ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. (ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ) Ο ΘΕΟΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΗ ΓΗ, ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΕΒΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ.

  

ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4/i-ensarkosi-toy-theoy.

 

Ἡ Παρθένος σήμερον τόν ὑπερούσιον τίκτει καί ἡ γῆ τό σπήλαιον τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετά Ποιμένων δοξολογοῦσι. Μάγοι δέ μετά ἀστέρος ὁδοιποροῦσι, δι’ ἡμᾶς γάρ ἐγεννήθη παιδίον νέον ὁ πρό αἰώνων Θεός.

Δέν εἶναι ἀπλό. Δέν εἶναι εὔκολο ἀγαπητοί μου, ὁ ἄνθρωπος νά μπορέσει νά ἀντιληφθεῖ, νά καταλάβει τό μεγαλείο καί τό μυστήριο τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι ἐπίσης εὔκολο νά μπορέσει νά ἀποδώσει μέ λόγια ἤ μέ ὕμνους τά διάφορα γεγονότα, τά  ὁποία ἀποδεικνύουν τήν ἄπειρη ἀγάπη Του γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο πού ζεῖ. Τά ὁποία εἶναι ἔργα τῶν χειρῶν Του καί ἀποκάλυψη τῆς ὑπάρξεώς Του.

Ὅταν κάποτε καταφέρνει νά κάνει κάτι ἀπό αὐτά, συμβαίνει γιατί ὁ ἵδιος ὁ Τριαδικός Θεός μέ τή χάρη Του τόν βοηθᾶ σέ αὐτό. Στήν περίπτωση πού μέ λόγια ὑμνεῖ τό μεγαλειῶδες μυστήριό Του, εἶναι τότε πού ἡ καρδιά καί τό μυαλό ἔχουν φωτισθεῖ ἀπό τή θεία χάρη. Τότε τό χέρι εἶναι θεοκίνητο καί ἀποτυπώνει ἐπάνω στό χαρτί ἤ παλαιότερα στόν πάπυρο ἤ στήν περγαμηνή μέ κτιστά λόγια τό ἄκτιστο μεγαλείο Του.

Ἔτσι ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τό τροπάριο πού προαναφέραμε καί τό ὁποίο εἶναι τό κοντάκιο τῆς ἐορτῆς, τῆς μεγάλης καί ἀνεπανάληπτης ὡς γεγονός, αὐτό τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μας. Ἤ καλύτερα τῆς ἐνσαρκώσεως, τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ δευτέρου προσώπου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ καί Λόγου Του.

Ὁ ὑμνογράφος, φωτισμένος καί χαριτωμένος ἀπό ἄνωθεν, μέ λίγα λόγια περιγράφει τό γεγονός καί μᾶς δίνει μία σημαντική διάσταση του. Ποιά εἶναι αὐτή;  Ὅτι δι αὐτοῦ, ἐνώνεται ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, ὁ Θεός μέ τόν ἄνθρωπο.

Ἀτενίζοντας θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὁ ὑμνογράφος, τό γεγονός τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ, βλέπει μία συνεργασία τῶν ἄνω καί τῶν κάτω. Βλέπει ἀρχικά τήν Παναγία μας, τήν Παρθένο Μαρία. Τήν ὁποία τήν ὀνομάζει ἀκριβῶς ἔτσι. Παρθένο. Ἡ Παναγία Πᾳρθένος λοιπόν γεννᾶ Τόν ὑπερούσιο. Ἐδῶ εἶναι καί τό πρώτο παράδοξο γιά τόν ἄνθρωπο, τόν κάτοικο τῆς γῆς.

Ἡ Μαριάμ, μία γυναίκα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, δηλαδή ἕνα ὄν πού ἔχει ὕλη, ἔχει οὐσία, γεννᾶ Τόν ὑπερούσιο. Αὐτόν πού εἶναι ὑπεράνω πάσης οὐσίας, δηλαδή εἶναι ἄϋλος. Ἡ οὐσία Του εἶναι μυστήριο ἀκατανόητο καί ἀπροσπέλαστο ἀπό κάθε ὑλικό κτίσμα. Καί ὅμως, ἐπειδή ὁ Ἵδιος τό θέλει, κινούμενος ἀπό ἀγάπη γιά τό πλᾶσμα Του, ἐπιτρέπει σέ ἕνα τέτοιο νά Τόν φέρει ὡς ἄνθρωπο στόν κόσμο. Πού καί αὐτός εἶναι ἔργο τῶν χειρῶν Του.   

