ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ. ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ. Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΩΝ ΙΔΙΟΤΡΟΠΙΩΝ ΜΑΣ.

  

ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4/kyriaki-e-loyka-toy-ploysioy?si=958aaad3a1ed41aa9d919d5d3918d77a 

Ὅπως καί ἄλλοτε ἔχουμε σημειώσει ἀγαπητοί μου, ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, θέλοντας νά φανερώσει στούς ἀνθρώπους πράγματα καί δεδομένα πού ἀφοροῦν τήν πνευματική διάσταση τῆς ζωῆς, ἔλεγε τίς περίφημες παραβολές. Μέσα ἀπό αὐτές προσπαθοῦσε νά κάνει τούς ἀνθρώπους, ὅσο γίνεται, κοινωνούς τοῦ οὐρανοῦ. Νά μπορέσει νά διακρίνει ὁ ἄνθρωπος, τί γίνεται, τί ὑπάρχει, σέ ἕναν ἄλλο κόσμο παράλληλο μέ αὐτόν πού ζεῖ. Ἕναν κόσμο πού στήν καθομιλουμένη τόν ἀναφέρουμε καί ὡς «ἄλλο κόσμο».   

          Τήν ἀναφορά αὐτήν τήν κάνουμε συνήθως ὅταν κάποιος πεθάνει. Τότε, λέμε πώς αὐτός πῆγε σ’αὐτόν τόν «ἄλλο κόσμο» καί ἔτσι ὁριοθετοῦμε τό γεγονός τοῦ θανάτου καί τοῦ χωρισμοῦ μας ἀπό κάποιο συνάνθρωπό μας. Τό ὅτι ἀναφέρουμε τό γεγονός τῆς ἀναχωρήσεώς μας ἀπό τά ἐγκόσμια, ὡς μετάβαση σέ ἄλλο κόσμο, νομίζω πώς δηλώνει καθαρά ὅτι ἀποδεχόμαστε πώς ἡ ζωή συνεχίζεται. Δέν σταματᾶ.

          Ἡ ὕπαρξη μας δέν χάνεται. Συνεχίζει νά ὑπάρχει μέ ἄλλο τρόπο, σέ μία ἄλλη διάσταση. Μία διάσταση πού ἀποτελεῖ καί μία κατάσταση. Μία κατάσταση ὅπου αὐτό πού δέν γίνεται εὔκολα ἀντιληπτό σέ αὐτήν τή ζωή, σέ ἐκείνη εἶναι φανερό καί κυρίαρχο. Αὐτό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τό Θεό καί τήν παρουσία Του. Εἶναι ἡ κατάσταση ὅπου ὁ Θεός καί ἡ ἀλήθεια Του κυριαρχοῦν ἀπόλυτα καί οἱ ὑπάρξεις μας,  οἱ ψυχές μας, ἔρχονται πρόσωπο μέ πρόσωπο μέ τήν Ἀλήθεια.

          Γιά πρώτη ἀλλά καί τελευταία φορά ἐμεῖς οἱ κοινοί θνητοί, μποροῦμε νά ἀντιληφθοῦμε τί πραγματικά εἶναι ὁ Θεός. Ἄν ὅσο ζούσαμε ὅ,τι καταλαβαίναμε, ὅ,τι πιστεύαμε περί Αὐτοῦ, ἦταν σωστό καί ἄρα μᾶς βοήθησε νά ἔχουμε μία καλή καί ὡραία συνάντηση μαζί Του. Μία συνάντηση πού φυσικά γίνεται μέ τό θάνατό μας. Ὅταν ἔρχεται ἡ στιγμή πού ἀφήνουμε τόν κόσμο αὐτό, τόν μάταιο ὅπως συνηθίζουμε νά λέμε καί πηγαίνουμε στόν ἄλλο, τόν ἀληθινό.

          Αὐτό συνέβη καί σέ δύο ἀνθρώπους ὅπως μᾶς διηγεῖται ἡ περικοπή τῆς σημερινῆς Κυριακῆς ἀπό τό κατά Λουκάν ἱερό Εὐαγγέλιο, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν παραβολή τοῦ Πλουσίου καί τοῦ Φτωχοῦ Λαζάρου. Οἱ δύο ἄνθρωποι αὐτοί ὅσο ζοῦσαν, εἶχαν τελείως διαφορετικές ζωές. Ὁ πρώτος εἶχε μία ζωή γεμάτη ἀπολαύσεις, γλέντια καί ἀνέσεις. Ὁ δεύτερος εἶχε μία ζωή σκέτη τυρανία, μία ζωή μαρτύριο πού ἄνθρωπος νά μή τή ζήσει!

