ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΟΥ ΖΑΚΧΑΙΟΥ. Ἤ ΑΛΛΙΩΣ, Η ΑΓΩΝΙΑ ΜΙΑΣ ΨΥΧΗΣ.

 




          Ὁ Χριστός μας ἀγαπητοί μου, εἶχε δηλώσει κατηγορηματικά πολλές φορές στούς ἀκούοντάς Τον, πώς οἱ πόρνες καί οἱ τελώνες δείχνουν τό δρόμο πρός τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Αὐτό δέν ἦταν καθόλου, μά καθόλου εὔκολο καί ἀπλό γιά νά εἰπωθεῖ στήν ἐποχή Του καί στό κοινωνικό περιβάλλον τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ. Γιατί σέ ἕνα τέτοιο περιβάλλον ὅπου ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἶχε δωθεῖ στόν Μωυσῆ, ἦταν ὁ ρυθμιστής τῶν πάντων, κάθε ἀσχολία καί κάθε ἐνέργεια πού δέν τηροῦσε τά διατεταγμένα, ἦταν ἐν τῇ γεννέσῃ της ἁμαρτωλή καί καταδικαστέα. Ξεσήκωνε ἐπίσης τό θυμό γιά ἐκδίκηση. Εἶχε δέ πάντοτε συνοδεία τήν ἀπαξίωση καί τόν ὀνειδισμό.  

          Ὁ τελώνης ἰδικότερα τήν ἐποχή ἐκείνη ἦταν ὁ ἀντιπροσωπευτικός τῦπος τοῦ διεφθαρμένου ἀνθρώπου, ἀκόμη καί ἐκτός Ἰσραήλ. Οἱ Ρωμαῖοι Κικέρων, Λίβιος καί Τάκιτος κατατάσουν τόν τελώνη μεταξύ τῶν χυδαίων ἐπαγγελμάτων. Στό Ταλμούδ τριάντα ἐπαγγέλματα ἤ ἀπασχολήσεις χαρακτηρίζονται ἁμαρτωλά. Ὡς τά δύο ἁμαρτωλότερα θεωροῦνται ὁ ληστής καί ὁ τελώνης. Οἱ τελῶνες δέν εἶχαν τό δικαίωμα νά παρουσιαθοῦν ὡς μάρτυρες σέ δικαστήριο. Ὁ ραβίνος Χιλέλ δίδασκε ὅτι προκειμένου νά ἐξαπατήσει κάποιος ἕνα τελώνη, ἐπιτρέπεται ὄχι μόνον νά πεῖ ψέματα ἀλλά καί νά ψευδορκήσει!

          Οἱ τελῶνες ἦταν ἰδιῶτες οἱ ὁποίοι διά πλειοδοτικῆς δημοπρασίας ἀγόραζαν τούς φόρους ἀπό τό Ρωμαϊκό κράτος. Ὁ ἀνταγωνισμός αὐτός τούς ἔκανε ἔκανε νά δίνουν πολλές φορές ὑπέρογκα ποσά καί τότε αὔξαναν καί τήν πίεση μετά στούς φορολογούμενους γιά νά πάρουν πίσω τά χρήματά τους. Γι αὐτό ἡ ἀπανθρωπιά τους ὑπῆρξε παροιμιώδης. Ὁ σύγχρονος τῶν Ἀποστόλων Φίλων διηγεῖται τό ἐξῆς·  Κάποιοι τελῶνες ἀνακάλυψαν πώς οἱ φορολογούμενοι εἶχαν πεθάνει. Ἄνοιξαν τούς τάφους τους, ἔβγαλαν τά νεκρά σώματά τους καί τά μαστίγωναν δημόσια. Ὅταν ρωτήθηκαν γιατί τό κάνουν αὐτό, ἀπάντησαν πώς τό κάνουν γιά νά ἐξαναγκάσουν τούς συγγενεῖς τους νά πληρώσουν ἐκεῖνοι τό φόρο πού ὄφειλαν....

          Ὁ Ζακχαῖος λοιπόν τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς δέν ἦταν ἀπλά τελώνης, ἀλλά  ἀρχιτελώνης. Μποροῦμε νά σκεφτοῦμε ἀπό τόν τίτλο καί μόνο τῆς ἰδιότητάς του, τό πῶς ὑπῆρχε καί πῶς τόν ἀντιμετώπιζαν στήν κοινωνία τῆς Ἰεριχοῦς. Ἀλλά ὅπως καί τώρα ἔτσι καί τότε, ὅποιος ἔχει χρῆμα ἔχει δύναμη.  Ξέρει πώς δέν μποροῦν νά τόν βλάψουν καί ὅσοι τόν κατηγοροῦν καί θέλουν ἴσως ἀκόμη καί τό χαμό του, κάποια στιγμή θά τόν παρακαλοῦν γιά νά τούς λυπηθεῖ. Αὐτό τό αἴσθημα κάνει τόν ἄνθρωπο, σκληρό, ἀδίστακτο καί νά μήν ὑπολογίζει τίποτε. Τίποτε....;

          Ἕνα ἄλλο μειονέκτημα τῆς φυσικῆς παρουσίας του ἦταν τό ὕψος του, ἦταν κοντός. Γιά νά μπορέσει νά δεῖ τό Χριστό ἀνέβηκε σέ μιά συκομουριά. Αὐτή ἡ πράξη δέν εἶναι ἀπλά μία προσπάθεια γιά νά δεῖ ἕνας κοντόσωμος ἄνθρωπος, κάποιον πού θά περάσει μέ μία ὀμάδα ἀνθρώπων ἀπό κάτω. Εἶναι ἡ ἀγωνία μιᾶς ψυχῆς, πού τή δέρνουν οἱ τύψεις τῆς συνειδήσεως καί ἔχει καταλάβει πώς ὁ μόνος πού μπορεῖ νά τήν ἀπαλλάξει ἀπό τήν  κόλαση αὐτή, εἶναι ὁ Χριστός!

          Ἄραγε τί νά σκεφτόταν ὁ Ζακχαῖος, ὅταν ἐτοιμαζόταν γιά αὐτή τήν πράξη; Τό σημαντικότερο πού θά σκεφτόταν ἦταν τό ἄν θά εἶχε τό ἀνάλογο καί ποθητό γι αὐτόν ἀποτέλεσμα. Ἄραγε αὐτός ὁ διδάσκαλος, ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Ναζαρέτ, θά τόν πρόσεχε; Ἄραγε θά εἶχε τήν εὐτυχία νά μιλήσει γιά λίγο μαζί Του, νά τοῦ πεῖ ὅσα ἤθελε; Μήπως τόν ἀπέριπτε καί προσπερνοῦσε ἀδιάφορα γιατί μέ ἁμαρτωλούς δέν συναναστρέφεται; Ἀκόμη καί πῶς νά εἶναι αὐτός ὁ Ἰησοῦς; Εἶχε ἀκούσει γι αὐτόν, ἀλλά δέν Τόν εἶχε δεῖ ποτέ! Ἡ μορφή Του, τό βάδισμά του, οἱ κινήσεις Του, ἀνταποκρίνονται ἄραγε στά ὅσα καλά καί ὡραία ἔχει ἀκούσει;

          Ὁ Ζακχαῖος ὡς ἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά ξεφύγει ἀπό τίς σκέψεις αὐτές, πού βεβαίως ὅμως εἶναι πολύ σωστές καί λογικές. Ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς ἔτσι θά σκεφτόταν.Εἶναι κι ἐκεῖνες οἱ τύψεις, πού σέ συντρίβουν, σέ καταποντίζουν καί σέ ἰσοπεδώνουν! Πού δηλητηριάζουν τήν καρδιά καί τῆς παίρνουν κάθε αἰσιοδοξία!   Θεέ μου! Τί κακό εἶναι αὐτό! Ὡς ἄνθρωπος γνωρίζοντας τά κατά κόσμον δίκαιο  καί          νόμο, ἔχει ὡς πρῶτο ἐνδεχόμενο τήν τιμωρία. Εἶναι παράνομος ἀπέναντι στό Θεό καί τήν ἠθική καί δέν μπορεῖ νά φανταστεῖ πώς ὑπάρχει ἔστω καί μία ἀχτίδα ἐλέους καί συγχωρήσεως γι αὐτόν, ἀπό Τόν ἄγνωστο διδάσκαλο. Δέν ξέρει ὅμως ἤ μπορεῖ νά ἔχει ξεχάσει πώς «καρδίαν συντετριμέννην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός, οὔκ ἐξουδενώσει».

Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ὁ Ἰησοῦς στέκεται κάτω ἀπό τή συκομουριά καί τόν προσκαλεῖ νά πᾶνε μαζί στό σπίτι του, τόν κάνει νά τρελλαθεῖ ἀπό τή χαρά του. Ἀμμέσως κατεβαίνει καί τρέχει νά Τόν ὑποδεχθεῖ στό σπίτι του. Ὁ κόσμος, δυσανασχετεῖ, ἀγανακτεῖ, κατηγορεῖ, ἀκόμη καί τόν Ἰησοῦ, «Δέν ξέρει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός;» Ὁ κόσμος! Ὁ κόσμος πού δέν ἔχει καταλάβει ποτέ γιά ποιόν Θεό μιλάει καί ποιανοῦ Θεοῦ λέει πώς εἶναι παιδιά Του! Ὁ κόσμος σκέφτεται ὅπως ὁ Ζακχαῖος. 

Ἐκεῖ λοιπόν μέσα στό σπίτι τοῦ ἀρχιαμαρτωλοῦ καί διεφθαρμένου ἀνθρώπου, κατά τό λόγο τοῦ Ἰησοῦ, γίνεται σωτήρια! Γίνεται ἀνάσταση! Γίνεται χαρά καί πανηγύρι! Γιατί ὁ ἁμαρτωλός ἔχει μεταννοήσει. Γιατί θυμήθηκε πώς «τί ὡφελεῖ τόν ἄνθρωπον, ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδίσει, τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ἀπολέσει;». Ἐπειδή δέ τοῦ ἔχει συμβεῖ αὐτό πραγματικά, εἶναι ἔτοιμος νά ἀλλάξει ζωή ἐδῶ καί τώρα! Τώρα ναί, δέν ὑπολογίζει τίποτε! Δέν τόν νοιάζουν οὖτε οἱ κοινωνικές θέσεις, οὖτε τά πλούτη, οὖτε ἡ δύναμη καί ἡ ἐξουσία, οὖτε τό ὄνομα. Αὐτό πού διακαῶς ἐπιζητεῖ εἶναι ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν του, τό ξαλάφρωμα τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδιᾶς του καί ἡ χαρά τοῦ νά γίνει καί πάλι ἀποδεκτός ἀπό τό Θεό.

Καί ὁ Θεός τόν δικαιώνει! Ναί τοῦ δίνει τό δίκιο του! Ποιόν αὐτόν; Αὐτόν πού εἶχε τήν ἀδικία γιά εὐαγγέλιό του! Ναί αὐτόν!  Γιατί ὁ Θεός ὅλους θέλει νά μᾶς δικαιώσει! Γιατί τό δίκαιο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄλλου εἴδους...εἶναι ἀπό ἄλλο κόσμο! Τό δίκαιο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀγάπη, συγχώρηση καί πολύ ἔλεος. Εὐτυχῶς πού ὁ Θεός «δέν σκέφτεται» ὅπως ἐμεῖς! Εὐτυχῶς πού ὑπάρχει ἀλλιῶς. Εὐτυχῶς πού πάντα μπορεῖ νά μᾶς ἐκπλήξει μέ ἕνα τρόπο, ἀκατανόητο γιά ἐμᾶς...

Γιά τήν ἱστορία, ἡ παράδοση μᾶς πληροφορεῖ πώς ὁ ἀρχιτελώνης ἔγινε κι αὐτός μαθητής τοῦ Χριστοῦ. Ἀκολούθησε Τόν ἐλευθερωτή του καί μετά τήν Ἀνάληψή Του, ἀκολούθησε τόν ἀπόστολο Πέτρο, ἀπό τόν ὁποίο χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Καισαρείας. Κάποιοι τόν ταυτίζουν μέ τόν Ἀπόστολο καί Εὐαγγελιστή Ματθαίο. Αὐτό ὅμως νομίζω πώς εἶναι τό τελευταίο πού θά πρέπει νά μᾶς ἀπασχολήσει, μέσα ἀπό τή σημερινή εὐαγγελική περικοπή.

Αὐτό πού θά πρέπει νά μᾶς προβληματίσει, εἶναι τό κατά πόσο μπορεῖ καί ἐμεῖς νά μοιάζουμε στό Ζακχαῖο.  Ἄν μποροῦμε κι ἐμεῖς νά βροῦμε τό θᾶρρος καί νά μεταννοήσουμε ὅπως τό ἔκανε αὐτός. Ἔχουμε μπροστά μας ἀκόμη ζωή! Ἄραγε θά προλάβουμε;

 

 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ΛΟΥΚΑ. Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΙΧΟΥΣ. Ο ΕΛΕΟΣ ΘΕΟΣ.

          

            Ψάχνοντας ἀγαπητοί μου τή λέξη ἔλεος στό λεξικό Σταματάκου, διαβάζουμε: Ἔλεος·  οἶκτος, συμπάθεια, συμπόνια. Γιά ἀκόμη καλύτερη διευκρίνηση διαβάζουμε καί στό λῆμα Οἶκτος· λύπη, συμπάθεια, συμπόνια. Ἡ διευκρίνηση αὐτή, νομίζω πώς ἔχει σημασία γιά τή διασάφηση τῆς ἔννοιας καί τῆς σημασίας τῆς λέξεως. Γιατί πολλές φορές χρησιμοποιοῦμε τή λέξη οἶκτο ὑποτιμητικά. Σέ περιπτώσεις π.χ. ὅπου κάποιος ἀπό θέση ἱσχύος, μπορεῖ νά κάνει ἔλεος σέ αὐτόν πού ἔχει νικήσει μέ κάποιο τρόπο. Ὅμως βλέπουμε ἀπό τίς ἐρμηνείες τῶν λέξεων  πώς καί οἱ δύο, Ἔλεος καί Οἶκτος εἶναι ταυτόσημες. Παρ’ὅλο πού πολλές φορές ὅπως προαναφέραμε, μέ τή λέξη οἶκτο ἐννοῦμε τήν λύπηση μέ εἰρωνικό ὅμως τρόπο.

          Ἡ λέξη ἔλεος εἶναι μία πού συναντοῦμε πολλές φορές μέσα στήν Ἁγία Γραφή καί ἱδιαίτερα στήν Καινή Διαθήκη, στήν ὁποία ἱστορεῖται ἡ κατά πρόσωπο συνάντηση Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Ὁ Θεός, ὡς ἄνθρωπος, ἐπισκέπτεται τόν κόσμο πού ἔχει ὁ Ἵδιος πλάσει. Τή δύναμη τῆς θεότητάς Του τήν κρύβει μέσα στό ἀνθρώπινο σῶμα Του. Ἐχει λόγο γι αὐτό. Ξέρει πολύ καλά πώς ἀν ἐρχόταν ὅπως εἶναι, τό πλᾶσμα Του θά ἀναγκαζόταν νά Τόν ἀποδεχθεῖ μέ ἕνα τρόπο ὑποταγῆς. Ὁ ἀδύναμος ἀναγκάζεται νά ὑποταχθεῖ στό δυνατό. Ἔτσι αὐτό πού θά δημιουργόταν θά ἦταν μία τυρανία καί ὄχι μία ἀγάπη. Μιά σκλαβιά καί ὄχι μία ἐλευθερία.

          Ὁ Θεός ὅμως εἶναι Θεός τοῦ ἐλέους καί πάσης ἀγαθωσύνης. Εἶναι οἰκτίρμον, φιλάνθρωπος, μακρόθυμος καί πολυέλεος. Αὐτές τίς ἰδιότητες τίς ἔχει σέ ἀπόλυτο βαθμό γιατί δέν τίς προσπαθεῖ, ἀλλά εἶναι στοιχεῖα τῆς ὑπάρξεώς Του. Κάθε ἀναφορά σ’αὐτές εἶναι καί μία ἀναφορά στό Θεό. Ὅταν μιλοῦμε λοιπόν γιά τήν ἐνανθρώπιση Του, χωρίς νά ὑπερβάλουμε μποροῦμε νά λέμε καί νά ἐννοοῦμε πώς τό ἔλεος ὑποστασιάστηκε σέ ἀνθρώπινη μορφή καί ἦλθε στόν κόσμο μας. Μέσα ἀπό αὐτή τή διάσταση, ὁ ἄνθρωπος ὡς πιστός πλέον, ἀναγνωρίζει καί ἀποδέχεται τό ἔλεος ὄχι ὡς μία ἰδιότητα, ἀλλά ὡς ἕνα πρόσωπο. Ἕνα πρόσωπο Θεοῦ.

Γι αὐτό καί στή λειτουργική πράξη πού εἶναι φανέρωση καί βίωμα τῆς κοινωνίας Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ὁ ἄνθρωπος ὀνομάζει τό Θεό, Ἔλεος. Στή Θεία Λειτουργία ὁ Θεός κατανοεῖται καί ὀνομάζεται Ἔλεος. Εἶναι ὁ Ἔλεος. Αὐτό φαίνεται στήν ἀναφορά τῆς Θείας Λειτουργίας, στό σημείο πού ὅταν ὁ λειτουργός λέει: «Στῶμεν καλῶς· στῶμεν μετά φόβου· πρόσχωμεν τήν ἁγίαν ἀναφοράν ἐν εἰρήνη προσφέρειν». Στό παράγγελμα αὐτό τό ἐκκλησίασμα ἀπαντᾶ: «Ἔλεον εἰρήνης, θυσίαν ἐνέσεως». Δηλαδή: «Ἄς σταθοῦμε καλά καί μέ σεβασμό καί ἄς προσέξουμε νά προσφέρουμε τούς ἐαυτούς μας εἰρηνικούς στό Θεό. Ἡ προσφορά μας αὐτή θά  γίνει στόν Ἔλεο-Θεό τῆς εἰρήνης, μέ εἰρήνη ἀπό ἐμᾶς καί εἶναι μία θυσία τῶν ὑπάρξεών μας τήν ὁποία προσφέρουμε ὡς δοξολογία καί ὕμνο στό Θεό».  

          Μποροῦμε λοιπόν νά ποῦμε πώς τόν καιρό πού ὁ θεάνθρωπος Χριστός περιδιάβαινε τόν κόσμο μας, ἦταν τό βαδίζων ἔλεος. Ἦταν τό ἔλεος, ὁ Ἔλεος, μέ ἀνθρώπινη μορφή. Αὐτό φαινόταν ἀπό τίς θαυματουργές θεραπείες καί τή φιλάνθρωπη συμπεριφορά καί συναναστροφή Του. Ἔτσι Τόν καταλάβαιναν κυρίως ὅσοι ἦταν σέ ἀδυναμία, αὐτοί πού εἶχαν ἀνάγκη ἀπό ἔλεος. Κάπως ἔτσι λοιπόν Τόν κατάλαβε καί ὁ τυφλός τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Ἀκούγοντας γιά τόν Ἰησοῦ καί τή θαυματουργική δύναμή Του, σχημάτισε μέσα του μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του, τῆν εἰκόνα τοῦ φιλανθρώπου καί ἐλεήμονος Θεοῦ. Τοῦ σωτῆρα του. τῆς θεραπείας του. Δέν εἶχε μάτια νά δεῖ, γι αὐτό καί μέσα του εἶχε σχηματίσει τήν παράσταση μιᾶς ἀνθρώπινης μορφῆς, πού ταυτόχρονα ἦταν καί μία λέξη. Ὁ Ἔλεος.

          Ὅταν κατάλαβε πώς ὁ Ἔλεος περνάει ἀπό τό μέρος ὅπου ζητιάνευε, ἄρχισε νά φωνάζει δυνατά: «Ἰησοῦ, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με!». Αὐτοί πού ἦταν ποιό μπροστά ἀπό τόν Ἰησοῦ καί τούς μαθητές Του, τόν μάλωναν γιά νά μή φωνάζει. Ὅμως αὐτός ποιό δυνατά φώναζε: «Ἰησοῦ, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με!». Ὁ Χριστός τόν ἄκουσε καί παρήγειλε νά τόν φέρουν μπροστά Του. Μόλις τόν ἔφεραν τό ρωτᾶ: «Τί Θέλεις νά σοῦ κάνω;» κι αὐτός ἀπάντησε: «Κύριε, θέλω νά ξαναδοῦν τά μάτια μου!». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «Ἀς γίνει τό θέλημά σου, ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε!». Αὐτομάτως ὁ τυφλός θεραπεύτηκε καί ἔτσι πλέον, ἔγινε κι αὐτό μέλος τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ δοξάζοντας συνεχῶς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὅλος δέ ὁ λαός ὑμνοῦσε ἐπίσης τό Θεό. Ἡ περιγραφή ὅλης αὐτῆς τῆς καταστάσεως μᾶς δίνει μία εἰκόνα τοῦ πῶς πρέπει νά ὑπάρχουμε, ὅταν βρισκόμαστε μέσα στό ναό γιά τή Θεία Λειτουργία.

          Ἔτσι ἔβλεπε, γνώριζε, καταλάβαινε καί ἀγαποῦσε καί ὁ ἀπ. Παῦλος τό Χριστό-Θεό. Γι αὐτό καί στήν σημερινή ἀποστολική περικοπή τονίζει στόν Τιμόθεο πώς: «Τά λόγια πού σοῦ γράφω εἶναι ἀξιόπιστα καί ἄξια ἀποδοχῆς, ὅτι ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά σώσει τούς ἁμαρτωλούς, ἀπό τούς ὁποίους ἐγώ εἶμαι ὁ ἁμαρτωλότερος. Ἀλλά γι αὐτό ἔχω δεχθεῖ τό ἔλεος καί τή συγχώρηση. Γιά νά φανεῖ πρώτα ἀπό ἐμένα τόν ἁμαρτωλότερο ὅλων, ἡ ἀτελείωτη ἀγάπη καί συγχωρητικότητα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό δέ νά γίνει σημείο ἀναφορᾶς καί ἐμπιστοσύνης πρός τό Χριστό, σέ ὅσους πρόκειται νά πιστέψουν στό μέλλον σέ Αὐτόν. Ἡ ὁποία πίστη τους, θά εἶναι πίστη στόν Ἔλεο Θεό καί μετοχή στήν αἰώνια ζωή μαζί Του».

          Ὁ Θεός λοιπόν ἀγαπητοί μου, εἶναι Ἔλεος καί ἔλεος καί ἀτέλειωτη φιλανθρωπία. Εἶναι δηλαδή ἀτέλειωτη ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο. Τόν ἄνθρωπο ὅλων τῶν αἰώνων καί τῶν καιρῶν, πού εἴτε ὡς βαπτισμένος, εἴτε ὡς ἀβάπτιστος, ζεῖ στόν κόσμο αὐτό καί εἶναι ὡς ὕπαρξη, ἕνα θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὀνομάζουμε τό Θεό Ἔλεος γιατί ἔτσι μᾶς παρουσιάστηκε καί μᾶς συστήθηκε. Ἀπό αὐτό Τόν γνωρίζουμε, ἀλλά καί μέ αὐτό μᾶς ἀναγνωρίζει καί μᾶς ἀποδέχεται ὡς παιδιά Του.

Ἐάν θέλουμε νά καυχώμαστε γι αὐτό, θά πρέπει καί ἐμεῖς νά εἴμαστε ἐλεήμονες. Νά προσπαθοῦμε ὅσο μποροῦμε νά τοῦ ὁμοιάσουμε. Γιατί ὅπως σημειώνει καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος θεολόγος, ὅταν κάποτε κλείσουμε τά μάτια μας καί πάμε κοντά Του, θά μᾶς πάρει στά χέρια Του ὅπως ὁ παίρνει ὁ πατέρας τό παιδί του. Θά μᾶς σηκώσει ψηλά καί θά ψάξει ἀν Τοῦ μοιάζουμε ἤ ὄχι. Αὐτή θά εἶναι καί ἡ κρίση Του γιά τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς. Αὐτό ἔχουμε μιά ὁλόκληρη ζωή νά τό ἐπιτύχουμε. Εἴθε νά γίνει καί ἔτσι ὅλοι μας νά πάμε κοντά Του ὡς ἐλεήμονες καί παιδιά τοῦ Ἐλέους.

         

           


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ. Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ. ΥΓΕΙΑ ἤ ΣΩΤΗΡΙΑ;

 



          Τό πολυτιμότερο ἀγαθό ἀγαπητοί μου εἶναι ἡ ὑγεία. Σ’αὐτό νομίζω πώς ὅλοι συμφωνοῦμε. Ὡς εὐχή δέ κυριαρχεῖ ἀνάμεσά μας· «Ὑγεία! Ὑγεία πάν’ἀπ’ ὅλα! Πρώτα ἡ ὑγεία!» καί ἄλλα πολλά εὐχητικά ἐπιφωνήματα σέ κάθε εὐκαιρία. Ὅπως ἐπίσης συνήθως λέμε, τήν ἀξία της τήν καταλαβαίνεις ὅταν τή χάνεις. Ὅταν ἔρχεται ἡ στιγμή νά δοκιμασθεῖς, νά ταλαιπωρηθεῖς ἤ ἀκόμα καί νά πλησιάσεις τό θάνατο. Τότε, ἐπιστρέφοντας ὑγιῆς ἀξιολογεῖς τά πράγματα, τίς προτεραιότητες τῆς ζωῆς καλύτερα καί λές πώς θά προσέχεις πλέον περισσότερο.

 Ἔτσι γίνεται καί μακάρι ἔτσι νά γίνεται γιά μιά ζωή. Γιατί τήν προσοχή αὐτή δύσκολα τή διατηροῦμε καί πολύ λίγοι εἶναι συνεπείς στό λόγο τους ὡς πρός αὐτό. Ἔχει τόν τρόπο της ἡ καθημερινότητα νά σέ ἀποκοιμίζει καί μέ ἕνα γλυκό καί συνήθως καί εὐχάριστο τρόπο νά σέ κάνει νά τό ξεχνᾶς καί νά ἐπανέρχεσαι στήν ἀπροσεξία ὡς πρός τή διατήρηση τῆς ὑγείας.

Ἰδιαίτερα στίς ἡμέρες μας μέσα ἀπό τήν περιπέτεια τῆς πανδημίας, ἡ σημαντικότητα τῆς ὑγείας εἶναι σέ καθημερινή διάταξη. Ὅ,τι γίνεται, ὅποια μέτρα παίρνονται, ὅ,τι ἀλλάζει κάθε τόσο, γίνονται γιά τό καλό μας, γιά τήν προστασία τῆς ὑγείας μας. Ἡ ὑγεία παρουσιάζεται καί ὡς εὐθύνη. Καί εἶναι! Ὡς ἐλεύθεροι ζῶντες ἄνθρωποι μποροῦμε καί πρέπει νά διαχειριστοῦμε σωστά τό ὑπέρτατο αὐτό ἀγαθό! Αὐτό τό δῶρο τῆς ζωῆς!

Γιατί ἡ ὑγεία εἶναι συνώνυμο τῆς ζωῆς. Μπορεῖ ὡς δεδομένα νά εἶναι διαφορετικά, ὅμως τό ἕνα ἐμπεριέχει τό ἄλλο καί τό ἕνα ἐπαληθεύεται ἀπό τό ἄλλο. Κι αὐτό γιατί ἡ ὑγεία, μᾶς δίνει τήν ἀπαραίτητη ὑποδομή καί τό προαπαιτούμενο γιά νά ἔχει νόημα ἡ ζωή μας, τήν ποιότητα. Γιατί ζωή εἶναι πολλά, πάρα πολλά. Ὅλα ὅμως δέν τήν κάνουν καί ποιοτική. Κάποια μάλιστα τήν κάνουν τυρρανία! Κόλαση! Τέτοια πού λές: «τέτοια ζωή, τί νά τήν κάνω;» καί σκέφτεσαι ἐκείνο τοῦ Σαίξπηρ: «νά ζεῖ κανείς ἤ νά μή ζεῖ;». Κάπως ἔτσι πιθανότατα θά πρέπει νά ἦταν καί οἱ δέκα λεπροί τῆς σημερινῆς Κυριακάτικης εὐαγγελικῆς περικοπῆς.

Ὁ Χριστός μας, ὅπως μᾶς ἀφηγεῖται τό ἱερό κείμενο ἀπό τό κατά Λουκᾶν εὐαγγέλιο, περνοῦσε  ἀπό ἕνα χωριό. Στήν εἴσοδό του Τόν συνάντησαν δέκα λεπροί ἄνδρες. Στάθηκαν μακριά Του λόγω τῆς ἀσθενείας τους καί φώναζαν ἱκετευτικά: «Ἰησοῦ ἀφέντη (ἐπιστάτα), ἐλέησέ μας!». Βλέποντάς τους ὁ Ἰησοῦς τούς λέει νά πᾶνε καί νά δείξουν τούς ἐαυτούς τους στούς ἱερεῖς. Αὐτοί ἀμέσως ξεκίνησαν καί κατά πορεία τους αὐτή καθάρισαν, θεραπεύτηκαν!

Ὅμως μόνο ὁ ἕνας ἀπ’αὐτούς συναισθανόμενος τό θαῦμα καί τήν εὐεργεσία τοῦ Ἰησοῦ γύρισε πίσω νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ κι αὐτός ἦταν Σαμαρείτης. Μάλιστα ἔπεσε μέ τό πρόσωπο στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ καί ἔτσι ἔδειξε τήν εὐγνωμοσύνη του ἀλλά καί δόξασε τό ὅνομα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰησοῦς ἀπευθύνοντάς του τό λόγο τόν ρωτᾶ: «Δέκα δέ θεραπεύτηκαν; Οἱ ἐννέα ποῦ εἶναι; Κανείς ἀπ’αὐτούς δέ βρέθηκε νά ἐπιστρέψει γιά νά δοξάσει τό Θεό καί νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ;»  Τελειώνοντας δέ εἶπε στόν εὐχαριστοῦντα. «Σήκω καί πήγαινε γιατί ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε!».  

Ἀπό τήν τελευταία φράση τοῦ Ἰησοῦ θά ἦταν καλό νά βγάλουμε κάποια, νομίζω πολύ χρήσιμα συμπεράσματα, πού σίγουρα μᾶς ἀφοροῦν. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶχαν μία πολύ δύσκολη καί θανατηφόρα ἀσθένεια, ἡ ὁποία τούς καταδίκαζε σέ ἕνα ἀργό καί βασανιστικό θάνατο. Θεραπεία δέν ὑπῆρχε. Γι αὐτό ἀκριβῶς οἱ ἀσθενοῦντες ἀπό λέπρα ζοῦσαν καί τήν ἀπόρριψη καί τόν στιγματισμό ἀπό τούς συνανθρώπους τους.  Ἦταν καταδικασμένοι νά ζοῦν, γιά ὅσο ἀντέξουν, μακριά ἀπό τήν κοινωνία, ἀκόμη καί ἀπό τούς δικούς τους ἀνθρώπους!

Διαμόρφωναν μιά ἱδιαίτερη «ἀσθενοῦσα»κοινωνία καί σέ αὐτήν πλέον ἀνῆκαν. Ἡ κατάσταση αὐτή ἦταν μία καραντίνα τῆς ἐποχῆς καί σέ πολλά σημεία ταιριάζει μέ τήν πανδημία τῆς ἐποχῆς μας. Ἐπειδή ἡ ἀσθένεια συνδεόταν καί μέ τήν ἁμαρτία πού πάντα ὑπάρχει στή ζωή, ὑπῆρχε ἡ θεώρηση ὅτι κάποιος μπορεῖ νά ἀρωστήσει μέ τέτοια ἀσθένεια λόγω κάποιων ἁμαρτιῶν.

Γι αὐτό ἀλλά καί γιατί τό ἱερατείο τῆς ἐποχῆς εἶχε καί ὑγειονομικές εὐθύνες, ἦταν αὐτό πού θά πιστοποιοῦσε τήν ἐνδεχόμενη θεραπεία ἑνός τέτοιου ἀσθενοῦς καί τήν ἐπιστροφή του στήν κοινωνία. Ἐπί τούτου ὁ Χριστός εἶπε στούς λεπρούς νά πᾶνε καί νά δείξουν τούς ἐαυτούς τους στούς ἱερεῖς. Ἀπό τήν ἀντίδρασή τους στό λόγο Του αὐτό, θά προέκυπτε καί ἡ θεραπεία τους. Ἡ ὁποία ἔγινε, γιατί ὑπάκουσαν χωρίς ἀκόμα νά ἧταν θεραπευμένοι. Ἡ ἐν πίστῃ ὑπακοή τους ἦταν αὐτή πού συνήργησε μέ τή θεία χάρη γιά τή θεραπεία τους.

Ὅμως τόση ἦταν ἡ χαρά τους, πού ξέχασαν ὅτι θά ἔπρεπε νά ἐπιστρέψουν γιά νά ποῦν ἕνα εὐχαριστῶ. (ἄραγε ἐμεῖς θά τό σκεφτόμασταν;). Αὐτή ἀκριβῶς ἡ συμπεριφορά καί ἐνέργεια τῶν ἐννέα, εἶναι κοντά σ’αὐτό πού προαναφέραμε. Ὅτι ἡ ἀσθένεια μᾶς κάνει νά ἐκτιμοῦμε πολλά καί ἡ ὑγεία μᾶς κάνει νά ξεχνοῦμε ἐπίσης πολλά! 

Ἐδῶ τώρα θά ἤθελα νά ἀναφερθοῦμε καί στό ποιό σημαντικό ἴσως πού προκύπτει, ἀπό τή σημερινή εὐαγγελική περικοπή. Ὁ Ἰησοῦς κλείνει τήν ὅλη ἱστορία μέ τή φράση πού λέει πρός τόν ἐπιστρέψαντα, πρώην ἀσθενή Σαμαρείτη: «Σήκω καί πήγαινε· ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε.».  Αὐτή ἡ φράση θά πρέπει νά μᾶς προβληματίσει ἀπό λίγο ἔως πάρα πολύ!

Ὅπως εἴπαμε στήν ἀρχή, ἡ ὑγεία ἀναγνωρίζεται ἀπό ὅλους ὡς τό πολυτιμότερο ἀγαθό. Μήπως ὅμως δέν εἶναι ἔτσι; Μήπως ὑπάρχει κάτι ἄλλο πολυτιμότερο; Ναί! Ὑπάρχει! Ποιό εἶναι αὐτό; Ἡ σωτηρία μας! Δηλαδή τό νά καταφέρουμε νά βάλουμε τή ζωή μας στή ζωή τοῦ Θεοῦ. Νά βροῦμε τόπο δίπλα στό Θεό. Τό νά μπορέσουμε ὅσο ζοῦμε νά σιγουρέψουμε  τήν μέλλουσα αἰωνιότητά μας, στήν μακαριότητα τῆς αἰωνιότητας τοῦ Θεοῦ! Ναί! Γι αὐτό θά ἔπρεπε νά εἴμαστε ἔτοιμοι νά θυσιάσουμε ἀκόμη καί τήν ἐδῶ ζωή μας!

Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι εὔκολο νά τό ἀντιληφθοῦμε καί νά τό ἐπιθυμήσουμε στόν κόσμο μας. Λίγοι τό καταλαβαίνουν καί ἀκόμη ποιό λίγοι ἴσως τό ἐπιτυγχάνουν. Γιατί; Γιατί τά «μάτια μας» δέν κοιτοῦν τόν οὐρανό, ἀλλά τή γῆ! Γιατί τά θέλω μας δέν προσπαθοῦμε νά τά ἀναφέρουμε μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί παραδινόμαστε ἀμαχητί στό λάϊφ στάϊλ (life style), (πού μᾶς προτείνουν οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν καί δημαγωγοί), καί πού τελικά εἶναι ντέθ στάϊλ (death style).

Γιατί βλέπουμε τήν πίστη περισσότερο ὡς βόλεμα καί ὄχι ὡς θυσία καί ἀγώνα. Γιατί κοιτοῦμε τό Χριστό στά χέρια καί ὄχι στά μάτια! Γιατί τά θεωροῦμε ὅλα ὡς δεδομένα καί ἀμετάκλητα καί ξεχνοῦμε πώς ὅλα ὅσα ὑπάρχουν γύρω μας, ἀκόμη καί ἡ  ἵδια μας ἡ ζωή, εἶναι δώρα τοῦ Θεοῦ! Σέ αὐτή δέ τήν προοπτική νά βάλουμε καί τήν  ὑγεία μας. Νά τή δοῦμε μέσα ἀπό τή σχέση μας μέ τό Θεό.

Νά σκεφθοῦμε πώς: «Τί νόημα ἔχει νά ζῶ, ἄν δέ ζῶ, ἄν δέν χαίρομαι, ἄν δέν ἔχω τό Χριστό;». Τί «ποιότητα μπορεῖ νά ἔχει ἡ ζωή, ἄν δέν τή γεμίζει ἡ ζωντανή, ἀληθινή καί ἐνεργής σχέση μου μέ τό Χριστό;  Μήπως μέσα ἀπό μιά δυσκολία, μιά ἀσθένεια, συναντήσω, γνωρίσω καλύτερα τό Χριστό; Μήπως τελικά μιά ζωή ὅπως τήν ὀνειρεύονται οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς εἶναι ἀσθένεια καί μιά ζωή μέ ἀγώνα, δυσκολίες καί ἀσθένεια εἶναι ὑγεία;»

Αὐτό νομίζω πώς ἦταν καί τό σκεπτικό μέσα ἀπό τό ὁποίο διαμορφωνόταν ἡ πίστη ὅλων αὐτῶν, πού συχνά τιμοῦμε καί γιορτάζουμε, τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ναί σίγουρα! Γι αὐτό καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔλαβε πληροφορία πώς δέν θά ἡσυχάσει ἀπό τήν ἀσθένειά του. Γιατί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, πού ἤξερε ὅτι εἶχε, μέσα ἀπό τήν ἀσθένεια γίνεται τέλεια καί ὁλοκληρωμένη. Γι αὐτό καί πάλι ἔγραψε: «Δι ἐμέ τό ζεῖν Χριστός, τό δέ ἀποθανεῖν κέρδος!». Μήπως θά ἔπρεπε νά τό δοῦμε σοβαρά κι ἐμεῖς;


ΤΟ ΘΥΜΙΑΜΑ. ΓΙΑΤΙ ΘΥΜΙΑΖΟΥΜΕ;

 

 



Είναι ένα από τα τρία δώρα που προσέφεραν οι τρεις Μάγοι στον Κύριο μας. Συμβολίζει την προσευχή μας που ανέρχεται όπως ο καπνός, στο θρόνο του Θεού. Όπως δηλαδή το λιβάνι συναντάται με το αναμμένο κάρβουνο και δεν μένει εκεί, αλλά αφού αφού θερμανθεί ανέρχεται προς τα άνω και σκορπίζει την ευωδία, έτσι και οι ψυχές μας με ζεστή και θερμή πίστη προσευχόμενες, δεν πρέπει να κολλούν στα γήινα υλικά όταν λατρεύουν το Θεό, αλλά να φτερουγίζουν προς τα άνω μυροβλήζουσες, απαγκιστρωμένες από τις υλικές μέριμνες.

Με την ανάταση του νου και της ψυχής μας προς τα άνω, η προσευχή μας γίνεται πιο καθαρή και η κοινωνία μας με το Θεό περισσότερο ουσιαστική. Το θυμίαμα μας μεταφέρει στο χώρο της προσευχής των Αγίων στον Ένα και Αληθινό Θεό και τονίζει την παρουσία του Κυρίου και των Αγίων στη ζωή μας. Όταν θυμιάζει ο ιερέας την πρόθεση, το θυμίαμα θυμίζει τα δώρα των Μάγων. Όταν θυμιάζει πριν την Μεγ. Είσοδο το θυμίαμα υποδηλώνει την σμυρναλόη του Νικοδήμου. Κατά την Μεγ. Είσοδο συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα .

Τα θυμιατά που χρησιμοποιούμε στους Ιερούς Ναούς είναι κινητά μεταλλικά σκεύη που στο κάτω μέρος δέχονται τα αναμμένα κάρβουνα ή καρβουνόσκονη. Εξαρτώνται από τέσσερις αλυσίδες με δώδεκα κουδουνάκια. Συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές και τους δώδεκα Αποστόλους αντίστοιχα. Η βάση του θυμιατού συμβολίζει την ανθρώπινη φύση του Χριστού μέσα στα σπλάχνα της Παναγίας Μητέρας Του. Τα ανάμενα κάρβουνα συμβολίζουν το πυρ της θεότητας. Είναι η βάτος η φλεγόμενη αλλά μη κατακαιομένη. Η φωτιά συμβολίζει και τη Θεία Αγαπη τού ως φωτιά καίει την καρδιά του κάθε πιστού.

Λιβανίζουμε στο σπίτι μας κάθε βράδυ πριν την προσευχή μας , όταν διαβάζουμε παράκληση στην Παναγία και όταν ζυμώνουμε πρόσφορα. Λιβανίζουμε τις ιερές εικόνες .




ΓΙΑΤΙ ΑΝΑΒΟΥΜΕ ΚΑΝΤΗΛΙ;

 



Tο καντήλι συμβολίζει το ανέσπερο φως που είναι ο Χριστός και καλούμαστε να τον μιμηθούμε. Δηλαδή:
• Να φωτίσουμε τους εαυτούς μας με το αληθινό φως της γνώσεως
• Να γίνουμε φώτα όπως οι μαθητές του Χριστού
Ανάβουμε το καντήλι στην Εκκλησία και στα σπίτια μας για να μας θυμίζει ότι η πίστη μας είναι φως, αφού ο Κύριός είπε « Εγώ ειμί το φως του κόσμου ». Το φως του καντηλιού μας θυμίζει το φως με το οποίο ο Χριστός καταυγάζει τις ψυχές μας. Ανάβουμε το καντήλι για να μιμηθούμε τους Αποστόλους και όλους τους Αγίους οι οποίοι κατά τον Απόστολο Παύλο είναι τέκνα φωτός.

Για να ελέγχονται από το φως Του τα σκοτεινά μας έργα, οι κακές ενθυμίσεις και να επανερχόμαστε στο δρόμο του φωτός του Ευαγγελίου.
Για να μας θυμίζει το αδιάλειπτο της προσευχής μας.

Για να είναι φόβητρο στις δυνάμεις του σκότους που μας επιτίθενται με πονηριά πριν και κατά τη διάρκεια της προσευχής και θέλουν να αποκρίνουν τη σκέψη μας από το Θεό. Οι δαίμονες αγαπούν το σκοτάδι και τρέμουν το φως, το φως του Χριστού.
Για να μας παρακινεί σε αυτοθυσία. Όπως δηλαδή με το λάδι καίγεται στο καντήλι το φυτίλι, έτσι και το δικό μας θέλημα να καίγεται με τη φλόγα της αγάπης στο Χριστό.
Ένα καθαρό ποτήρι, καθαρό και αγνό λάδι ελιάς πρέπει να χρησιμοποιούμε στο καντήλι μας και όχι η κακή συνήθεια να χρησιμοποιούμε σπορέλαιο ή άλλα παράγωγα αυτού. Χρησιμοποιούμε αγνό ελαιόλαδο για να θυμόμαστε την προσευχή του Ιησού στον κήπο των Ελαιών στη Γεθσημανή.

Το ελαιόλαδο είναι το καλύτερο λάδι και το πιο καθαρό και αυτό θα προσφέρουμε στον Ένα και Αληθινό Θεό. Το άναμμα του καντηλιού με ελαιόλαδο είναι μιά μικρή δική μας θυσία, σημείο και δείγμα ευγνωμοσύνης και αγάπης που οφείλουμε στο Θεό για την μεγάλη θυσία που έκανε για μας με το Σταυρικό του θάνατο. Τον ευχαριστούμε για την Πατρική Του αγάπη, την υγεία που μας χαρίζει, για τη σωτηρία τη δική μας άλλα και όλου του κόσμου μα πάνω απ όλα για όλες τις δωρεές του Παναγίου Πνεύματος.
Ακοίμητο καντήλι πρέπει να καίει στο εικονοστάσι του σπιτιού μας για να μας θυμίζει ότι ο πνευματικός μας αγώνας πρέπει να είναι ακοίμητος. Το ανάβουμε μπροστά στις εικόνες στους Ιερούς Ναούς, στην Αγία Τράπεζα, στον Εσταυρωμένο πίσω της Αγίας Τραπέζης, στην Ιερά Πρόθεση εντός του Ιερού Βήματος, στους τάφους των προσφιλών κεκοιμημένων συγγενών μας.

ΓΙΑΤΙ ΑΝΑΒΟΥΜΕ ΚΕΡΙ;


       Το αγνό και μαλακό κερί συμβολίζει το εύπλαστο της ψυχής μας. Όπως το κερί λιώνει αθόρυβα και φωτίζει, έτσι και εμείς με τη Χάρη του Θεού θα πρέπει να «λειώνουμε » μέχρι τελευταίας πνοής, θυσιαζόμενοι για τον πλησίον μας. Να φωτίζουμε και να ευεργετούμε τους γύρω μας αθόρυβα και χωρίς επίδειξη για χάρη της αγάπης του Χριστού.    
     Το κερί επίσης που βρίσκεται στους Ιερούς Ναούς συμβολίζει επίσης τον « νεκρό » εαυτό μας. Όταν το βάζουμε όρθιο και αναμμένο στο μανουάλι συμβολίζει τον Αναστημένο Ιησού και ομολογούμε και τη δική μας Ανάσταση. Με τα κεριά στα μνημόσυνα, στην Κηδεία και στα κόλλυβα ομολογούμε την πίστη μας στην Ανάσταση των Νεκρών και στη δίκαια κρίση της ημέρα που όλοι μας, πλούσιοι οι φτωχοί, άρχοντες οι δούλοι θα σταθούμε έναντι του Δίκαιου Κριτή. Με την λαμπάδα στο Μυστήριο του Βαπτίσματος ομολογούμε την πνευματική ανάσταση του Βαπτιζόμενου ενώ στο μυστήριο του Γάμου ομολογούμε ότι όπως φωτίζουν οι καθαρές λαμπάδες, έτσι και εμείς με τη Χάρη του Θεού θα σταθούμε φωτεινά παραδείγματα των παιδιών μας και δεν θα προδώσουμε την τιμιότητα του Γάμου.

     Ένα ή δύο κεριά είναι υπέρ αρκετά για τους ζωντανούς και τις ψυχές των κεκοιμημένων αδελφών μας. Είναι λαθεμένη η συνήθεια να ανάβουμε πολλά κεριά δήθεν ότι θα μας σώσουν. Ας προσέξουμε τον τρόπο της ζωής μας , διότι όσα κεριά και αν ανάψουμε, δεν μας σώζουν εάν δεν ζούμε με μετάνοια, εξομολόγηση με προσευχή και κοντά στην Εκκλησία και στα Μυστήριά Της

Το χειρουργείο των Αγγέλων, ένα θαυμαστό γεγονός.


 

Παραμονή εκλογών, βρίσκομαι στο Αεροδρόμιο- η ώρα τρεις μετά τα μεσάνυχτα. Στις τρεις και μισή πάω για επιβίβαση. Κόσμος πολύς. Στο ταξί μπήκε ένα παλικάρι.
-Καλημέρα! Πειραιά, παρακαλώ.
-Λεβέντη μου, στον ουρανό σε γύρευα, στη γη βρέθηκες!
-Γιατί το λέτε αυτό;
-Καλύτερη διαδρομή δεν θα μπορούσε να μου τύχει! Στον Πειραιά μένω και εγώ!
-Α, ωραία! Σε πάω στο σπίτι σου, ε;
-Ακριβώς. Είμαι άυπνη δεκαπέντε ώρες νομίζω πως έχω κι εγώ δικαίωμα ξεκούρασης και ύπνου.
-Δεκαπέντε ώρες οδηγείτε;
-Όχι, δεκαπέντε ώρες είμαι μέσα στο ταξί.
-Πώς αντέχεις τόσες ώρες; Και δεν... φοβάσαι τη νύχτα;
-Όταν έχεις δυνατή πίστη στον Θεό, δεν φοβάσαι τίποτε, νιώθεις ασφαλής.
-Έχεις δίκιο, βλέπω και τις εικόνες σου, ακούς και τον σταθμό της Εκκλησίας. Τα λόγια σου εκπέμπουν σιγουριά. Πράγματι, έχεις τον Θεό δίπλα σου! Χαίρομαι, όταν ακούω και βλέπω ανθρώπους, που πιστεύουν δυνατά, όπως και εσύ. Δεν ήταν τυχαίο που μπήκα στο ταξί σου, ήταν θέλημα Θεού. Πιστεύεις στα θαύματα;
-Και βέβαια πιστεύω.
-Θέλεις να σου πω ένα θαύμα, που έγινε στην οικογένειά μου;
-Με μεγάλη μου χαρά!
-Εργάζομαι στο Ισραήλ, στην Ελληνική Πρεσβεία Είμαι κοντά στον Πανάγιο Τάφο του Χριστού και τώρα ήρθα, για να ψηφίσω.
-Θα μου πεις πώς σε λένε;
-Νίκο.
-Ωραία! Εμένα Ράνια.
-Χαίρω πολύ.
-Λοιπόν, Ράνια, η κουνιάδα μου δεν μπορούσε να κάνει παιδί. Πήγε σε πολλούς γιατρούς στην Κύπρο, ήρθε στην Ελλάδα, πήγε Λονδίνο, Αγγλία- όμως όλοι της είπαν ένα μεγάλο όχι δεν μπορείς να γεννήσεις παιδί. Ωστόσο είχε φτάσει σαράντα ετών. Οι προσευχές και τα τάματα αμέτρητα. Ώσπου ο καλός Θεός τη λυπήθηκε. Στα σαράντα της έμεινε έγκυος. Καταλαβαίνεις τη χαρά μας. Την προσέχαμε όλοι σαν να ήταν κάτι πολύτιμο. Μη βήξει, μη φτερνιστεί, μην κατέβει μόνη της σκαλιά, τι θα φάει- την είχαμε μη στάξει και μη βρέξει! Ώσπου ήρθε η ώρα να γεννήσει και ήμασταν όλοι κοντά της.
Στο σαλόνι που περιμέναμε έρχεται μια νοσοκόμα με έναν άγγελο στα χέρια. Ήταν τόσο όμορφο μωρό, που ομορφότερο δεν είχα ξαναδεί. Ο γιος μου δεν ήταν τόσο ωραίος, όταν μου τον έφεραν να τον δω. Την επομένη ημέρα όμως μας ήρθε η δυσάρεστη είδηση. Ο γιατρός κάλεσε τον μπατζανάκη μου στο γραφείο το και του είπε πως το παιδί γεννήθηκε με ένα νεφρό και απ' αυτό το μισό ήταν χαλασμένο. Έπρεπε να αρχίσει αιμοκάθαρση. Η είδηση μας ήρθε κεραυνός στο κεφάλι!
Το τρέξαμε όπου μπορείς να φανταστείς, σ' όποιον γιατρό μάς έλεγαν, εμείς τρέχαμε. Πήγαμε στο εξωτερικό, πήγαμε παντού, δεν μπορούσε να γίνει τίποτε. Οι προσευχές νύχτα-μέρα δεν σταματούσαν. Όταν το παιδί έφτασε δύο ετών, η κουνιάδα μου είδε ένα όνειρο. Μη με ρωτήσεις τι. Δεν έχω καταλάβει καλά. Μου ζήτησε να έρθει στους Αγίους Τόπους, να προσκυνήσει.
Πράγματι ήρθε μαζί με το παιδί. Την έστειλα με μια ξεναγό να προσκυνήσει στον Πανάγιο Τάφο. Τι έγινε εκεί; Άκου τι μου είπαν. Όταν μπήκαν μέσα στην Εκκλησία, το μωρό έκλαιγε συνέχεια. Της λέει μια κυρία: «Γιατί κλαίει έτσι το παιδί σας;» -«Είναι άρρωστο», της απάντησε η κουνιάδα μου. Και τότε η κυρία της είπε: «-Βάλτε το παιδί σας πάνω στον Πανάγιο Τάφο και θα σταματήσει το κλάμα!»
Η κουνιάδα μου το ξάπλωσε πάνω στον Πανάγιο Τάφο. Όμως το παιδί σφάδαζε στο κλάμα. Εκείνη στεκόταν σα μαρμαρωμένη, δεν μπορούσε να κάνει ούτε μπρος ούτε πίσω. Το παιδί είχε αρχίσει να μελανιάζει* κάποια στιγμή κατάφερε και το πήρε στην αγκαλιά της. Όμως δεν μπορούσε να αναπνεύσει και το πήγαν εσπευσμένα στο νοσοκομείο. Εκεί του έβαλαν οξυγόνο. Την ίδια μέρα έφυγε για την Κύπρο.
Την επομένη το παιδί έπρεπε να πάει για αιμοκάθαρση. Εκεί, στα Ιεροσόλυμα, έχω γνωριστεί με έναν καλόγερο ασκητή, που όλο μου μιλάει για θαύματα. Όταν έφυγε η κουνιάδα μου, πήγα και τον συνάντησα και άρχισε πάλι να μου μιλάει για τον Θεό και για τα θαύματα, ώσπου ξαφνικά τον ακούω να λέει: «Πω, πω! Τι χειρουργείο ήταν αυτό! Το παιδί σφάδαζε στο κλάμα από τους πόνους!» «-Ποιο παιδί, γέροντα;» «-Το ανιψάκι σου, βρε! μου απάντησε. Άγγελοι το χειρούργησαν και του έβαλαν δύο γερά νεφρά!!!» «Α, ο γέροντας τρελάθηκε», είπα μέσα μου, «και όλα τα θαύματα που μου λέει φαντασίες του είναι». Όταν σηκώθηκα να φύγω, με χτύπησε στην πλάτη και μου είπε: «-Άντε, θα κάνεις και κόρη!»
Έφυγα λυπημένος, με τη βεβαιότητα ότι ο γέροντας είχε χάσει τα μυαλά του εκεί στην ερημιά και στη μοναξιά του. Μπήκα στο αυτοκίνητο μου να πάω στην Πρεσβεία, όταν χτύπησε το κινητό μου. Ήταν η γυναίκα μου. Μου μιλούσε και έκλαιγε- δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε, μόνο μια φράση ξεχώρισα: «-Νίκο, το παιδί μας είναι καλά!» Προσπάθησα να την ηρεμήσω, για να καταλάβω τι μου λέει. Και μου είπε τα ίδια λόγια του γέροντα: «-Το παιδί μας έχει δύο γερά νεφρά!»
Έπαθα σοκ! Γύρισα πίσω και πήγα στον γέροντα. Το μυαλό μου μπερδεμένο, οι σκέψεις μου άτακτες, πετούσαν εδώ και εκεί. Έφτασα στον γέροντα και για πρώτη φορά γονάτισα μπροστά του και του φιλούσα τα χέρια. «-Είσαι άγιος!» ψιθύρισα «-Παιδί μου, μην το ξαναπείς αυτό. Άγιος είναι μόνο ο Θεός!»
Σε μια εβδομάδα μου ήρθε η επόμενη ευχάριστη είδηση. Η γυναίκα μου ήταν έγκυος. Με το: «Νίκο, αγάπη μου», που μου είπε, θυμήθηκα τα λόγια του γέροντα. «- Μη πεις τίποτα άλλο. Είσαι έγκυος!» «-Ναι, πού το ξέρεις;» «-Μου το είπε ο καλόγερος, ο φίλος μου, και είναι κοριτσάκι!»
Από το θαύμα που έγινε στο ανιψάκι μου πίστεψα πολύ βαθιά στον Θεό. Κανείς και για τίποτε αυτή την πίστη δε θα την κλονίσει. Αν κάποτε αποφασίσεις να έρθεις στα Ιεροσόλυμα, θα χαρώ να έρθεις να με βρεις, θα με ζητήσεις στην Πρεσβεία. Θα πεις θέλω το Νίκο τον Πειραιώτη.
Ωστόσο έχουμε φτάσει στον Πειραιά- εγώ δεν μπορώ να αρθρώσω λέξη, αλλά ούτε και να κατέβω να βγάλω τη βαλίτσα του Νίκου από το πορτ-μπαγκάζ .
Πηγή: ΒΙΒΛ. ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΑ ΤΕΙΧΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ . ΠΟΡΦΥΡΙΑ ΜΟΝΑΧΗ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ. "ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ..... ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ;".




        Πολλές φορές ἀγαπητοί μου συζητώντας μεταξύ μας ἤ καί ἀπό ἄμβωνος ἐμεῖς οἱ κληρικοί, μιλοῦμε γιά μετάνοια. Ἰδιαίτερα σέ περιόδους στίς ὁποίες ἡ ζωή μας στενεύει, δυσκολεύει καί γίνεται προβληματική, ὅπως τώρα στήν πανδημία ἤ καί λίγο πρίν στά μνημόνια, ἀναφυόταν ἀναμεσά μας ποιό ἔντονα ἡ συναίσθηση τῆς μετάνοιας. Ἀναγνωρίζοντας ὅτι τό πρόβλημα τό ὁποίο ἔχει ἀνακύψει στή ζωή μας, ἔχει προκληθεῖ καί ἀπό τή δική μας τήν ὑπαιτιότητα διά τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, ἀναλογιζόμενοι τήν εὐθύνη μας γι αὐτό, ἀναγνωρίζουμε τήν μετάνοια ὡς καθῆκον, ὅσο μᾶς ἀφορᾶ γιά νά λυτρωθοῦμε ἀπό τό πρόβλημα πού μᾶς ταλανίζει.

          Δέν εἶναι ἐπίσης λίγες οἱ φορές πού τό κακό πού μᾶς βρίσκει, τό κάνουμε καί μιά ἀναγωγή στό Θεό. Ὁ Θεός, πού βλέπει τήν κακία μας, τήν ἁμαρτωλότητά μας καί τίς ἀνάλογες πράξεις μας, στέλνει ἤ στήν καλύτερη περίπτωση ἐπιτρέπει τό κακό, ὡς τιμωρία καί παραδειγματισμό. «Μέ τόσα πού βλέπει ὁ Θεός τί νά κάνει; Θά μᾶς κάψει! Πάλι καλά πού βάσταξε μέχρι τώρα». Καί ἔτσι, δέν ξέρω ἄν τό καταλαβαίνουμε, κάνουμε τόν ἀληθινό Θεό τῆς ἀγάπης, τῆς θυσίας καί τῆς προσφορᾶς, ἕνα Ὀλύμπιο θεό γεμάτο μέ ἀνθρώπινα πάθη ἔτοιμο νά ξεσπάσει ἀναλόγως τίς ἀνάγκες καί τίς διαθέσεις του. Σάν νά μήν εἴμαστε χριστιανοί! Σάν νά μήν ἔχουμε γνωρίσει ἀκόμη Τόν σταυρωμένο Θεό τῆς ἀγάπης....

          Καμιά φορά σκέφτομαι καί λέω ὅτι εἶναι σάν νά μήν ἦλθε ποτέ ὁ Θεός στή γῆ μας! Σάν νά μήν μᾶς ἀποκαλύφθηκε ποτέ! Σάν νά μή γίναμε ποτέ παιδιά Του! Ὁπότε ὅταν ξανάρθει στή Δευτέρα Παρουσία Του, δέν θά εἶναι ἄδικο νά μᾶς κρίνει, ἀφοῦ γιά ἐμᾶς, μετά ἀπό 2021 χρόνια παραμένει ἄγνωστός; Μήπως λόγω τῆς ἀτέλειωτης ἀγάπης Του καί τῆς φιλανθρωπίας Του, θά ἔπρεπε νά ἔλθει μία φορά ἀκόμη; Νά ξαναγενηθεῖ σέ ἕνα φτωχό μέρος καί νά ζήσει ξανά, ὅλα ὅσα ξέρουμε ἀπό τήν Καινή Διαθήκη; Νά μᾶς δώσει ἄλλη μία εὐκαιρία σωτηρίας πρίν τή δίκαιη κρίση Του;

          Ἀλλά καί πάλι λέω: Ἄντε καί γίνεται! Καί μετά ἀπό αὐτό κάποιοι ἀπόγονοί μας, καθιερώσουν ἄλλη μία ἐπέτειο γεννήσεώς Του, Χριστούγεννα, θά μᾶς βοηθήσει πραγματικά στό νά ἀλλάξουμε πρός τό καλύτερο, πρός καθ’ὁμοίωσή Του; Οἱ ἀπόγονοί μας θά γίνουν πραγματικά παιδιά Του; Γιορτάζοντας δύο φορές Χριστούγεννα σέ ἕνα χρόνο, θά γίνουμε καλύτεροι ἄνθρωποι; Ἴσως... Ὅμως ἄν σκεφθοῦμε ὅτι δύο χιλιάδες χρόνια καί.., γιορτάζουμε Χριστούγεννα, τί ἄλλαξε στή ζωή μας πραγματικά; Ἐμεῖς, ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς, μέχρι νά κλείσει τά μάτια του καί νά πάει στό Θεό ὅπως λέμε, πόσες φορές στή ζωή μας ζοῦμε Χριστούγεννα; Αὐτό δέν εἶναι μία χάρη καί μία εὐκαιρία ἀπό Θεοῦ, γιά νά καταλάβουμε ὅλα αὐτά πού ἀναφέρουμε καί ἔτσι νά Τόν γνωρίσουμε, νά Τόν πιστέψουμε, νά Τόν κάνουμε πραγματικά Πατέρα μας καί νά ἐνεργοποιηθεῖ ἐπιτέλους ἡ δεδομένη ἀπό Αὐτόν γιά ἐμᾶς υἱοθεσία; 

          Ἀλλά καί ἄν θά ξαναερχόταν στή γῆ μας, ὡς ἄνθρωπος, θά εἴχαμε ἀλλο Εὐαγγέλιο; Θά μᾶς δίδασκε ἄλλα πράγματα; Θά μᾶς μιλοῦσε ἀλλιῶς; Κάποιοι ἀπό ἐμᾶς καμιά φορά τό λένε αὐτό. «Σήμερα ὁ κόσμος ἄλλαξε, προόδευσε. Τότε πού γεννήθηκε ὁ Χριστός ἦταν ἀλλιῶς, ποιό ἀπλοί οἱ ἄνθρωποι. Ἀν ἐρχόταν ξανά θά μᾶς μιλοῦσε ἀλλιῶς, σύγχρονα. Θά ἄλλαζε καί πολλά ἀπό αὐτά πού μᾶς λένε οἱ παπάδες!». Ὑποθέσεις κάνουμε. Δέν ξέρουμε πῶς θά μᾶς ἀντιμετώπιζε καί τί θά μᾶς ἔλεγε;

          Νομίζω ὅμως πώς δέ θά ἔλεγε κάτι διαφορετικό ἀπό αὐτά πού ἔχει ἤδη πεῖ. Μπορεῖ νά τό ἔλεγε μέ ἕνα τρόπο ποιό κατανοητό σέ ἐμᾶς τούς σύγχρονους. Ναί αὐτό θά μποροῦσε νά τό κάνει ὡς παντοδύναμος. Ὅμως τό νόημα τῶν λόγων Του καί ὁ πυρῆνας τῆς διδασκαλίας Του θά ἦταν αὐτός πού ἦταν καί ὅταν πρωτοῆρθε στή γῆ μας. Θά μᾶς ἔλεγε αὐτό πού μᾶς λέει καί σήμερα, Κυριακή μετά τῶν Φώτων 2021, μέσα ἀπό τήν εὐαγγελική περικοπή: «Μετανοεῖτε! Ἠγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Μετανοήστε. Ζήσετε τή ζωή σας ὡς μία συνεχή μετάνοια. Γιατί ἡ Βασιλεία Μου, εἶναι ἤδη μαζί σας!

          Ἐπειδή ἡ ἀνακολουθία εἶναι δικό μας χαρακτηριστικό, ἐμεῖς λέμε καί ξελέμε, τό νά ἀλλάζουν τά λεγόμενα κάποιου ἀφορᾶ ἐμᾶς. Ὁ Θεός ὅμως, εὐτυχῶς, εἶναι σταθερός καί συνεπής στά λεγόμενά Του καί τίς ὑποσχέσεις Του. Γι αὐτό καί εἶναι ἀξιόπιστος! Γιατί εἶναι μιά σταθερή δύναμη μέ λόγο καί συνέπεια στήν ὁποία μποροῦμε νά πιστέψουμε, νά ἐμπιστευθοῦμε, νά στηριχθοῦμε! Καί κυρίως, μέ σταθερό καί ἀπαράλακτο θέλημα, τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

          Ἀκριβῶς γι αὐτό συνεχίζει τό κήρυγμα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, αὐτοῦ πού ἦλθε γιά νά προετοιμάσει τόν κόσμο νά Τόν δεχθεῖ. «Μετανοεῖτε!». Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τό ἱερό κείμενο, ὅταν ὁ Χριστός ἔμαθε πώς συνελήφθει ἀπό τόν Ἠρώδη ὁ τίμιος Πρόδρομος, ἐφυγε ἀπό τά περίχωρα τοῦ Ἰορδάνου καί πῆγε στήν Καπερναούμ. Σέ μιά περιοχή ὅπου ζοῦσαν καί πολλοί ἐθνικοί, δηλαδή μή Ἰουδαίοι ἄρα ὑπῆρχαν καί εἰδωλολάτρες καί ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶ τό κηρυκτικό ἔργο Του. Ἀπό τή Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν.Ἔτσι ἐκπληρώνεται καί ἡ προφητεία τοῦ προφήτη Ἠσαΐα, κάτι λέγαμε γιά τή συνέπεια τοῦ Θεοῦ. 

          «Μετανοεῖτε» λοιπόν. Πόσο ἀρχαία εἶναι ἡ λέξη αὐτή; Πόσο παλιά εἶναι ἡ παρότρυνση γιά μετάνοια; Ἀπό πότε ὑπάρχει στή ζωή μας; Ἀπό πότε θά ἔπρεπε νά ἔχει γίνει; Εὐτυχῶς μᾶς ἀγαπάει πραγματικά ὁ Θεός! Μήπως τελικά δίπλα στή λέξη πίστη, θά πρέπει νά βάλουμε καί τή λέξη μετάνοια; Ὅταν λέμε ὅτι ἐγώ πιστεύω ταυτόχρονα νά ἐννοοῦμε καί ὅτι ἐγώ μετανοῶ; Ἀλλά τί εἶναι ἡ μετάνοια; Εἶναι ἀπλά ἡ μεταμέλεια γιά κάτι πού ἔχω κάνει, ἐν προκειμένῳ ἁμαρτία;

          Ὄχι δέν εἶναι αὐτό. Ἐνδεχομένως ἔτσι νά τό καταλαβαίνουμε, γενεές τώρα, καί γι αὐτό δέν ἔχουμε μετανοήσει ἀκόμα! Ἡ μετάνοια δέν εἶναι ἡ μεταμέλεια. Αὐτό εἶναι μόνο ἡ ἀρχή! Οὔτε εἶναι ἡ μετάνοια μόνο, ὅπως πολλές φορές λέμε ἐξηγώντας τή λέξη, ἡ ἀλλαγή τοῦ τρόπου σκέψης (ἀλλαγή τοῦ νοός). Μετάνοια εἶναι ἡ ἀλλαγή τοῦ ὅλου ἀνθρώπου, ὅλων τῶν δυνάμεων τῆς ὑπάρξεώς του. Μετάνοια εἶναι ὁ πλήρης προσανατολισμός τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Χριστό-Θεό. Μετάνοια εἶναι ἡ μεταστροφή καί τό δόσιμο στό Θεό καί τοῦ μυαλοῦ καί τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ εὐθυγράμμισή τοῦ θελήματος μας πρός τό θέλημά Του. Γι αὐτό στό Πάτερ ἡμῶν, λέμε: «...γενηθήτω τό θέλημά σου...».

          Ἡ μετάνοια ὅμως εἶναι καί ἕνα βίωμα. Ἕνα βίωμα πού δέν ἐνεργεῖται κατά μόνας, ἀλλά ἐν συνόλῳ. Ἡ μετάνοια εἶναι κάτι πού ἀφορᾶ τόν καθένα μας προσωπικά (ἐλευθερία), ἀλλά ἐκπληρώνεται, ὁλοκληρώνεται καί ἐπιτυγχάνεται σέ κοινωνία μέ τούς ἄλλους, τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς (ἡ ἐλευθερία ὡς ἀγαπητική συνύπαρξη-ἀναγνώριση τοῦ ἀδελφοῦ χριστιανοῦ). Ἡ μετάνοια εἶναι τελικά ἕνα ἐκκλησιαστικό γεγονός καί ἐνεργεῖται καί ἀτομικῶς ἀλλά καί συνολικά, ἐκκλησιαστικά. Κι αὐτό γιατί ὁ Θεός μᾶς βλέπει καί μᾶς θέλει σωσμένους ὡς Ἐκκλησία. Πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία Του! Πού εἶναι τό σῶμα Του! Αὐτή γιά τήν ὁποία ἔγινε ἄνθρωπος καί ἔχυσε τό ἅγιο αἶμα Του!

          Αὐτό μᾶς ἐπισημαίνει καί ἡ ἀποστολική περικοπή τῆς ἡμέρας, πού εἶναι ἀπό τήν πρός Ἐφεσίους τοῦ ἀπ. Παύλου. Στήν ὁποία ὁ ἀπόστολος τονίζει ὅλους ὁ Θεός μᾶς χαριτώνει, ἄν τό καταλαβαίνουμε, καί πώς τό ὅποιο χάρισμα ἤ χαρίσματά μας τά δίνει ὄχι γά νά ξεχωρίζουμε ὡς μονάδες, ἀτομικά. Μᾶς τά δίνει γιά νά γινόμαστε ὁ ἕνας βοήθεια καί συμπλήρωμα τοῦ ἄλλου ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ. Ἐτσι ὅλοι μας ἐπίσης  νά γινόμαστε στοιχεία μέ τά ὁποία στόν κόσμο αὐτό φαίνεται ἡ Ἐκλλησία ὡς ἔργο τοῦ Θεοῦ. Μέσα δέ ἀπό τήν λειτουργία αὐτή ὁ ἕνας νά ὡφελεῖ τόν ἄλλον καί νά τόν βοηθᾶ στήν κατά Χριστόν ὁλοκλήρωσή του. Κάπως ἔτσι νά ἐνεργεῖται καί ἡ περιβόητη, περιπόθητη καί πολυσυζητημένη μετάνοια. Ὁ ἕνας νά βοηθᾶ τόν ἄλλον ὡς πρός αὐτό.

          Καλή χρονιά. Καλή μετάνοια ἀδελφοί μέ τή βοήθεια τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.

          

ΤΑ ΗΘΙΚΑ ΕΦΟΔΙΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ.

 



Τά πνευματικά καί ἠθικά ἐφόδια πού παρέχει τό μοναδικό ἐγχειρίδιο τῆς ζωῆς, τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἐκείνα πού μεταβάλλουν τόν ἄνθρωπο καί τό ἔργο του. Τό Εὐαγγέλιο λύνει ὅλα τά προβλήματα καί διδάσκει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο πῶς νά κερδίζει τά ὑλικά ἀγαθά γιά τή ζωή, ἀλλά καί πῶς νά τά χρησιμοποιεῖ καί νά ζεῖ ἀληθινά μέσα στήν ἀνθρώπινη κοινωνία καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ

ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ.


Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· 

Στόν Ἰορδάνη καθώς βαπτιζόσουν Κύριε, φανερώθηκε σέ ἐμᾶς ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός (Ἁγία Τριάδα)  στόν ὁποίο ὁφείλεται προσκύνηση ἀπό ἐμᾶς...

τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα·

...Ἡ φωνή τοῦ Πατρός (τοῦ πρώτου προσώπου) πού τό ὑποστατικό ἰδιωμά Του εἶναι ὅτι γεννᾶ,  Σέ ἐπιβεβαίωνε, δηλώνοντας Σε Υἱό ἀγαπητό...

καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές. 

...Καί τό τρίτο πρόσωπο, τό Ἁγιο Πνεῦμα πού παρουσιάστηκε ὡς περιστέρι, βεβαίωνε τήν ἀλήθεια τῆς Πατρικῆς φωνῆς...

Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι. 

Χριστέ ὁ Θεός πού μᾶς φανερώθηκες καί ἔτσι φωτίστηκε ὁ κόσμος μας,  δόξα σέ Ἐσένα.
 

-------------------------------------------------------------


Ἐπεφάνη ὁ Σωτήρ, ἡ χάρις ἡ ἀλήθεια, ἐν ῥείθροις τοῦ Ἰορδάνου,

  Φανερώθηκε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, πού εἶναι ἡ Χάρις καί ἡ Ἀλήθεια, στά νερά τοῦ Ἰορδάνη...

 καὶ τοὺς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ, καθεύδοντας ἐφώτισε• 

... καί φώτισε αὐτούς πού κοιμόταν στό σκοτάδι καί στήν βαριά σκιά.. 

 καὶ γὰρ ἦλθεν ἐφάνη, τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον. 

...Ἧλθε λοιπόν καί μᾶς φανερώθηκε, τό θεϊκό φῶς, τό ὁποίο κανείς δέν μπορεῖ νά πλησιάσει. 



Ὁ Χριστός ὁ ἀληθινός Θεός μας, πού βαπτίστηκε στόν Ἰορδάνη ποταμό ἀπό τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, γιά νά σωθοῦμε ἐμεῖς, νά φωτίζει καί μᾶς ἐνισχύει στό δρόμο τῆς ζωῆς μας καί νά μᾶς χαρίζει  χαρά καί ἐλπίδα. 

Καλή χρονιά, χρόνια πολλά.

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΣ.

 



        Ἡ πίστη, ὁ ἁγιασμός καί ἡ σωτηρία δέν εἶναι ἀτομικά γνωρίσματα καί οὔτε προσωπικά ἐπιτεύγματα. Εἶναι καρποί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Πιστεύω, ἁγιάζω καί σώζομαι, ὄχι γιατί εἶμαι καλός ἄνθρωπος, ἀλλά γιατί εἶμαι ἐνεργό μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό χωράφι τοῦ Θεοῦ καί ὁ δικός μας ἁγιασμός καί ἡ πίστη εἶναι καρπός τῆς μετοχῆς μας στή ζωή τὴς Ἐκκλησίας.

Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.





 
             Σύν Θεῷ ἀγαπητοί μου βρισκόμαστε γιά ἄλλη μιά φορά στή ζωή μας, στήν ἀρχή ἑνός καινούργιου χρόνου. Ὅπως κάθε ἀρχή καινούργιου χρόνου, ἔτσι καί φέτος γεμίζουν τίς καρδιές μας αἰσθήματα εὐχάριστα,αἰσθήματα χαρᾶς. Κάθε ἀρχή εἶναι καί κάτι καινούργιο. Κάθε ἀρχή εἶναι μία εὐκαιρία νά κάνουμε κάτι καλύτερο γιά ὅ,τι μᾶς ἀφορᾶ στή ζωή.   Νά κάνουμε μία ἐπανεκίνηση. Μέ τό μηδενισμό τοῦ παλαιοῦ ἔτους, νά μηδενίσουμε καί ἐμείς ὅ,τι κακό ἔχουμε καί κουβαλᾶμε στή ζωή μας. Μέ τήν ἀρχή τοῦ νέου χρόνου μέ αἰσιοδοξία καί μέ πίστη νά προσπαθήσουμε νά κάνουμε ὅ,τι καλύτερο μποροῦμε, ὅ,τι δέν μπορέσαμε νά πετύχουμε τό χρόνο πού τελείωσε.

          Τό γεγονός τῆς λήξεως καί τῆς ἀλλαγῆς τοῦ χρόνου εἶναι κάτι πολύ καλό. Ἄν  καί στήν πραγματικότητα αὐτό δέν ὑφίσταται. Δέν ὑφίσταται γιατί ὁ χρόνος εἶναι ταυτισμένος μέ τή ζωή, μέ τή δημιουργία. Εἶναι μία εὐθεία γραμμή πού ἀρχή ἔχει τό «γενηθήτω» τοῦ Θεοῦ καί τέλος τή Δευτέρα Παρουσία Του, πού θά εἶναι καί τό τέλος τῆς ἱστορίας αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἡ ζωή μας εἶναι ταυτισμένη μέ τή ροή τοῦ χρόνου, ὁ ὁποίος ὅπως καταλαβαίνουμε εἶναι κάτι ἀνεξάρτητο ἀπό ἐμᾶς. Ἐμεῖς εἴμαστε μέσα σ΄αὐτόν.

Στή ροή του γενιόμαστε, μεγαλώνουμε, πεθαίνουμε καί μετά ἀπό ἐμᾶς κάποιοι ἄλλοι καί ἔτσι ἐναλλασόμαστε ὡς ὑπάρξεις, ὅμως αὐτό δέν ἀφορᾶ καθόλου τό χρόνο, ὁ ὁποίος ρέει διαρκῶς. Κάθε στιγμή του εἶναι ἀνεπανάλειπτη. Αὐτά εἶναι δυσάρεστα γιατί μᾶς θυμίζουν τήν φθαρτότητά μας καί τό πεπερασμένο τῆς ζωῆς. Μέσα ἀπό αὐτό ὅμως ἀποκτᾶ νόημα καί σημασία ἡ ἀρχή κάθε χρόνου, γιατί μᾶς δίνει δικαίωμα στήν ἐλπίδα καί στήν ἀξία τοῦ ὅτι ἐφ΄ὅσον ζῶ, μπορῶ ἀκόμη νά κάνω πολλά, νά βελτιωθῶ καί νά ὁρίσω καλύτερα τή ζωή μου.

Σέ μία τέτοια συγκυρία καί ἡ αὐριανή εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς πρό τῶν Φώτων, μᾶς ὁμιλεῖ γιά μία ἀρχή.  Γιά μία ἀρχή πού εἶναι ἡ σημαντικότερη αὐτοῦ τοῦ κόσμου πού ἔγινε ποτέ. Καί εἶναι τέτοια γιατί ἀφορᾶ κάτι πού εἶναι θεϊκό, γιά κάτι πού ἔχει τή δύναμη νά ἀλλάξει τόν κόσμο. Αὐτόν τόν ψεύτικο ὅπως λέμε καμιά φορά. Ποιά εἶναι αὐτή; Εἶναι ἡ «ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ», ὅπως σημειώνει ὁ Ἱερός εὐαγγελιστής Μᾶρκος.

Πῶς γίνεται αὐτή ἡ ἀρχή; Γίνεται μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὁ ὁποίος ὀνομάστηκε ἔτσι γιατί προετοίμασε τό «δρόμο» γιά νά περάσει ὁ Χριστός. Πρίν τό «δρόμο» δηλαδή τήν ἐμφάνιση καί τό πέρασμα τοῦ θεανθρώπου Χριστοῦ ἀπό τόν κόσμο μας, ἐμφανίστηκε ὁ τελευταίος τῶν προφητῶν Ἰωάννης, γιά νά ἐτοιμάσει τόν κόσμο πρός ὑποδοχή Αὐτοῦ.    

Ὡς ἕνας κήρυκας, ὡς φωνή ὅπως ἀναφέρει τό ἱερό κείμενο, ἐμφανίστηκε στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καί καλοῦσε αὐτούς πού Τόν περιμένανε (τούς Ἰσραηλίτες) νά ἐτοιμαστοῦν γι αὐτό. Δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά ποῦμε πώς ὁ τίμιος Πρόδρομος, ὡς παρουσία, ἦταν μία φωνή, μία βοή. Μιά σειρήνα πού χαλοῦσε τήν ὑσηχία τῆς ἐρήμου, μέ τή στεντόρια φωνή του, καί καλοῦσε σέ μετάνοια τούς ὁμοεθνεῖς του.

Τούς μιλοῦσε γι Αὐτόν πού ἔρχεται καί πώς πρέπει νά ἐτοιμάσουν τό δρόμο γιά νά περάσει. Αὐτός ὁ δρόμος δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τή μετάνοια, τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί τήν παραδοχή της, δηλαδή τήν ἐξομολόγηση της. Ἔτσι πλήθη συνέρεαν στόν Ἰορδάνη. Ὅπου μπροστά στόν Ἰωάννη ἐξομολογοῦντο τίς ἁμαρτίες τους κι αὐτός τούς ἔδινε ἄφεση, ξεπλένοντάς τους μέ τό νερό τοῦ ποταμοῦ. Γιά νά καθαρθοῦν καί ἔτσι νά εἶναι ἔτοιμοι πρός ὑποδοχή τοῦ Μεσσία Χριστοῦ.  

Ὅπως λέει τό ἱερό κείμενο τούς ἐφιστοῦσε  τήν προσοχή πώς ἔρχεται μετά ἀπό αὐτόν ἰσχυρότερος του, τοῦ ὁποίου δέν εἶναι ἱκανός οὔτε τό κορδόνι ἀπό τό ὑπόδημά Του νά λύσει. Τό ἔκανε δέ αὐτό γιατί πολλοί δέν καταλάβαιναν καί ἐκλάμβαναν τόν Ἰωάννη ὡς τόν προσδοκόμενο Μεσσία. Τούς ξεκαθάριζε ἔτσι πώς δέν εἶναι αὐτός ὁ προσδοκόμενος καί πώς καί αὐτός Τόν περιμένει. Γιά νά τονίσει δέ καλύτερα αὐτό, τούς ἔλεγε πώς θά λάβουν κι ἀπό Αὐτόν βάπτισμα. Ἀλλά τό βάπτισμα Του δέν θά εἶναι ἀπό νερό ἀλλά ἀπό τό Ἅγιο Πνεύμα, τό ὁποίο θά ἔχουν τή δυνατότητα καί νά τό λάβουν.

Αὐτή πραγματικά θά εἶναι μία ἀρχή πού παρόμοιά της δέν εἶχε ξανασυμβεῖ. Εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀποκαλύψεώς Του, ἡ ἀρχή τῆς φανέρωσης τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεοφάνεια. Γι αὐτό καί στό ἀντίστοιχο ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας, ὁ ἀπ. Παύλος, τονίζει πρός τό μαθητή του Τιμόθεο καί τόν παρακαλεῖ: «Παιδί μου Τιμόθεε νά ἔχεις ξεκαθαρισμένη κρίση γιά νά τά ἀντιμετωπίσεις ὅλα. Νά κακοπαθήσεις, νά ἐργασθεῖς γιά τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, νά ἐκπληρώσεις τό καθήκον σου στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.

Γιατί ἐγώ ἧλθε ἡ ὥρα μου νά χύσω τό αἶμα μου σπονδή στό Θεό, ἔφτασε ὁ καιρός νά φύγω ἀπό τόν κόσμο. Ἀγωνίστηκα τόν ὡραίο ἀγώνα, ἔτρεξα τό δρόμο ὥς τό τέλος, φύλαξα τήν πίστη. Τώρα πιά μέ περιμένει τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης, πού μέ αὐτό θά μέ ἀνταμείψει ὁ Κύριος ἐκείνη τήν ἡμέρα, ὁ δίκαιος κριτής. Κι ὄχι μόνο ἐμένα, ἀλλά καί ὅλους ἐκείνους πού περιμένουν τόν ἐρχομό Του».  Ὁ ἐρχομός στόν ὁποίον ἀναφέρεται ὁ ἀπ.Παύλος, εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ὁποία θά εἶναι ὅπως προείπαμε τό τέλος τοῦ χρόνου καί ἡ ἀρχή μίας ἄλλης, καινούργιας ζωῆς. Γιά νά μιλᾶμε γιά Δευτέρα Παρουσία, σημαίνει πώς ἔχει προηγηθεῖ μία ἄλλη πρώτη. Αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό αὐτή πού γιορτάσαμε πρίν λίγες ἡμέρες, τά Χριστούγεννα. Καί πού ὡς πλήρης Θεοφάνεια, δηλαδή ἐμφανή παρουσία τῆς Ἁγίας Τριάδος, συνέβη κατά τή βάπτιση τοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη. Κατά τήν ὁποία τό δεύτερο πρόσωπο, ὁ Υἱός, ἦταν παρόν ὡς ἄνθρωπος. Τό πρώτο πρόσωπο, ὁ Πατήρ, φάνηκε ὡς φωνή ἡ ὁποία ἐπιβεβαίωνε τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ ὡς Υἱοῦ τοῦ Πατρός. Τό τρίτο πρόσωπο, τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐμφανίστηκε ὡς περιστέρι.

Ἀγαπητοί μου·

Στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ νέου χρόνου ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ ζωή μας ὡς χριστιανῶν, εἶναι μία ζωή πού εἶναι κοινωνία μέ τό ζῶντα Θεό. Ὁ Ὁποίος μᾶς φανερώθηκε κάποτε καί μᾶς κάλεσε σέ μία ἀρχή, σέ μία νέα ζωή πού θά εἶναι γεμάτη ἀπό Θεό. Αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Μέ τή βάπτισή μας γινόμαστε μέλη της καί ταυτόχρονα γινόμαστε καί μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εἴμαστε κοινωνοί τοῦ Θεοῦ.

 Ὁ Θεός εἶναι ἐκτός χρόνου, ἄρα κι ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία Του διά τῆς σχέσεως μαζί Του μποροῦμε νά νικήσουμε τό χρόνο. Νά γίνουμε τό αἰώνιο παρόν, αὐτό δηλαδή πού εἶναι καί ὁ Θεός. Ἄς θυμηθοῦμε. Τά γεγονότα της ἡ Ἐκκλησία τά ζεῖ πάντα «σήμερον». Σήμερον γεννᾶται. Σήμερον βαπτίζεται. Σήμερον κρεμᾶται. Ἔτσι μποροῦμε πάντοτε νά εἴμαστε μία κατάσταση ἀρχῆς, ὅπως τήν καταλαβαίνουμε στήν καθημερινότητά μας.

Νά εἴμαστε δηλαδή μία κατάσταση συνεχοῦς αἰσιοδοξίας, ἐλπίδας, θάρρους καί δυνάμεως ἀπό Θεοῦ καί σύν Θεῷ! Ἀς μήν ἀφήσουμε τήν εὐκαιρία νά πάει χαμένη. Ἄς εἶναι ἐφέτος γιά ὅλους μας ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου, μία ἀρχή πού θά εἶναι συνεχής ἀλλά ὅμως διά τοῦ Θεοῦ θά εἶναι μία πρόοδος καί μία ἐξέλιξη γιά ἕναν παραγματικά καλύτερο κόσμο, γιά μία πραγματικά καλύτερη ζωή!