Στό ὑπερκόσμιο αὐτό ὅμως γεγονός συμμετέχει καί γῆ, ὁ τόπος στόν ὁποίο κατοικεῖ τό πλᾶσμα τοῦ Θεοῦ. Πῶς συμμετέχει; Προσφέρει τό σπήλαιο. Τό ἄψυχο καί ὑλικό δημιούργημα σάν νά εἶναι ἔμψυχο καί μέ αἰσθήματα, ἀναγνωρίζοντας τήν τιμή καί τό μεγαλείο πού τοῦ γίνεται, θέλει νά βοηθήσει μέ τόν τρόπο του. Γι αὐτό προσφέρει τό σπήλαιο.

Καί τό προσάγει, δηλαδή τό κινεῖ πρός χρήση ἀπό τό Θεό, πού εἶναι ὅμως ἀπρόσιτος. Δέν πλησιάζεται μέ τίποτα καί γιά τίποτα. Ὡς ὕπαρξη, ὡς κατάσταση, εἶναι μυστήριο καί γνόφος καί ἔτσι παραμένει κάτι μακρινό γιά τόν ἄνθρωπο. Ὅμως λόγω τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἀπεριγράπτου ἐλέους Του συγκλίνει, ταπεινώνεται Αὐτός καί ἐπιτρέπει στόν ὑλικό κόσμο νά τοῦ προσφέρει τό σπήλαιο.

Αὐτό ὅλο ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἔνωση οὐρανοῦ καί γῆς. Μέσα ἀπό τή διαδικασία αὐτή οἱ ἄγγελοι, τά οὐράνια αὐτά πλάσματα ἔρχονται στή γῆ καί μαζί μέ τούς ἀνθρώπους δοξολογοῦν τό μεγαλείο τοῦ Θεοῦ. Στήν ἵδια διαδικασία ἕνα ἄλλο οὐράνιο στοιχείο, ὁ ἀστέρας, συντροφεύει τούς ἀνθρώπους Μάγους στήν πορεία τους πρός προσκύνηση τοῦ Χριστοῦ. Συνοδοιποροῦν Μάγοι καί ἀστέρας.

Πραγματικά γίνεται ἕνα ξεσήκωμα. Ἕνα πανηγύρι. Ὁ ὑλικός κόσμος ἀναγνωρίζει καί ἐκτιμᾶ τό γεγονός πού συμβαίνει καί γι αὐτό διεγείρεται καί προσπαθεῖ καί κάνει ὑποδοχή τοῦ Θεοῦ σ’ αὐτόν. Εἶναι αὐτό πού εἶπε στούς Ἐβραίους λίγο πρίν τό Γολγοθᾶ ὁ Χριστός μας, ὅτι καί οἱ «λίθοι κεκράξονται». Πού δηλώνει ὅτι καί τά ἄψυχα μπορεῖ νά ἀντιληφθοῦν τό μεγαλείο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

Τέλος, ὁ ὑμνογράφος κλείνει τό λόγο του γιά τό σπουδαίο καί ἀνεπανάληπτο γεγονός, ἀντιλαμβανόμενος καί ὀμολογῶντας.  Ὅτι γιά ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους γεννήθηκε ὡς νέος ἄνθρωπος, ὡς νέο παιδί, ὁ καί πρίν τούς αἰῶνες ἀκόμη ὑπάρχων Θεός.

Αὐτό μᾶς ἐξηγεῖ καί μᾶς λέει πώς ἕνα ἄλλο θαυμαστό καί παράδοξο πού συμβαίνει μέ τήν ἐνανθρώπιση Τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὅτι Αὐτός πού ὑπῆρχε πρίν ἀκόμη γίνει ὁ χρόνος (οἱ αἰῶνες), γεννιέται καί θά ὑπάρξει καί ὡς ἄνθρωπος, ὁ ὁποίος ἔχει θνητότητα. Ἐνῶ ὁ Θεός, ὑπῆρχε, ὑπάρχει καί θά ὑπάρχει πάντοτε καί ἐξ αὐτοῦ θά λαμβάνει τήν ὕπαρξη καί ὁ ἄνθρωπος.  

Ἀγαπητοί μου. Πάντα τίς ἡμέρες αὐτές ἀκοῦμε ἤ καί μιλοῦμε ὅλοι μας γιά τό πνεῦμα τῶν Χριστουγέννων. Αὐτό τό προσδιορίζουμε κυρίως πρός τήν κατάσταση τῆς ἀγάπης. Γι αὐτό καί συνεχῶς μιλοῦμε γι αὐτήν καί ὀνομάζουμε τά Χριστούγεννα γιορτή τῆς ἀγάπης. Ὡς ἀδύναμοι ὅμως καταφέρνουμε νά περιορίσουμε τήν ἀγάπη μέσα στά στενά καί πεπερασμένα ὅρια τοῦ κόσμου μας. Τήν κάνουμε ἕνα τοτέμ, ἕνα ἄγαλμα τό ὁποίο χαρακτηρίζει ἀκριβῶς τίς πεπερασμένες τελικά δυνατότητες τοῦ κόσμου μας.

Θεοποιοῦμε τήν ἀγάπη καί τήν εἰδωλοποιοῦμε. Τήν ὑποβιβάζουμε βάζοντάς την σέ ἕνα σωρό γήινα, φωτεινά καί λαμπερά ἀντικείμενα καί δημιουργήματα. Τά ὁποία ὅμως σέ τίποτε καί μέ τίποτε δέν μποροῦν νά ἀποδώσουν τό νόημα καί τό πνεῦμα τῆς ἐορτῆς. Τό ὁποίο μέ λίγα πτωχά καί γήινα λόγια προπαθήσαμε νά ἀποδώσουμε σέ ὅσα προαναφέραμε.

Ἡ γιορτή εἶναι γιορτή τῆς ἀγάπης. Ὄχι ὅμως αὐτῆς τήν ὁποία ἐπιτρέψαμε νά κυριαρχήσει ὡς πνεῦμα τῶν Χριστουγέννων τά τελευταία χρόνια. Καί ἡ ὁποία μᾶς ἐξέτρεψε στήν παραχάραξη τῆς Ἀγάπης. Τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Τό Θεό τόν ὁποίο μᾶλλον ξεχνοῦμε ὅτι ὑπάρχει στό Χριστό ὡς θείο βρέφος. Μένουμε στό βρέφος καί ξεχνοῦμε τό θείο.

Κάνουμε χαρές σάν αὐτές πού κάνουμε ὅταν γεννιέται ἕνας ἄνθρωπος ὡς βρέφος καί δέν ἐκτιμοῦμε τήν Ἀγάπη πού ταπεινώνεται, κατεβάζει τόν οὐρανό στή γῆ καί ὑπάρχει μέσα στό παιδίον Ἰησοῦς. Ἔτσι τά Χριστούγεννα γίνονται μία τελείως κοσμική ἐορτή, χωρίς καμία πραγματική ἀναφορά στό Θεό. Γίνονται ἡ γιορτή τῆς ἀφηρημένης κατά κόσμον ἀγάπης καί μίας χαρᾶς πού εἶναι ἐγκλωβισμένη στήν οὐσία καί ὄχι Στόν ὑπερούσιο ὅπως ἀναφέρει ὁ ὑμνογράφος.

Γι αὐτό καί χρόνια τώρα, τά Χριστούγεννα ἐορτάζονται καί ἀπό ἀνθρώπους οἱ ὁποίοι δέν εἶναι χριστιανοί. Γεγονός πού ἀποδεικνύει ὅτι  τά ἔχουμε διαχωρίσει ἀπό τό Θεό καί τά ἔχουμε κάνει μία κοσμική ἐορτή.

Ὅπως ὅμως προσπαθήσαμε νά δείξουμε, τά Χριστούγεννα ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι στήν πραγματικότητα ἡ ἔνωση Θεοῦ καί ἀνθρώπου, οὐρανοῦ καί γῆς. Εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι ὁ Θεός ἦλθε στόν κόσμο αὐτό ὡς ἄνθρωπος γιά νά τόν σώσει. Εἶναι τό γεγονός τό ὁποίο ἄν δέν πιστέψει, δηλαδή ἄν δέν καταλάβει-δέν ἐννοήσει ὁ ἄνθρωπος, δέν θά μπορέσει ποτέ νά πιστέψει σωστά, δηλαδή σωτήρια γι αὐτόν.

Προσπαθῶντας νά ἐορτάσει τή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, θά μπερδεύεται καί θά συγχύζεται.  Θά ἐγκλωβίζεται σέ ἕνα κοσμικό γεμάτο οὐσία καί οὐσίες ρεβεγιόν, χάπενιγκ, ἰβέντ ἤ γκαλά, χάνοντας ἔτσι τήν εὐκαιρία  νά ἐνωθεῖ μέ Τόν ὑπερούσιο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου