα. Αὐτό τήν ἐποχή ἐκείνη δέν εἶναι δύσκολο νά καταλάβουμε ὅτι ἦταν πάρα πολύ προχωρημένο καί μεγάλο σκάνδαλο. Αὐτή ἡ ἀταξία καί ἀκαταστασία στό συναισθηματικό κόσμο τῆς Σαμαρείτιδας. Κατά πάσα πιθανότητα ἐκείνη θά ἦταν πού ἔδιωχνε τούς κατά καιρό συζύγους της.

Αὐτό κατά βάθος κρύβει ἕνα πνεῦμα ἀνήσυχο καί ἀνικανοποίητο. Μιά ψυχή πού δέν ἀναπαύεται εὔκολα. Ἡ Σαμαρείτιδα βαθιά μέσα της ζητοῦσε καί ἔψαχνε κάτι ἀνώτερο, κάτι περισσότερο ἀπό αὐτά πού ἔχει νά δώσει ἡ ζωή καί ὁ κόσμος μας. Γι αὐτό ὅταν συναντήθηκε μέ Τόν μόνο πού μπορεῖ καί ἀναπαύει καί ἰκανοποιεῖ τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, τό Χριστό, γέμισε τόσο πολύ καί τόσο βαθιά ἡ ψυχή καί ἡ ζωή της, πού ἀπό πόρνη γυναίκα ὅπως τήν ὀνομάζει ἕνα ἄλλο τροπάριο τῆς ἡμέρας, ἔγινε ἡ ἁγία ἰσαπόστολος Φωτεινή ἡ Σαμαρείτιδα. Ἡ ὁποία  κήρυξε τό Εὐαγγέλιο σέ Ἀφρική καί Ρώμη ὅπου καί μαρτύρησε μαζί μέ τούς γιούς καί τίς πέντε ἀδελφές της ἐπί Νέρωνος. Αἰτία τοῦ μαρτυρίου της ἦταν ὅτι ἡ ἁγία Φωτεινή κατάφερε νά ἐλκύσει στήν ἀληθινή πίστη τοῦ Χριστοῦ τή Δομνίνα, κόρη τοῦ Νέρωνα, μαζί μέ κάποιες ὑπηρέτριές της.  

Πραγματικά μποροῦμε νά θαυμάσουμε τή μεταμορφωτική δύναμη τῆς Θείας χάριτος. Ἡ ὁποια ὅταν βρεῖ τήν κατάληλη προαίρεση στίς ἀνθρώπινες καρδιές, κάνει τό ἀπίθανο, πιθανό. Τό ἀκατόρθωτο, κατορθωτό. Τόν ἁμαρτωλό, ἅγιο. Ὁ καρδιογνώστης Κύριος διείδε ὅλη αὐτή τή δυναμική τῆς Σαμαρείτιδας. Εἶδε ἕνα ὑποψήφιο ἀπόστολο τοῦ Εὐαγγελίου Του καί συζήτησε μαζί της, χωρίς  νά προσμετρήσει τό ὅτι ὅπως τοῦ εἶπε καί ἡ Σαμαρείτιδα, «οὔ συγχρῶνται Ἰουδαίοι Σαμαρεῖτες», δέν ἔχουν σχέσεις μεταξύ τους οἱ Ἰουδαίοι μέ τούς Σαμαρείτες.

Ὅμως ἡ γυναικα ἐκείνη ὅπως προαναφέραμε στό τροπάριο μέ τό ὁποίο ἀρχίσαμε, εἶχε πίστη. Εἶχε πίστη ὄχι ὅπως τήν ἐννοοῦμε οἱ περισσότεροι, δηλαδή μιά ἀποδοχή καί μία τακτοποίηση τοῦ θρησκευτικοῦ θέματος τῆς ζωῆς μας μέ κάποια λίγα βασικά πράγματα καί ἀπό ἐκεῖ καί πέρα τίποτε ἄλλο. Μία στάσιμη ἐπίπεδη κατάσταση. Ἡ Σαμαρείτιδα εἶχε πίστη μέ τήν ἔννοια τοῦ ἐνδιαφέροντος καί τῆς ἀναζητήσεως. Ὅπως εἴπαμε ἦταν ἀνικανοποίητη. Ἐψαχνε συνεχῶς και ἐρευνοῦσε. Εἶχε ἀπορίες.

Ἀπορίες ὄχι τυπικές, ἐπουσιώδεις καί ἀνούσιες, ὅπως ἔχουμε κι ἐμεῖς σχεδόν πάντοτε. Εἶχε ἀπορίες καί ἐρωτήματα βαθύτερα καί οὐσιαστικότερα καί κυρίως, ἤθελε νά ξέρει σωστά καί ἀληθινά τί εἶναι αὐτό πού παρέλαβε ὡς πίστη ἀπό τούς προγόνους της καί πῶς πρέπει νά εἶναι γιά νά ἔχει στόχο καί ἀποτέλεσμα, ἄρα σωτηρία. Γι αὐτό ἡ πρώτη ἐρώτηση πού κάνει στό Χριστό μας εἶναι τό ποῦ πρέπει νά λατρεύεται ὁ Θεός. Στό βουνό Γαριζείν τοῦ τόπου της ἤ στό ναό τῶν Ἰεροσολύμων;

Ἄν ἦταν σάν πολλούς ἀπό ἐμᾶς θά εἶχε μία ἐν πολλοῖς ἐπικίνδυνη σιγουριά γιά ὅσα εἶχε λάβει ἀπό τούς προγόνους της περί πίστεως. Θά σκεφτόταν ὅπως κι ἐμεῖς πώς ὅ,τι πίστευαν καί ἔκαναν οἱ παλιοί στήν πίστη, θά κάνω κι ἐγώ. Αὐτό ἀρχικά δέν εἶναι λάθος. Γίνεται πρόβλημα ἀπό τή στιγμή πού ἀρχίζει νά λειτουργεῖ σάν συνήθεια, σάν ρουτίνα καί στήν πραγματικότητα νεκρώνει τή ζωντάνια πού θά πρέπει νά ἔχει. Κάποτε σέ προχωρημένο στάδιο γίνεται τόσο ἀφηρημένο, συνηθισμένο καί ἀπρόσωπο, πού εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχει ὁ ἀπόγονος ἀλλά ὁ πρόγονος. Ἡ πίστη ἀπό προσωπική σχέση μέ τό Χριστό, γίνεται μία ἔνδοξη ἱστορία τῶν παλαιῶν πού τελικά ἀφορᾶ μόνο ἐκείνους, ἐνῶ στό παρόν δέν ἐνεργεῖται ἀπό τούς νέους, πού τήν χάνουν μέσα στήν ἐξέλιξη τῆς ζωῆς καί τό λάϊφ στάϊλ της.

Στήν ἐρώτησή της σέ ποιόν τόπο πρέπει νά λατρεύεται ὁ Θεός, ὁ Χριστός τῆς ἀπαντάει: Γυναίκα πίστεψέ με πώς ἔρχεται ὥρα ὅπου οὖτε στό βουνό σας, οὖτε στό ναό μας θά λατρεύεται ὁ Θεός...ἀλλά αὐτός πού θά θέλει νά τό λατρέψει ἀληθινά θά τόν λατρέυει μέ πνεῦμα καί ἀλήθεια...πνεῦμα ὁ Θεός καί αὐτοί πού θά θέλουν νά Τόν λατρεύουν, θά πρέπει νά τό κάνουν μέ πνεῦμα καί ἀλήθεια. «Γύναι πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὅρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἰεροσολύμοις προσκηνύσετε τῷ πατρί...οἱ ἀληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τῷ πατρί ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ...πνεῦμα ὁ Θεός, καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν».

Ἡ Σαμαρείτιδα γι αὐτό πού ἦταν δέ θά μποροῦσε νά ἔχει ἄλλη μεγάλη ἀπορία, γι αὐτό καί τήν ἐκφράζει πρώτη. Στήν καθημερινότητά της θά σκεφτόταν: Γιά στάσου, οἱ παλιοί οἱ δικοί μας μᾶς μάθανε ὅτι στό βουνό Γαριζείν πρέπει νά προσκυνεῖται ὁ Θεός, οἱ Ἰουδαίοι ἀντιστοίχως πώς πρέπει νά προσκυνεῖται στό ναό τῶν Ἰεροσολύμων. Αὐτός ἐδῶ κάτι παραπάνω ξέρει, εἶναι προφήτης. Ἄς τόν ρωτήσω νά μοῦ λυθεῖ ἡ ἀπορία. Σίγουρα ἡ ἀπάντησή Του θά εἶναι ἡ σωστή. Καί ὁ Θεάνθρωπος Χριστός τῆς δίνει ὄχι μόνο τή σωστή ἀλλά κυρίως τή σωτήρια ἀπάντηση στήν ἀπορία της.

Ποιά εἶναι ὅμως ἡ ἐν πνεύματι καί ἀληθεία προσκύνηση τοῦ Θεοῦ; Πολλές φορές σ’αὐτό ἀναφερόμαστε κι ἐμεῖς. Θέλοντας νά μιλήσουμε γιά τό Θεό καί τό πῶς εἶναι καί ὑπάρχει, τόν προσδιορίζουμε σάν κάτι οὐράνιο καί νεφελῶδες. Σάν μία διάχυτη ὑπερδύναμη στήν ἀτμόσφαιρα, πού ἐπειδή εἶναι ἔτσι, ὡς πνεῦμα δηλαδή, ὑπάρχει καί διάκειται πνευματικῶς. Ἀλλά αὐτό τό πνευματικῶς τό καταλαβαίνουμε περισσότερο μέ τήν ἔννοια τῆς φιλοσοφίας, τοῦ πνευματώδους μέ τά δικά μας ἀνθρώπινα δεδομένα καί προχωροῦμε ἔτσι σέ μία πολύ ἐπικίνδυνη γιά ἐμᾶς κατανόηση τοῦ Θεοῦ.

Νά τό πῶ λίγο ποιό κοσμικά ὅτι ὁ Θεός εἶναι τόσο ὑπεράνω, ὄχι ὅτι δέν εἶναι, πού σέ πολλά πού ὑπάρχουν καί διδάσκονται ὡς τρόπος λατρείας Του ἀπό τήν Ἐκκλησία, δέν Τόν ἐνδιαφέρουν καί τόσο, δέν εἶναι σημαντικά γι Αὐτόν καί ἄρα δέν εἶναι ἀπαραίτητα νά τά κάνουμε. Αὐτό τό λένε κυρίως αὐτοί πού λένε πώς πιστεύουν μέ τόν τρόπο τους. Αὐτοί πού ἀποστασιοποιοῦνται ἀπό τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί λιγότερο ἤ περισσότερο φτιάχνουν ἕνα εἴδωλο τοῦ Θεοῦ μέσα τους καί τοῦ διαμορφώνουν μία δική τους, κατά τό δοκοῦν, λατρεία.

Στή μή σωστή ἐπίσης προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, συγκαταλέγονται καί κάποιοι πού ἔχουν ζῆλο καί ἐνδιαφέρον γιά τήν πίστη, ἀλλά δίνουν στό Θεό μία ἔκφραση ἐθνικότητας. Θεωροῦν τό Θεό ὡς μεροληπτικῶς ὑπάρχοντα πρός τήν πατρίδα καί τό ἔθνος μας καί ὅτι εἴμαστε ὁ ἀγαπημένος λαός Του, ὅπως κάποτε οἱ Ἰσραηλίτες. Ὡς πρός αὐτό εἴμαστε ὑπερήφανοι καί μέ ἕνα τρόπο ἐπικίνδυνο ἐφησυχάζουμε, ἔχοντας παράλληλα καί μία αἴσθηση αἰώνιας δόξας ὡς ἀγαπημένων παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ὅπως πάντοτε τά δικαιώματα καί τά προνόμια εἶναι ποιό εὔκολα καί ἀναγνωρίσημα ἀπό τίς ὑποχρεώσεις. Τό νά εἶσαι τό ἀγαπημένο παιδί τοῦ Θεοῦ εἶναι πολύ σπουδαίο. Αὐτό ὅμως σημαίνει πώς Τόν γνωρίζεις καί πολύ καλά καί ξέρεις τί θέλει. Συμβαίνει αὐτό;;; Ξέρουμε σήμερα ἐμεῖς ποιό ἀκριβῶς εἶναι τό θέλημα το Θεοῦ;;;

Ἀκριβῶς πρός τά τελευταία πού ἀναφέραμε, θά πρέπει νά ἦταν καί ἡ πίστη τῆς Σαμαρείτιδας. Γι αὐτό ὁ Χριστός τήν πληροφορεῖ καί τήν διδάσκει ὅτι τό Θεό, δέν μπορεῖς νά Τόν βάζεις μέσα σέ τοπικά ἤ ἀκόμη ἐθνικά δεδομένα. Δέν μπορεῖς νά Τόν ἰδιοποιεῖσαι καί νά θεωρεῖς πώς τόν ξέρεις καλά ἔτσι εὔκολα. Χωρίς ἐνδιαφέρον, χωρίς νά ἐνεργεῖς τή σχέση αὐτή. Ἐν πνεύματι καί ἀληθεία σημαίνει ὅτι ὁ Θεός γνωρίζεται ἀλλά παραμένει καί ἄγνωστος. Γίνεται οἰκίος ἀλλά εἶναι καί ἀνοίκιος. Εἶναι ὑπερβατικός, ἀπροσπέλαστος, ἐλεύθερος καί ξένος ὡς πρός τήν κοσμικότητα τῆς γῆς.

Εἶναι αὐτό πού σημειώνει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής. Εἶναι «μή εἶναι, διά τό ὑπέρ εἶναι». Πού σημαίνει ὅτι τό Θεό ὅσο καί νά νομίζουμε πώς Τόν γνωρίζουμε, πάντα θά εἶναι καί Ἄγνωστος καί θά πρέπει νά κινούμαστε συνεχῶς πρός ἀνακάλυψή Του. Αὐτός ὁ τρόπος λατρείας θά μᾶς φέρει στήν ἀλήθεια καί ὡς ἔννοια καί ὡς σχέση μέ ἕνα πρόσωπο, τό Χριστό. Ὁ Ὁποίος ὅπως λέει στό Εὐαγγέλιό Του εἶναι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή.

Καί θά καταλάβουμε τότε πώς ἡ ἀλήθεια εἶναι ἕνα πρόσωπο, ὁ Θεάνθρωπος Χριστός καί ἄρα ὡς πρός αὐτήν δέν πρέπει ποτέ νά θεωροῦμε πώς τήν κατέχουμε, ἀλλά νά τήν ἐνεργοῦμε. Νά προσπαθοῦμε δηλαδή πάντοτε νά εἴμαστε ἀληθεῖς ἀλλά νά μποροῦμε καί νά ἐπαληθεύουμε αὐτήν τήν ἀλήθεια μας. Αὐτό θά μποροῦμε νά τό κάνουμε ὅταν καθημερινά προσπαθοῦμε νά ἔχουμε ζωντανή σχέση μέ τήν Ἀλήθεια καί μέσα ἀπό αὐτήν νά ὁδηγούμαστε πρός μία καλύτερη καί πληρέστερη κατανόηση τοῦ Θεοῦ, τοῦ κόσμου, τοῦ ἐαυτοῦ μας. Ἄρα πρός μία ὅσο γίνεται σωστότερη, ὁλοκληρωμένη  καί ἄρα σωτήρια λατρεία τοῦ Θεοῦ. Μία λατρεία «ἐν πνεύματι καί ἀληθεία». Κύριε. Εὐλόγησον!

 



ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ. ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ. «Η ΑΜΑΡΤΩΛΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ»




Τὴν ψυχήν μου Κύριε, ἐν ἁμαρτίαις παντοίαις, καὶ ἀτόποις πράξεσι, δεινῶς παραλελυμένην, ... Τήν ψυχή μου Κύριε πού ἔχει παραλύσει  μέσα ἀπό κάθε εἴδους ἁμαρτία καί λάθος πράξη πού κάνω...ἔγειρον τῇ θεϊκῇ σου ἐπιστασίᾳ, ὥσπερ καὶ τὸν Παράλυτον, ἤγειρας πάλαι,...σήκωσε μέ τή θεϊκή σου ἐξουσία, ὅπως κάποτε σήκωσες καί τόν παράλυτο... ἵνα κράζω σεσωσμένος· Οἰκτίρμον δόξα, Χριστέ, τῷ κράτει σου... ἔτσι ὥστε νά φωνάζω θεραπευμένος· εὔσπλαχνε Χριστέ, δοξασμένη δύναμή Σου.

Παράλυτη καί πεσμένη κατάχαμα καταλαβαίνει τήν ψυχή του ἀγαπητοί μου, ὁ ποιητής τοῦ τροπαρίου πού προαναφέραμε. Πεσμένη κατάχαμα καί ἀδύνατη νά κινηθεῖ, ὅπως ὁ παράλυτος τῆς σημερινῆς ἡμέρας, τέταρτης Κυριακῆς ἀπό τοῦ Πᾶσχα. Καί ζητᾶ ἀπό τό Χριστό νά τή σηκώσει ὄρθια διά τοῦ θείου ἐλέους καί συγχωρήσεώς Του.

Ἡ ὁποία συγχώρηση θεράπευσε ὅπως εἴδαμε στή σημερινή Εὐαγγελική περικοπή τόν παράλυτο. Μία δυστυχισμένη ὕπαρξη πού τριάντα ὀκτώ ὁλόκληρα χρόνια κείτονταν καί σερνόταν στήν δεξαμενή τῆς Βηθεσδᾶ καί περίμενε πότε θά ἔρθει ἡ στιγμή νά πέσει πρώτος αὐτός, τήν ὥρα πού ὁ Ἄγγελος Κυρίου θά τάραζε τά νερά, ἔτσι ὥστε νά θεραπευθεῖ, νά βρεῖ τή γιατρειά του.

Δοκιμαζόταν ὄχι μόνο ἡ ὑγεία του ἀλλά καί ἡ ὑπομονή του. Πόσο εὔκολο εἶναι  νά περιμένεις ἐναγωνίως ἕνα ὁλόκληρο χρόνο μία στιγμή γιά νά λυτρωθεῖς ἀπό τά βάσανα καί νά βλέπεις τόν διπλανό σου νά πέφτει πρώτος ἐπειδή... ἐπειδή ἔχει κάποιον δίπλα του. Κακό πρᾶγμα ἡ μοναξιά. Ἀπελπισία καί κατάθλιψη. Δοκιμάστηκε πολύ...πάρα πολύ.

Γι αὐτό καί μόλις τόν ρώτησε ὁ Ἰησοῦς ἄν θέλει νά γίνει καλά, δέν τοῦ ἀπάντησε πώς ναί, θέλει, ἀλλά πώς δέν ἔχει ἄνθρωπο γι αὐτό. Εἶναι νομίζω πολύ συγκλονιστικό αὐτό. Μέσα στό μυαλό καί τήν καρδιά του εἶχε ἀποτυπωθεῖ μέ μεγάλα φωτεινά γράμματα: «θεραπεία=βοηθός ἄνθρωπος». Σίγουρα στό βάθος τοῦ ἐαυτοῦ του θά προσευχόταν καί θά παρακαλοῦσε τό Θεό, νά τοῦ βρεθεῖ κάποιος πού θά τόν πάρει καί θά τόν ρίξει πρώτον στά ταραγμένα νερά. Μιά προσευχή πού κράτησε τριάντα ὀκτώ χρόνια! Θέλει ὑπομονή καί καρτερία ἡ προσευχή.

Ἦλθε ὅμως ἡ ἡμέρα πού τά βάσανά του θά τελείωναν. Ἦλθε ἡ ἡμέρα πού θά βρισκόταν ὁ βοηθός ἄνθρωπος γιά νά θεραπευθεῖ. Ὁ ΘεἌνθρωπος τόν πλησιάζει καί τοῦ προσφέρει τήν ἴαση. Καί πῶς γίνεται αὐτό; Μέ ἕνα λόγο Του: «Σήκω ἐπάνω, πάρε τό κρεβάτι σου καί πήγαινε». Τόσο ἀπλά. Οἱ Ἰουδαίοι τόν εἶδαν νά κινεῖται ἔτσι καί αὐτό πού πρόσεξαν ἦταν πώς ἧταν ἡμέρα Σαββάτου καί δέν θά ἔπρεπε νά τό κάνει αὐτό! (sic).

Αὐτός τούς εἶπε πώς αὐτός πού τόν θεράπευσε τοῦ εἶπε νά κάνει καί δέν ἤξερε καί ποιός ἦταν. Ἀργότερα στό ναό ὁ παράλυτος συναντήθηκε μέ τόν Ἰησοῦ. Σίγουρα θά πῆγε νά εὐχαριστήσει τό Θεό γιά τή θεραπεία του. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἐφιστᾶ τήν προσοχή: «Κοίταξε, θεραπεύθηκες. Μήν ξαναμαρτήσεις νά μή σοῦ συμβεῖ κάτι χειρότερο». Ἐκείνος βγῆκε καί διέδωσε ὅτι ὁ Χριστός τόν θεράπευσε.

Ὅπως καταλαβαίνουμε, ἡ θεραπεία του ἔγινε διά τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτιῶν του. Τή στιγμή πού τόν θεραπεύει ὁ Χριστός δέν τοῦ λέει ὡς συνήθως: «ἀφεωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι», σίγουρα ὅμως τοῦ παρέχει τή συγχώρηση. Αὐτό εἶναι τό φάρμακο. Ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν. Πιθανόν τήν ὥρα ἐκείνη νά μήν ἤθελε νά τό πεῖ, γιά νά μή στερήσει ἔστω καί λίγο κάτι ἀπό τή χαρά τῆς θεραπείας στόν παράλυτο. Ἐπειδή ὅμως οἱ ἁμαρτίες του ἦταν ἡ αἰτία τῆς παράλυσής του, ὅταν τό συνάντησε στό ναό τοῦ ἐπεσήμανε τήν αἰτία τῆς ἀσθένειάς του, ἔτσι ὥστε νά προσέχει στό μέλλον μή τοῦ συμβεῖ τίποτε χειρότερο.  

Σίγουρα σέ ἐμᾶς ἀκούγεται κάπως παράξενο καί ὁπωσδήποτε θά ἀποροῦμε. Οἱ ἁμαρτίες, μποροῦν νά προκαλέσουν σωματική ἀσθένεια; Τό νά εἶσαι κακός ἄνθρωπος, ἁμαρτωλός μπορεῖ νά σοῦ προξενήσει ἀναπηρία; Τόσοι ἐγκληματίες, τόσοι δολοφόνοι, τόσοι ἀπατεῶνες, τόσοι ἁμαρτωλοί! Ὅλοι λίγο πολύ εἴμαστε ἁμαρτωλοί! Θά ἔπρεπε νά ἔχουμε κάποια ἀσθένεια! Πῶς γίνεται αὐτό; Οἱ ἁμαρτίες νά σέ ἀρρωσταίνουν; Ἄς θυμηθοῦμε ὅμως πόσες θεραπείες κάνει ὁ Χριστός μας, διά τῆς συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτιῶν!

Εἶναι νομίζω μία εὐκαιρία ἀγαπητοί μου ἡ σημερινή ἡμέρα, νά ποῦμε λίγα λόγια γιά τό τί εἶναι ἁμαρτία. Γιατί ἐκεῖ εἶναι τό κρίσιμο σημεῖο. Τό τί καταλαβαίνουμε ὡς ἁμαρτία καί ἄρα νά καταλάβουμε καί πῶς ἡ ἁμαρτωλότητα μπορεῖ νά φέρει π.χ. μία παραλυσία, ὅπως βλέπουμε στή σημερινή Εὐαγγελική περικοπή.

Οἱ περισσότεροι, ἄν ὄχι ὅλοι, καταλαβαίνουμε τήν ἁμαρτία ὡς παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Ἤ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι καί νόμος Του. Δημιουργοῦμε ἔτσι μέσα μας μία ἀντίληψη περί Θεοῦ, περί πίστεως, ἐπιρεαζόμενοι ἀπό τό νομικό καθεστώς πού προκύπτει ἀπό τή σχέση ἑνός δυνατοῦ μέ ἕνα ἀδύνατο. Ὁ Θεός εἶναι ὁ δυνατός, ὁ ἀναμάρτητος, ὁ ἐξουσία ἔχων καί ἐπιβάλει τό νόμο Του στούς ἀνθρώπους. Τίς δέκα ἐντολές ὅπως λέμε καί γενικότερα ἕνα σωρό ἀπαγορεύσεις καί διατάξεις. Τίς ὁποίες παρόλω πού τίς φοβόμαστε, δέν τίς τηροῦμε καί στό ἔπακρο γιά νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς. Ὅλοι, λιγότερο ἤ περισσότερο κάποια στιγμή ξεγλιστροῦμε ἀπό τό νομικό αὐτό καθεστώς καί τότε ἁμαρτάνουμε.

Μέσα ἀπό τή διαδικασία αὐτή ἀναδυκνείεται ἡ ἠθική. Δηλαδή ἕνας ὅρος-χαρακτηρισμός πού παράγει ἕνα διαχωρισμό σέ καλό καί κακό. Σέ ἠθικό καί ἀνήθικο. Σέ τίμιο καί ἄτιμο. Σέ πρέπον ἤ σέ ἄπρεπο. Σέ ἐπιτρεπτό ἤ ἀνεπίτρεπτο. Σέ θεάρεστο ἤ μή θεάρεστο. Σέ μή ἁμαρτωλό ἤ ἁμαρτωλό. Ἔτσι μοιραία δημιουργεῖται τελικά μία νομικῆς φύσεως πίστη. Ἡ ὁποία  ὑποχρεώνει ὑποταγή στό Θεῖο θέλημα, μέ τήν ἠθική νά εἶναι ὡς τό μόνο ζητούμενο καί ἐπιδιωκόμενο, ἀλλά καί αὐτό πού θά κρίνει καί θά κατατάξει τόν κάθε ἄνθρωπο. Αὐτό πού τελικά θά τόν δικαιώσει ἤ ὄχι. Τό ἄν καί πόσο ἠθικός μπορεῖ νά γίνει.

Ἀλλά μέσα ἀπό αὐτή τή διαδικασία πόσο ἠθικός μπορεῖ νά εἶναι κάποιος, ἀφοῦ μέσα σ’αὐτή ὁ,τιδήποτε ἀπολαυστικό ἀπαγορεύεται; Ἡ ἠθική ἔτσι ὅπως ὑπάρχει εἶναι ἀρκετά δύσκολο νά ἐπιτευχθεῖ. Καί ἐπειδή εἴμαστε ἀδύναμοι καί θέλουμε κάποια στιγμή καί μία ἀπόλαυση βρέ ἀδελφέ, τότε κατρακυλοῦμε στήν ἁμαρτία! Κατρακυλοῦμε; Ἡ τήρηση τοῦ νόμου δέν εἶναι ὅπως εἴπαμε εὔκολη, γι αὐτό καί κάποτε ἀπό ἀδυναμία γινόμαστε ὑποκριτές «διϋλίζοντας τόν κώνωπα καί καταπίνοντες τήν κάμηλον».

Γι αὐτό ἐδῶ ἀκριβῶς ἔχει εἰπωθεῖ καί μία φράση: «Ἀλοίμονο σ’αὐτούς πού εἶναι τίμιοι γιατί δέν μποροῦν νά εἶναι ἄτιμοι καί ἠθικοί γιατί δέν μποροῦν νά εἶναι ἀνήθικοι». Τό μήνυμα τῆς φράσεως αὐτῆς εἶναι τραγικό! Γιατί φανερώνει μία τραγωδία πού διαδραματίζεται στό βάθος τοῦ ἐαυτοῦ μας. Καί πώς αὐτό πού δείχνουμε ἐξωτερικά δέν ἀντιστοιχεῖ πάντοτε μέ αὐτό πού εἴμαστε ἐσωτερικά. Ὁ ὁρισμός τῆς ὑποκρισίας!

Ἡ ἁμαρτία ὅμως δέν εἶναι ἔννοια ἠθική, ἀλλά ὀντολογική. Δηλαδή ἡ ἁμαρτία δέν ἔχει νά κάνει μέ τό περιτύλιγμα πού εἶναι ἡ ἠθική, ἀλλά μέ τό περιεχόμενο. Τήν ὕπαρξη.  Ἡ ἁμαρτία εἶναι μία κατάσταση πού στήν πραγματικότητα δηλητηριάζει, σκοτώνει τόν ἄνθρωπο. Εἶναι μία κατάσταση ἐνάντια στή φύση του, μία «παρά φύσιν»κατάσταση. Καί τά παράγωγά της, θάνατος. .. «Τά γάρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας, θάνατος» θά γράψει ὁ ἀπ. Παῦλος στούς Ρωμαίους.

Τό ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ὀντολογική, δηλαδή θέμα ζωῆς καί θανάτου, φαίνεται ἀκόμη ἀπό τούς πρωταμαρτήσαντες πρωτοπλάστους. Τό προϊόν τῆς παραβάσεως τους θά ἦταν ὁ θάνατος καί ὄχι κάποια τιμωρία, ἀποτέλεσμα παραβάσεως τῆς ἠθικῆς ἑνός νόμου. Ἡ τιμωρία ἔχει καί διόρθωση, σωφρονισμό. Ὁ θάνατος ὅμως δέν ἔχει ἐπιστροφή. Ὁ θάνατος ἐπίσης, ὄχι ὁ αἰφνίδιος, εἶναι τό τέλος τῆς ὑγείας, ἄρα ἡ ἀσθένεια ὡς ἔλλειψη ὑγείας εἶναι μία γεύση θανάτου. Ἡ ἁμαρτία ὅπως προείπαμε εἶναι ἐνάντια στή φύση μας καί τή δηλητηριάζει. Μποροῦμε λοιπόν νά καταλάβουμε πώς ἡ διάπραξη της μπορεῖ νά προκαλέσει ἀσθένεια στήν ὕπαρξή μας. Νά τή γεμίσει μέ πνευματικά τοξικά ἀπόβλητα.

Ἐδῶ θά πρέπει νά κάνουμε μία διευκρίνηση. Ἡ ἐξ ἁμαρτίας ἀσθένεια δέν μπορεῖ νά προκληθεῖ ἀπό μία μεμονομένη πράξη, πού μπορεῖ νά γίνει καί ἀπό ἐπιρεασμό, ἀλλά ἀπό μία συνεχόμενη ἁμαρτητική διάθεση πού ὡθεῖ τόν ἄνθρωπο στήν ὑπερβολή. Στήν πλεονεξία. Στήν πλεονεξία γιά αὐτό πού σημαίνει ἡ ἴδια ἡ λέξη. Στήν ἔξη, δηλαδή στή συνήθεια τοῦ ἐπί πλέον, τοῦ παραπάνω. Στήν μή ἰκανοποίηση καί στή διάθεση γιά ὅλο περισσότερο.

Γιατί ἡ ἀνθρώπινη φύση μας ἔχει ὁρισμένες προδιαγραφές, πού προσωπικά γιά τόν καθένα εἶναι καί διαφορετικές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος διά τῆς ὑπερβολῆς παραβιάζει αὐτές τίς προδιαγραφές ἁμαρτάνει. Δηλαδή παραβιάζει τή δυναμική του καί στρέφεται ἐνάντια στόν ἐαυτό του. Κάνει κακή χρήση τῆς λειτουργικότητάς του. Δουλεύει τή μηχανή τῆς ὑπάρξώς του συνεχῶς στό τέρμα. Μοιραία κάποια στιγμή θά πάρει ὡς ἀποτέλεσμα τή ζημία, δηλαδή τήν ἀσθένεια. Ἡ ὁποία ἀνάλογα μέ τήν ἔνταση καί τή διάρκεια, μπορεῖ νά ἐπιφέρει καί τό θάνατο.

Ἀγαπητοί μου. Ὅλα ὅσα εἴπαμε μπορεῖ νά μήν εἶναι καί ἀρκετά,  θεωρῶ ὅμως ὅτι εἶναι ἰκανά νά ἐξηγήσουν στήν ἀγάπη σας, τήν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας ὡς αἰτία ἀσθένειας. Αὐτό πού θά ἤθελα νά συγκρατίσουμε εἶναι ὅτι ἡ ἀμαρτία δέν εἶναι μία μεμονομένη πράξη παράβασης ἑνός ἠθικοῦ νόμου μικρή ἤ μεγάλη, ἀλλά μία βαθύτερη διάθεση, προσανατολισμός καί στάση ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ὁποία παρόλω πού ἰκανοποιεῖ, στήν πραγματικότητα εἶναι ἐνάντια στή φύση μας καί τή φθείρει. Τήν ἐξασθενεῖ.

Ἡ ζωή, ἡ ὑγεία, εἶναι δώρα τοῦ Θεοῦ καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος δουλεύει τήν ἁμαρτία, ἀτιμάζει τά δώρα αὐτά καί αὐτοκαταστρέφεται. Ἀσθενεῖ. Γίνεται μία κατάσταση πού ὀντολογικά δέ χωράει στό Θεό, δηλαδή δέν ἔχει σωτηρία.  Γι αὐτό ἡ μόνη θεραπεία, εἶναι ἡ συγχώρηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του. Δηλαδή ἡ ἐπαναπρόσληψή του στό  φιλάνθρωπο καί ὑγιές περιβάλλον τοῦ Πανάγαθου, Πανεικτήρμονα καί Ἐλεήμονα Θεοῦ. Ἀμήν.

 




 

ΤΡΙΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ. ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ. Η ΤΕΛΕΙΑ ΑΓΑΠΗ, ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΕΡΩΤΑ.

 

 

ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/ovsulniux6hk/o-h-te

 

 Ἐπὶ τὸν τάφον σου Σωτήρ, αἱ Μυροφόροι πορευόμεναι, πρὸς ἑαυτὰς διηπόρουν τῷ νοΐ, καὶ ἐφθέγγοντο.... Kαθώς οἱ Μυροφόρες πήγαιναν πρός τόν τάφο σου Σωτήρ σκεφτόντουσαν καί μελετοῦσαν... Τίς ἡμῖν τὸν λίθον ἀποκυλίσει τοῦ μνήματος;.... Ποιός θά μετακινήσει τόν βράχο πού κλείνει τό μνῆμα;... Καὶ ἀναβλέψασαι, ὁρῶσιν ὅτι ὁ λίθος ἀποκεκύλισται,... Καί ὅταν ἔφτασαν εἶδαν  ὅτι ὁ βράχος εἶχε μετακινηθεῖ,... τῇ μορφῇ δὲ τοῦ Ἀγγέλου σὺν τῇ στολῇ ἐθαμβοῦντο, συνείχοντο δὲ τρόμῳ, καὶ φεύγειν ἐνόμιζον,.... καί βλέποντας τόν Ἄγγελο μέ τή λαμπρή στολή θαύμασαν καί τρόμαξαν μαζί καί σκεφτόντουσαν νά φύγουν,... καὶ πρὸς αὐτὰς ὁ νεανίσκος ἐβόησε. Μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς, ὃν ζητεῖτε, ἀνέστη,.... ὅμως ὁ Ἄγγελος τίς φώναξε. Μή φοβᾶσθε, αὐτόν πού ζητᾶτε ἀναστήθηκε,... δεῦτε, ἴδετε τὸν τόπον, ὅπου ἔκειτο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι, ἀπαγγείλατε τοῖς Μαθηταῖς· ὁ Σωτὴρ ἐξανέστη τοῦ μνήματος.... ἐλᾶτε, δεῖτε τό σημείο πού ἦταν τό σῶμα Του, καί γρήγορα πηγαίνετε νά πεῖτε στούς Μαθητές Του· ὁ Σωτῆρας τοῦ κόσμου ἀναστήθηκε ἀπό τό μνῆμα.

Μία ἡμέρα σάν τή σημερινή ἀγαπητοί μου, τρίτη Κυριακή ἀπό τοῦ Πᾶσχα, Κυριακή τῶν Μυροφόρων, δέν μποροῦν ἡ καρδιά καί τό μυαλό μας νά μήν μᾶς πᾶνε στό παρελθόν καί στά γεγονότα πού ἐπακολούθησαν τό πᾶθος τοῦ Χριστοῦ μας. Ὁ Διδάσκαλος, ὁ Ἀρχηγός, ὁ Ἐμψυχωτής τῶν μαθητῶν καί ὅλων ὅσων Τόν εἶχαν ἀκολουθήσει, μέ τή θυσία Του εἶχε φύγει ἀπό κοντά τους καί ἦταν πλέον ἀπροστάτευτοι καί ἐκτεθιμένοι στό μίσος τῶν Ἐβραίων. Γι αὐτό κι ὅπως ξέρουμε ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο ἦσαν συνεχῶς κρυμένοι στό ὑπερῶο τῶν Ἰεροσολύμων «διά τῶν φόβον τῶν Ἰουδαίων».

Ὁ φόβος εἶχε κυριαρχήσει στήν καρδιά τῶν μαθητῶν. Φοβόντουσαν γιά τή ζωή τους καί ἴσως ἀπό τό μυαλό τους νά περνοῦσαν σκέψεις φυγῆς καί ἀποστασιοποίησης ἀκόμη ἀπό τήν προηγούμενη τρίχρονη ζωή τους μέ τό Χριστό. Ὡστόσο ὅμως κάποια πράγματα ἔπρεπε νά γίνουν, ὅπως ἡ περιποίηση τοῦ σώματος τοῦ Ἰησοῦ κατά τά ταφικά ἔθιμα τῆς ἐποχῆς. Αὐτό βέβαια εἶναι περισσότερο γυναικεία δουλειά. Ἀλλά οἱ γυναίκες ὡς τό ἀδύναμο φῦλο, πῶς νά κινηθοῦν πρός αὐτά; Ἐδῶ οἱ ἄντρες φοβόντουσαν! Οἱ γυναίκες; Μέ τί θᾶρρος νά πᾶνε στό μνῆμα γιά νά περιποιηθοῦν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Νά φανερωθοῦν ὡς μαθήτριες κι αὐτές καί νά βάλουν σέ κίνδυνο τή ζωή τους;

Ἐδῶ ἀκριβῶς θά πρέπει νά ποῦμε πῶς στό θέμα αὐτό, τοῦ θάρους, τῆς τόλμης, προηγήθηκαν δύο ἄνδρες. Δύο κρυφοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ μας, ὁ Νικόδημος καί ὁ Ἰωσήφ, οἱ ὁποίοι μάλιστα ἦταν ἄρχοντες καί μέλη τοῦ συνεδρίου τῶν Ἰουδαίων καί μαζί μέ τίς Μυροφόρες τιμοῦνται σήμερα καί αὐτοί. Ὁ Νικόδημος ἦταν αὐτός πού προσπάθησε νά ὑπερασπισθεῖ τόν Ἰησοῦ καί νά ἀποτρέψει τή θανατική ποινή πού ἐτοίμαζαν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι. Αὐτοί λοιπόν οἱ δύο, μέ ποιό θαραλέο τόν Ἰωσήφ ὅπως μᾶς ἀφηγεῖται ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή, τόλμησαν τό ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς νά πᾶνε στόν Πιλάτο καί νά ζητήσουν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ πρός ἐνταφιασμό.

Ἀφοῦ πῆραν τήν ἄδεια, ἀγόρασαν τά ἀπαραίτητα ὑλικά καί πήγανε στόν Γολγοθᾶ. Κατέβασαν τό Χριστό ἀπό τό σταυρό, περιποιήθηκαν τό σῶμα Του, τό τύλιξαν μέ καινούριο καθαρό σεντόνι καί τό ἐνταφίασαν σέ τάφο πού δέν εἶχε μπεῖ ἄλλο νεκρό σῶμα καί ἦταν ὁ τάφος πού εἶχε ἐτοιμάσει ὁ Ἰωσήφ γιά τόν ἐαυτό του. Οἱ δύο μαζί, κύλισαν στήν εἴσοδό του τή μεγάλη καί βαριά πέτρα-βράχο καί ἀσφάλησαν τό σῶμα τοῦ Δασκάλου, ἔτσι ὥστε νά μήν εἶναι εὔκολο νά συληθεῖ καί ἀτιμασθεῖ ἀπό τούς διῶκτες Του.

Αὐτό πού ἔκαναν δέν ἦταν καθόλου ἀπλό καί εὔκολο. Ἔβαλαν σέ κίνδυνο τό περισσότερο τή ζωή τους καί τό λιγότερο τή θέση καί τό ἀξίωμά τους στήν Ἰουδαϊκή κοινωνία. Ρισκάρισαν καί ἀνοίχτηκαν στήν περιπέτεια, στόν κίνδυνο, στόν ὁποίο ἐξέθεσαν καί τούς οἰκείους τους. Γνωρίζουμε καί πάλι ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο, πώς οἱ Ἰουδαῖοι ἤθελαν νά φονεύσουν καί τόν ἀναστημένο Λάζαρο, γιατί ἦταν ἀπόδειξη τῆς Θείας δυνάμεως τοῦ Χριστοῦ. Αὐτούς θά ἀφήνανε νά ζήσουν; Πραγματικά ἡ κίνηση αὐτή τῶν δύο ἀνδρῶν ἦταν ἀποκοτιά!

Τήν ἀποκοτιά αὐτήν ὅμως τή συνέχισαν οἱ Μυροφόρες γυναίκες. Οἱ ὁποίες εἶχαν ἀκολουθήσει τούς δύο κρυφούς μαθητές, τούς βοήθησαν στό Γολγοθᾶ καί εἶδαν ποῦ ἐνταφίασαν τό ἅγιο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτές λοιπόν πῆγαν τήν ἀποκοτιά αὐτήν ἕνα ἐπίπεδο παραπάνω. Τήν ἄλλη ἡμέρα «ὄρθρου βαθέως», δηλαδή νύκτα ἀκόμη κίνησαν νά πᾶνε στό μνῆμα γιά νά κάνουν τά ταφικά ἔθιμα τῆς περιποίησης τοῦ σώματος τοῦ Ἰησοῦ.

Δέν τίς προβλημάτιζαν οὔτε τό σκοτάδι, οὔτε ἡ φανέρωση τους ὡς μαθήτριες τοῦ Χριστοῦ, οὔτε οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες πού φύλαγαν τό μνῆμα καί ὡς ξένοι καί κατακτητές θά μποροῦσαν νά τίς κάνουν ζημιά. Τό μόνο πού τίς προβλημάτιζε ἦταν τό πῶς θά μπορέσουν νά κυλίσουν τή μεγάλη πέτρα ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνήματος, γιά νά μπορέσουν νά περιποιηθοῦν τό σῶμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Ἀλήθεια, ἄραγε, ἦταν τόσο σίγουρες πώς θά τά καταφέρουν;

Ποιά δύναμη; Ποιό κίνητρο; Ποιά αἰτία ἦταν αὐτή πού τίς ὥθησε νά ρισκάρουν κι αὐτές ὅπως οἱ κρυφοί μαθητές Νικόδημος καί Ἰωσήφ καί νά ἐκτεθοῦν στόν κίνδυνο καί τήν περιπέτεια; Θά μποροῦσαν σίγουρα νά πᾶνε σέ συνενόηση μέ τούς δύο προαναφερθέντες καί ἔτσι νά ἦταν ποιό ἀσφαλεῖς ἀλλά καί νά μήν ἔχουν τό ἄγχος καί τήν ἀγωνία γιά τό πῶς θά μπορέσουν νά κάνουν αὐτό γιά τό ὁποίο πηγαίνουν. Πῶς ἐξηγεῖται αὐτό, ἀπό τή μία νά φοβᾶται κάποιος κι ἀπό τήν ἄλλη νά τολμᾶ αὐτό πού φοβᾶται;

Ἡ ἀπάντηση ἀγαπητοί μου στόν προαναφερθέντα προβληματισμό εἶναι μία λέξη: Ἀγάπη ! Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ αἰτία πού κάνει τελικά τούς δύο ἄνδρες ἀλλά καί τίς Μυροφόρες νά ἐπιχειρίσουν  αὐτό, πού ἀπό μόνο του ἀποτρέπει κάθε προσπάθεια. Ἡ Ἀγάπη. Ποιά ἀγάπη ὅμως; Αὐτό τό ἰδιοτελές καί ἄρρωστο συναίσθημα πού λιγότερο ἤ περισσότερο, ζοῦμε καί ἐνεργοῦμε κι ἐμεῖς σήμερα;

Αὐτό τό αἴσθημα πού στήν πραγματικότητα ὁδηγεῖ τόν ἀγαπόντα νά μή βλέπει τόν ἀγαπόμενο στά μάτια, ἀλλά στά χέρια; Μά θά μοῦ πεῖτε: «Αὐτόν πού ἀγαπᾶς τόν κοιτάζεις πάντα στά μάτια». Δέν θά διαφωνήσω, ἀλλά θά ρωτήσω: «Παρόλῳ πού τόν βλέπεις στά μάτια, τί βλέπεις πραγματικά. Τόν ἄλλον ὡς πρόσωπο, γιά νά τόν ἀγαπήσεις γι αὐτό πού εἶναι; Ἤ βλέποντάς τον τόν κάνεις ἕνα εἴδωλο τοῦ ἐαυτοῦ σου καί τελικά τόν ἀγαπᾶς μέ ἕνα τρόπο πού εἶναι στήν πραγματικότητα ἰδεοποίηση τοῦ ἐαυτοῦ σου; Γι αὐτό μόλις κάνει κάτι πού ἐσύ δέ ἀρέσεις, εἶσαι ἔτοιμος νά τόν ἀπορίψεις καί ἴσως καί νά ἀπομακρυνθεῖς;»

Ὄχι αὐτή ἡ ἀγάπη, ἀλλά ἡ ἀγάπη ἡ τέλεια.Ἡ ἀγάπη πού ὑπερβαίνει τά στενά ὅρια τῆς ὑποκειμενικότητας καί ἀνοίγεται στήν ὑπαρξιακή ἀντάμωση μέ τόν ἄλλο. Ἡ τέλεια ἀγάπη πού ὅπως σημειώνεται καί στήν πρώτη Καθολική ἐπιστολή τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου νικᾶ, βγάζει ἔξω τό φόβο: «...φόβος οὔκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπη, ἀλλ΄ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλει τόν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δέ φοβούμενος οὔ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ». ... Ὅποιος φοβᾶται ζεῖ κόλαση  καί δέν εἶναι τέλειος στήν ἀγάπη...

Μέ αὐτή τήν ἀγάπη μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Θεός! Γι αὐτό καί πάντα μᾶς συγχωρεῖ! Γιατί μᾶς ἀγαπάει τέλεια, πραγματικά. Γιατί ὁ Θεός δέν ἔχει, δέν γνωρίζει φόβο. Ἀγαπᾶ μέ ἕναν τρόπο θυσιαστικό καί χωρίς προϋποθέσεις. Μᾶς ἀγαπᾶ ὡς ὑπάρξεις καί ὄχι ὡς ἀντικείμενα. Ξέρει πώς μαζί μας πάντα θά εἶναι χαμένος, ἀλλά μᾶς ἀγαπᾶ. Παρόλη τήν ἁμαρτωλότητα καί ἀναξιότητά μας. Μᾶς ἀγαπᾶ καί δέν ζητάει νά πάρει ἀπό ἐμᾶς ἀλλά ἀντιθέτως θέλει νά μᾶς δώσει. Νά μᾶς δώσει ὅ,τι πολυτιμότερο μπορεῖ νά πάρει ὁ ἄνθρωπος στόν κόσμο αὐτόν. Αὐτόν τόν Ἴδιο. Τή θεότητά Του. Τήν συγχώρεσή Του. Τήν κληρονομία τῆς Βασιλείας Του.

Αὐτό κάνει καί αὐτό τοῦ «στοιχίζει» ἕνα σταυρό. Γιατί ἡ ἀγάπη Του εἶναι τέλεια καί ἡ τέλεια ἀγάπη εἶναι καί σταυρός. Αὐτός πού ἀγαπᾶ τέλεια, εἶναι ἔτοιμος καί νά χάσει τή ζωή του γιά ὅ,τι ἀγαπᾶ! Αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ἀληθινός, ὁ πραγματικός ἔρωτας! Καί ὄχι αὐτή ἡ διαστρεβλωμένη καί νευρωτική εἰδωλοποίηση καί ἀποθέωση τοῦ σώματος, πού ἀντικειμενοποιεῖ τόν ἄνθρωπο καί ἀπό πρόσωπο τόν κάνει ἐργαλείο.

Αὐτήν τή ἀγάπη-ἔρωτα, τήν τέλεια ἀγάπη πού δέ γνωρίζει φόβο, εἶχαν καί οἱ δύο μαθητές ἀλλά καί οἱ Μυροφόρες τῆς σημερινῆς Κυριακῆς: «...ἀγαπήσασαι γυναῖκες πάνσεμνοι, τά τερπνά τοῦ βίου εἰς οὐδέν ἐλλογίσαντο...τῆς αὐτοῦ καί μόνης, ἐρωτικῶς ἐπιθυμοῦσαι ἀγλαΐας καί θείας ἐλλάμψεως» ( Κανόνας Κυριακῆς Ἁγίων Πάντων).  Αὐτή ἡ ἀγάπη ἦταν ἡ δύναμη πού τούς ὥθησε νά ὑπερβοῦν τό φόβο καί νά ἐκτεθοῦν στόν κίνδυνο. Αὐτή ἡ ἀγάπη τούς ἔκανε νά νοιώσουν κι αὐτοί σταυρωμένοι καί ὡς νεκροί, ἀλλά ζῶντες μέ καί γιά τό Χριστό, νά κάνουν πράξη αὐτό πού ὅριζε ἡ ἀγάπη τους. Αὐτή ἡ ἀγάπη, ἡ τέλεια, εἶναι αὐτή πού θά μᾶς κρίνει ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα μας.... Ἄς παρακαλέσουμε τό Χριστό νά τήν ἀποκτήσουμε ὅσο εἴμαστε ἐν τῇ ζωῇ...

 

 

 

 

 

Κοινωνία – πανδημία – Εκκλησία π. Νικόλαος Λουδοβίκος

 



"Να το πω απλά: Σήμερα, στην Θεσσαλονίκη όπου βρίσκομαι, μπορεί κανείς να πάρει τον καφέ του από χίλια διαφορετικά σημεία, να βολτάρει σε αμέτρητους δρόμους, κάποιοι από τους οποίους είναι συνεχώς ασφυκτικά γεμάτοι από ανθρώπους που σκουντιούνται κυριολεκτικά μεταξύ τους, να στοιβαχτεί μαζί με εκατοντάδες άλλους στα supermarkets – αρκεί να μην επιχειρήσει μια ελάχιστη έστω σύναξη με νόημα που παραπέμπει σε κάτι που βρίσκεται πέρα και έξω από τις επιτρεπόμενες από το κράτος ανάγκες του ανθρώπου."

Ερώτηση: Η εκκλησία μέχρις στιγμής, από την εμφάνιση της πανδημία μέχρι και τώρα, έχει δεχτεί ένα καίριο πλήγμα. Τρεις μεγάλες εκκλησιαστικές γιορτές, το Πάσχα, ο Δεκαπενταύγουστος και τα Χριστούγεννα δεν εορτάστηκαν. Θεωρείτε ότι υπάρχει ένας κατά μέτωπο πόλεμος από την πολιτεία προς την εκκλησία;

Απάντηση: Όχι, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος κατά μέτωπο πόλεμος, αφού η απαγόρευση ισχύει για τις συνάξεις όλων των θρησκειών.

Ωστόσο, αυτού του είδους οι απαγορεύσεις , όταν ιδίως είναι τόσο επιθετικά απόλυτες, την στιγμή μάλιστα που κάποιες άλλες συνάξεις κατ’ ουσίαν αμνηστεύονται, σημαίνουν κάτι για την κοινωνία που τις ανέχεται και εκείνους που τις επιβάλλουν. Σημαίνουν, για τις πολιτικές αυτές, την ενδοϊστορική αποκλειστικά αυτο-δικαίωσή τους, χωρίς καμμιά δηλαδή ανάγκη εξωτερικής αναφορικότητας που θα είχε, εξίσου ή και περισσότερο, νόημα για την ζωή και την ύπαρξη – και αυτό αποτελεί άλλωστε γενικότερη τάση της νεωτερικής πολιτικής φιλοσοφίας.

Να το πω απλά: Σήμερα, στην Θεσσαλονίκη όπου βρίσκομαι, μπορεί κανείς να πάρει τον καφέ του από χίλια διαφορετικά σημεία, να βολτάρει σε αμέτρητους δρόμους, κάποιοι από τους οποίους είναι συνεχώς ασφυκτικά γεμάτοι από ανθρώπους που σκουντιούνται κυριολεκτικά μεταξύ τους, να στοιβαχτεί μαζί με εκατοντάδες άλλους στα supermarkets – αρκεί να μην επιχειρήσει μια ελάχιστη έστω σύναξη με νόημα που παραπέμπει σε κάτι που βρίσκεται πέρα και έξω από τις επιτρεπόμενες από το κράτος ανάγκες του ανθρώπου.

Μεταξύ αυτών των αναγκών, ευρίσκεται και η επίσκεψη σε μίαν εκκλησία, η οποία όμως θεωρείται πως εξ ορισμού μολύνει. Εάν ήταν όμως έτσι, με πάντα κλειστές τις εκκλησίες εδώ και μήνες, τα κρούσματα θα έπρεπε να είχαν μηδενιστεί. Αντίθετα, τα κρούσματα κορυφώθηκαν με τις εκκλησίες κλειδωμένες. Να θυμίσω επιπλέον πως από επιφανείς κοινωνιολόγους έχει επισημανθεί από παλαιότερα (ας αναφέρω μόνον τον HansFreyer) πως αυτού του είδους η καταναγκαστική υπαγόρευση των επιτρεπόμενων αναγκών από το κράτος, και μάλιστα περιοριζόμενων στην στενά βιολογική σφαίρα, είναι χαρακτηριστικό μιας νοοτροπίας που υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να εκβάλει, αργά ή γρήγορα, στον Ολοκληρωτισμό.

Όσο και αν κάποιος από τους κυβερνητικούς εκπροσώπους, ακούγοντας τα παραπάνω, θα διερρήγνυε τα ιμάτιά του αντιτείνοντας πως τα εν λόγω μέτρα τα επιβάλλει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δεν παύουν οι συγκεκριμένες επιλογές να φανερώνουν και αξιολογικές κλίμακες και τρόπους ερμηνείας της πραγματικότητας από μέρους των κοινωνιών και των πολιτικών.



Ερώτηση: Υπάρχει γενικότερα αυτό που ακούγεται ως «αντιεκκλησιαστικό μένος»; Για παράδειγμα είδαμε τις αστυνομικές αρχές να επιδίδουν πρόστιμα και να συλλαμβάνουν ιερείς επειδή η πόρτα του ναού δεν ήταν κλειδωμένη κατά την διάρκεια τελέσεως της Θείας Λειτουργίας. Αλλά και πριν την πανδημία, στον τομέα της παιδείας για παράδειγμα, οι εβδομαδιαίοι εκκλησιασμοί καταργήθηκαν και υπάρχουν και τώρα προσπάθειες, πέραν από την απαλλαγή στο μάθημα των θρησκευτικών, να ισχύσει ακόμα και η κατάργησή του.

Απάντηση: Υπάρχει ένα τραγικό τραύμα πίσω από τον ανάπηρο και σχεδόν μανιοκαταθλιπτικό Νεοελληνικό εκσυγχρονισμό, το οποίο προσπαθώ να περιγράψω, μεταξύ άλλων, στο τελευταίο μου βιβλίο με τίτλο «Η Ανοικτή Ιστορία και οι Εχθροί της: Η Άνοδος του Βελούδινου Ολοκληρωτισμού», που βγήκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αρμός. Ένα σημαντικό μέρος των διανοουμένων και των δημοσιογράφων στον τόπο αυτό, στα πλαίσια αυτής της γενικευμένης αυτο-καθαίρεσης που στην Ελλάδα καλείται εκσυγχρονισμός, με την βαθύτατα μεταπρατική και νεο-αποικιακή τους κουλτούρα, βγάζουν ένα πραγματικό μένος για την Ορθόδοξη Εκκλησία, την οποία, όπως φαίνεται από τα γραφόμενά τους, γνωρίζουν όσο περίπου γνωρίζουν τον Σιντοϊσμό ή την θρησκεία των Αυστραλών Αβοριγίνων – αν και γι’ αυτό το τελευταίο φταίει και η σχετική αφασία κάποιων επισήμων εκπροσώπων της Εκκλησίας.



Ερώτηση: Πώς κρίνετε μέχρι τώρα την στάση της εκκλησίας (του κλήρου);Παρατηρούμε μία δυσαρμονία στις απόψεις του κλήρου, όταν συναντάμε από την μία ενέργειες αντίθετες των μέτρων και από την άλλη παθητική στάση. Ποια πιστεύετε ότι θα ήταν η ορθή στάση;

Απάντηση: Θεωρώ γενικά, πως η Εκκλησία έχασε άλλη μια ιστορική ευκαιρία να προσφέρει στην δημόσια συζήτηση ορίζοντες πνευματικούς και υπαρξιακούς, με αφορμή τα οριακά ερωτήματα για το νόημα και τον σκοπό της ζωής που αναπόφευκτα γεννά η πανδημία.

Από την μια λοιπόν είδαμε μια ανόητη άρνηση της πραγματικότητας του κορονοϊού, μαζί με μια αδιάκριτη πεποίθηση στην αναγκαστική βοήθεια του Θεού, χωρίς καμιά δική μας συν-εργητική προφύλαξη (αν και οι αρνητές έχουν ποικίλη ιδεολογική προέλευση και δεν ανήκουν, οι περισσότεροι ίσως, στον εκκλησιαστικό χώρο) και από την άλλη, ιερείς, θεολόγους και ιεράρχες να υπερμαχούν κάποιων υπερβολικών κυβερνητικών απαγορεύσεων, εξίσου ακρίτως ωρυόμενοι ενάντια στην απολύτως φυσιολογική ανάγκη των Χριστιανών για κάποια στοιχειώδη έστω επαφή με τα εκκλησιαστικά Μυστήρια, θεωρώντας τους όλους συλλήβδην ως φονταμενταλιστές και απειθείς, και μάλιστα (άκουσον, άκουσον!) ως και «ατομιστές», όταν εύρισκαν τρόπον άπαξ να κοινωνήσουν.

Η πανδημία αφήνει πίσω της αποκαλυπτικά σημεία λαλίστατης αθεολογησίας που θα πρέπει να μας προβληματίσουν.



Ερώτηση: Η εκκλησία παρέχει κοινωνικό έργο σε πολλούς τομείς, όπως είναι τα συσσίτια των ενοριών. Τώρα που έκλεισαν οι ναοί τι έχουν απογίνει οι άνθρωποι που σιτίζονταν από τα συσσίτια, έχει βρεθεί κάποια λύση;

Απάντηση: Από ό,τι γνωρίζω όλα αυτά τα πράγματα έχουν σχεδόν διακοπεί μέσα στον γενικό τρόμο – αν κάπου συνεχίζονται αυτό θα ήταν αληθινός ηρωισμός.





Ερώτηση: Μια σημαντικότατη προσφορά της εκκλησίας είναι η εξομολόγηση και η πνευματική στήριξη των ασθενών στα νοσοκομεία. Η δραστηριότητα αυτή έχει διακοπεί. Πώς το σχολιάζετε, τι θα έπρεπε να γίνει, πόσο απαραίτητη είναι μια τέτοια δράση;

Απάντηση: Αυτήν τη στιγμή οι πάσχοντες από κορονοϊό στερούνται παντελώς του συνταγματικού τους δικαιώματος για έναν ανθρώπινο θάνατο, δηλαδή πνευματικής βοήθειας καθώς και των Μυστηρίων της Εκκλησίας, τα οποία διακαώς αποζητούν στη δύσκολη κατάσταση που ευρίσκονται.

Αλλά και χιλιάδες άλλοι άνθρωποι στερούνται της άμεσης πνευματικής στήριξης της Εκκλησίας την οποία επίσης αποζητούν – ευτυχώς που τα ηλεκτρονικά μέσα επιλύουν ένα μέρος του προβλήματος.

Αρκετοί πολιτικοί μας, εν παρενθέσει, φαίνεται σαν να έχουν για την Εκκλησία, την ανόητη άποψη των αρχών του (αφελούς) Διαφωτισμού – μαγικές τελετουργίες, αυθαίρετος νομικισμός και φαντασιώδης μεταφυσική, ενώ τίποτε από αυτά δεν εκπροσωπεί το εκκλησιαστικό γεγονός – και δεν γνωρίζουν συνήθως τίποτε ούτε για την πραγματική θεολογία και ανθρωπολογία της, ούτε για το τεράστιο πνευματικό έργο που συνολικά επιτελεί.



Ερώτηση: Ένα από τα μείζονα θέματα που ανέκυψαν είναι ο ενδεχόμενος κίνδυνος μετάδοσης του ιού από την Θεία Κοινωνία. Μέχρι στιγμής, πιστοί και άπιστοι, έχουν εκφράσει την άποψη τους. Χρησιμοποιήθηκαν μάλιστα ιστορικά παραδείγματα, όπως η επιδημία πανώλης, στην οποία αναφέρεται ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Ποια είναι η αλήθεια τελικά;

Απάντηση: Στο βιβλίο μου που ανέφερα παραπάνω υπάρχει, ως παράρτημα, ένα κεφάλαιο για την θεολογία της Εκκλησίας περί της Θείας Κοινωνίας και είναι αδύνατο να μεταφέρω τα θεολογικά επιχειρήματα εδώ – και πάλι η ευτυχής αγνωσία πολλών είπε διάφορα.

Εν συντομία, η θεολογία και η εμπειρία της Εκκλησίας, καθώς και όλων των ιερέων της, εμού συμπεριλαμβανομένου, είναι πως η παρούσα άκτιστη και θεία χάρη της μεταβολής των δώρων σε σώμα και αίμα Χριστού δεν επιτρέπει στους πάσης φύσεως ιούς κ.λ.π, παρά το ότι πιθανώς, μετά την μετάληψη ασθενών, ευρίσκονται μέσα στο Άγιο Ποτήριο, να δράσουν βλαπτικά για τους εν συνεχεία κοινωνούντες.

Είναι παράδοξο πως μια τέτοια συλλογική δήλωση τόσων χιλιάδων ανθρώπων, οι οποίοι μάλιστα αποδεικνύουν την πεποίθησή τους αυτή με την καθημερινή πρακτική τους, εξοβελίζεται πανεύκολα από αυτούς που έχουν δεκαετίες να κοινωνήσουν.

Τους κατανοώ κάπως, διότι και εγώ κάποτε, όταν ευρισκόμουν εκτός Εκκλησίας, ως άθεος, είχα την ίδια εντύπωση, αλλά πρέπει να προσεγγίσουν την πείρα της Εκκλησίας για να έχουν έγκυρη γνώμη. Με ανοικτές τις εκκλησίες από τις 17 Μαϊου, οπότε και προσήλθαν χιλιάδες για να κοινωνήσουν για το Πάσχα, τα κρούσματα θα είχαν φθάσει τις δεκάδες χιλιάδες μέχρι το τέλος Οκτωβρίου.

Παρά ταύτα, τα κρούσματα ανήλθαν κατακόρυφα όταν η Θεία Κοινωνία είχε, εβδομάδες πριν, απαγορευθεί. Ας μην ξεχνούμε, επιπλέον, πως όταν ο Χριστός, ιδρύοντας το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας κατά το Μυστικό λεγόμενο Δείπνο, μετέδωσε το Ποτήριο του οίνου ευλογώντας το στους Μαθητές, δεν έχυσε από αυτό στα υπάρχοντα ενώπιον τους ποτήρια του καθενός, (και τότε υπήρχαν μολυσματικές ασθένειες!), αλλά επέμενε να πιούν όλοι από το δικό του, κάτι που έχει την εκκλησιολογική σημασία του.

Αυτήν ακριβώς την πρακτική, ακολούθησε και η Εκκλησία τουλάχιστον για δέκα αιώνες, και την συνέχισε, με ανάλογο τρόπο, με την χρήση της λαβίδας, παρά το γεγονός πως η μετάδοση ασθενειών μέσου του σιέλου ήταν κάτι γνωστό από την εποχή του Ιπποκράτη.

Άραγε, το έκανε αυτό από ανόητη αδιαφορία για την επιστήμη ή από εμπειρία ενός συνεχιζόμενου θαύματος, ενός δηλαδή γεγονότος πραγματικής σχέσης με τον Χριστό, με τους δικούς του όρους;

Επιτρέπεται όμως πια σήμερα, από το σύγχρονο lifestyle, στον Χριστό να σχετίζεται με τον άνθρωπο και την κτίση με τους δικούς του όρους (και όχι με τους όρους μιας à lacarte άπρακτης ψευδο-πνευματικότητας) και να μεταβάλλει το πραγματικό κατά βούληση;



Ερώτηση: Γνωρίζω ότι έχετε επαφή με το εξωτερικό. Ποια είναι η στάση των εκεί τοπικών εκκλησιών απέναντι στην πανδημία και πώς αντιμετωπίζονται από την πολιτεία;

Απάντηση: Και στη Αμερική και στην Ευρώπη, μετά μάλιστα από παρεμβάσεις δικαστικές, τηρείται σήμερα η αρχή της αναλογικότητας ως προς την προσέλευση των πιστών στις εκκλησίες.

Στην Αμερική οι εκκλησίες επιτρέπεται να φιλοξενούν καθημερινώς (και όχι μόνον τα Χριστούγεννα) μέχρι το 25% της χωρητικότητάς τους, ενώ στην Ευρώπη ακόμη περισσότερους, αναλογικά πάντοτε.

Η αιτία για την στάση αυτή εικάζω ότι είναι πιθανώς συν τοις άλλοις και το ότι από πολλούς στη Δύση σήμερα είναι κατανοητό πως η πίστη, καθαιρώντας το στρες και ενισχύοντας το ανοσοποιητικό, είναι στην κυριολεξία και παράγοντας υγείας – όχι υπό την έννοια κάποιας μαγικής ανοσίας φυσικά, αλλά υπό την έννοια μιας πολύτιμης βοήθειας προς την κατεύθυνση της ανάρρωσης, ή και της βοήθειάς της, κάποτε, προς μη νόσηση.

Η Ελλάδα τηρεί την πιο απαγορευτική στάση – το παράδοξο είναι πως η ιθύνουσα Εκκλησία δεν φαίνεται να ενοχλείται και πολύ.



Ερώτηση: Πατέρα Νικόλαε, είστε καθηγητής της Ορθόδοξης Δογματικής και συγχρόνως ένας άνθρωπος που είχε την τύχη να μαθητεύσει κοντά σε σύγχρονους Αγίους όπως ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης και ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης. Αν οι Άγιοι αυτοί ζούσαν σήμερα, τι θα έλεγαν στους πιστούς; Ποιόν τρόπο θα πρότειναν προκειμένου να αντιμετωπίσουμε όλα όσα μας προξενεί η πανδημία;

Απάντηση: Θα μας έλεγαν ίσως πως, καταρχάς, και η υγεία αλλά και η ασθένεια και ο ίδιος ο θάνατος μπορούν να μεταβληθούν σε αιώνια γιορτή εν Χριστώ. Θα μας έλεγαν ίσως επίσης πως εν Θεώ δεν υπάρχει τραγωδία, αλλά υπάρχει μόνον η βαθιά λογικότητα της προσωπικής σχέσης μαζί του που εξομαλύνει τα πάντα προς το πνευματικό συμφέρον του ανθρώπου, το οποίο είναι η πρόοδός του στον αγιασμό και την μετοχή στη σοφία του Θεού.

Δεν νομίζω πως θα μας απέτρεπαν από τις προφυλάξεις, αλλά θα μας υπεδείκνυαν πως η ανθρώπινη ζωή είναι εντέλει στα χέρια του Θεού και πως σκοπός της είναι η αφθαρσία της ένωσης μαζί του, μια ένωση που αρχίζει από την ζωή αυτή.

Είναι άλλωστε ακριβώς, για τον λόγο αυτό που η ψυχοβιολογική αυτή ζωή έχει ήδη αξία και αξίζει να παρατείνεται: επειδή δηλαδή, κατά τον λόγο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, το σώμα έχει πνευματικότητα, έχει δηλαδή «ενσημαινομένας πνευματικάς διαθέσεις» και συνεπώς ο άνθρωπος μπορεί και ποθεί να μετάσχει στη ζωή και την αλήθεια του Θεού ήδη από τώρα, «με μια ψυχή και ένα σώμα», κατά τον λόγο του Ρεμπώ, άνευ του οποίου σώματος «άνθρωπος ού καλείται».

Σκεφθείτε, πως εάν ήμασταν Πλατωνικοί ή Ινδουϊστές, η απαλλαγή από το σώμα με τον θάνατο θα θεωρούνταν περίπου ως ευεργεσία…

Αποκλειστική Συνέντευξη στην Ειρήνη Καρύδη

πηγή: Αντίφωνο