          Ὅταν πέθαναν ὅμως, τά πράγματα ἀντιστράφηκαν. Ὁ πλούσιος συνάντησε  μιά κατάσταση τελείως ἀντίθετη μέ αὐτή πού ζοῦσε καί ἀνάλογα καί ὁ φτωχός. Ὁ πλούσιος βρέθηκε στόν τόπο τῆς ἀτέλειωτης βασάνου καί ὁ φτωχός βρέθηκε στόν τόπο τῆς ἀτέλειωτης χαρᾶς καί ἀνάπαυσης. Ἐκεῖ πιά ὁ καθένας θά ζοῦσε αἰώνια ὅ,τι μέ τήν ἐδῶ ζωή του, συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα, εἶχε προετοιμάσει γιά ἐκείνη.  Ὅπως λέει καί ὁ Δίκαιος Ἀβραᾶμ στοῦ ὁποίου τήν ἀγκαλιά πλέον ἀναπαυόταν ὁ φτωχός, στόν πλούσιο: «...Ἐσύ παιδί μου ὅσο ζοῦσες κάτω στή γῆ ἀπόλαυσες τά πάντα, ἐνώ ὁ Λάζαρος τυρανιόταν. Τώρα αὐτός ἀναπαύεται καί ἐσύ τυρανιέσαι».

          Πολλές φορές ἀναρωτιόμαστε ἄν ὑπάρχει Θεός. Βλέπουμε κάποια πράγματα στή ζωή καί τόν κόσμο μας καί ἀποροῦμε ἄν ὁ Θεός ὑπάρχει πῶς τά ἐπιτρέπει. Νομίζω πώς ἡ σημερινή παραβολή μᾶς δίνει τήν ἀπάντηση στό ἐρώτημά μας.  Βεβαίως ὁ Θεός ὑπάρχει, βλέπει τά πάντα καί κάποτε ἀποδίδει στόν καθένα, ὅ,τι τοῦ ἀξίζει. Τό σημαντικό ὅμως εἶναι νά καταλάβουμε, ὅτι ὁ Θεός κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς μας, δέν ἀπουσιάζει ἀπ’αὐτήν.

          Μέ τό δικό Του τρόπο, προσπαθεῖ νά μᾶς μιλήσει νά μᾶς κάνει αἰσθητή τήν παρουσία Του σ’αὐτήν. Ὁ Θεός ὑπάρχει παντοῦ  καί γεμίζει τά πάντα. Εἶναι «πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν». Τό κάνει ὅμως μέ ἕνα τρόπο ἱδιαίτερο, τόν ὁποίο γιά νά τόν καταλάβουμε, θά πρέπει νά δώσουμε προσοχή. Νά ἐνδιαφερθοῦμε. Μέσα ἀπό κάποια γεγονότα καί δεδομένα τῆς ζωῆς μας, προσπαθεῖ νά κάνει αἰσθητή τήν παρουσία Του.

          Κάποτε μᾶς δίνει κάποια δῶρα. Ὅπως στόν πλούσιο τῆς παραβολῆς. Τοῦ ἔδωσε τό δῶρο τοῦ πλούτου καί μέ αὐτό ὡς Πατέρας του καί Πατέρας ὅλων, θά ἤθελε νά Τοῦ μοιάσει. Νά γίνει κι αὐτός εὐεργέτης, ἀγαθός καί φιλάνθρωπος. Γιά νά τό καταλάβει αὐτό, ἐπέτρεψε νά βρεθεῖ στήν πόρτα τοῦ ἀρχοντικοῦ του ὁ φτωχός Λάζαρος. Ὁ Θεός ὁπωσδήποτε περίμενε μέ τόν τρόπο πού σκέφτεται Αὐτός νά σκεφτεῖ καί ὁ πλούσιος καί ἔτσι νά δικαιώσει καί νά ἀναπαύσει τό Λάζαρο. Νά γίνει ὁ πλούσιος, ἄς ἐπιτραπεῖ ἡ φράση, ἕνας μικρός Θεός στή ζωή!

          Ὅμως ὁ πλούσιος δέν ὑποψιάστηκε ποτέ τίποτε. Βούλιαξε μέσα στόν πλοῦτο καί δέν μποροῦσε νά δεῖ, νά ἀντιληφθεῖ τίποτε περισσότερο ἀπό ὅσα αὐτός παρέχει. Ὅπως λέει καί στήν παραβολή ὁ Χριστός, μία ὁλόκληρη ζωή δέν ἔδωσε οὔτε ἕνα κομμάτι ψωμί στόν φτωχό συνάνθρωπό του, ὁ ὁποίος προσπαθοῦσε νά χορτάσει μέ τά ψίχουλα πού περίσσευαν ἀπό τό πάντα γεμάτο τραπέζι τοῦ πλουσίου.

          Ἄν προσέξουμε ἐδῶ, μποροῦμε νά καταλάβουμε μία μεγάλη ἀλήθεια τῆς ζωῆς μας. Ὅτι ἐνῶ μεγαλώνουμε στά χρόνια, δύσκολα μεγαλώνουμε καί ὡς ὑπάρξεις, πνευματικά. Πολλές φορές δέν καταφέρνουμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό κάποιες παιδικές ἱδιοτροπίες καί μοιραία αὐτό τό πληρώνουμε καί σέ αὐτήν, ἀλλά κυρίως στήν ἄλλη ζωή.

Κάπως ἔτσι συνέβη καί στόν πλούσιο. Ὁ Θεός ὡς πατέρας, τοῦ ἔκανε ἕνα σπουδαίο δῶρο, αὐτό τοῦ πλούτου. Ὅπως ἕνας πατέρας μπορεῖ νά κάνει δῶρο ἕνα παιχνίδι στό παιδί του. Αὐτός ὡς ἕνα ὅπως λέμε ἱδιότροπο παιδί, τό πῆρε καί ὅταν βρισκόταν μέ κάποιο συνάνθρωπό του, ἕνα ἄλλο παιδί τοῦ Θεοῦ, δέν τοῦ ἐπέτρεπε νά παίξει λίγο κι αὐτό, νά χαρεῖ!  Τό ἤθελε ὅλο γιά τόν ἐαυτό του.

Δέν σκέφτηκε ποτέ ὅτι: «Γιά στάσου. Ποιός εἶμαι; Πῶς ὑπάρχω; Πῶς ξεκίνησα τή ζωή μου; Ποῦ ἔχω φτάσει; Τί ἔχω; Ὅλα ὅσα ἀπέκτησα, τά ἀπέκτησα ἐπειδή εἶμαι τόσο ἄξιος; Στόν κόσμο καί τή ζωή αὐτή ἀπουσιάζει ὁ Θεός; Μήπως κάποια ἀπό αὐτά εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ; Πού σημαίνει ὅτι αὐτό εἶναι πέρα ἀπό τίς δυνατότητές μου καί κάποιος μοῦ τό ἔδωσε ἔτσι; Ἄρα, μήπως θά πρέπει νά τό τιμήσω; Νά βοηθήσω νά χαρεῖ μέ αὐτό καί  κάποιος ἄλλος πού δέν ἔχει...;».

Αὐτή ἦταν καί ἡ αἰτία πού ὅταν πέθανε βρέθηκε στόν τόπο τῆς βασάνου, δηλαδή στήν κόλαση. Ἡ ὁποία κόλαση, ὅπως καί ὁ παράδεισος, στήν πραγματικότητα δέν εἶναι τόπος ἀλλά τρόπος. Εἶναι οἱ δύο καταστάσεις πού μπορεῖ νά καταλήξει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν μέ τό θάνατό του βρεθεῖ γυμνός ὑπαρξιακά μπροστά στό Θεό, μπροστά στήν Ἀλήθεια. Ἐκεῖ θά εἰσπράξει ὅ,τι τοῦ ἀναλλογεῖ γιά τήν ψυχή πού παρουσιάζει στό Θεό.

Ἡ ψυχή εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού συνεχίζει νά ζεῖ καί ἔχει ἐπάνω της ὅ,τι ἔχει ἀποκτήσει ἀπό τόν τρόπο τοῦ ἀνθρώπου στήν ἐγκόσμια ζωή του. Αὐτός ὁ τρόπος εἶναι τό κρίσιμο σημείο γιά ὅλους. Ὅσο ὁμοιάζει στό Θεό, τόσο παράδεισο ἔχει. Ὅσο διαφέρει ἀπό τό Θεό τόση κόλαση ἔχει. Αὐτό πού κόλασε τόν πλούσιο τῆς παραβολῆς δέν εἶναι ὁ πλούτος, ἀλλά ἡ ἱδιοτροπία του νά μή μοιράζεται ὅ,τι ἦταν δικό του. Ὁ ἀτομισμός του.

Κάτι δηλαδή τελείως ἀντίθετο μέ αὐτό πού εἶναι καί κάνει ὁ Θεός. Ὁ Ὁποίος γίνεται Ὅλος θυσία, ἀφοῦ σταυρώνεται, γιά τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς. Αἰτία τελικά τοῦ κολασμοῦ τοῦ πλουσίου ἦταν τό μεγάλο πάθος τῆς φιλαυτίας, πού εἶναι ἡ ρίζα κάθε κακοῦ καί ἁμαρτίας πού ἐνεργεῖται στή ζωή μας. Ἕνα πάθος τόσο μεγάλο ἀλλά παράλληλα καί τόσο κρυφό πού δέν μποροῦμε εὔκολα νά ἀντιμετωπίσουμε. Μία καλή ἀρχή γιά αὐτό, εἶναι ἡ ἄσκηση τῆς ταπεινοφροσύνης. Τούς ταπεινούς γνωρίζει καί ὁ Θεός καί τούς ὀνομάζει, ὅπως τό φτωχό Λάζαρο, ἐνῶ γιά τούς φίλαυτους καί ἄσπλάχνους δέν ἀναφέρει οὔτε τό ὄνομά τους...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου