ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


Α΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ, ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ. «ΟΝΟΜΑ ΒΑΡΥ, ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΓΙΑ.»

  

ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ: https://soundcloud.com/ovsulniux6hk/6pbhhbfrny3b 

 

 Νῦν εὐσεβείας τὸ σέλας, πᾶσιν ἐφήπλωται,...Τῆς εὐσέβειας τό λαμπρό φῶς ἔχει ἀπλωθεῖ παντοῦ,...διασκεδάζον πλάνην, ἀσεβείας ὡς νέφος,... Σκορπίζοντας τῆς ἀσέβειας τήν πλάνη σάν σύννεφο,... φωτίζον δὲ καρδίας, τῶν εὐσεβῶν... Καί φωτίζοντας τίς καρδιές τῶν πιστῶν... Δεῦτε πάντες προσπέσωμεν, εὐσεβοφρόνως Εἰκόνας Χριστοῦ σεπτάς, προσκυνοῦντες οἱ Ὀρθόδοξοι... Τώρα ὅλοι ἄς γονατίσουμε καί ἄς ἀσπαστοῦμε εὐσεβῶς καί μέ εὐλάβεια τίς ἱερές εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, ἐμεῖς οἱ Ὀρθοδόξοι.

Τό τροπάριο αὐτό ἀγαπητοί μου εἶναι ἕνας ἀπό τούς πολλούς καί ὑπέροχους ψαλμούς, μέ τούς ὁποίους ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μεγάλη ἡμέρα καί ἐορτή, τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.  Τήν ἡμέρα πού γιά ἄλλη μία φορά, διά τῆς χάριτος καί τοῦ ἐλέους τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, ἀξιωνόμαστε νά ἐορτάσουμε. Νά ἐορτάσουμε μία ἐορτή  ἀπό τήν ὁποία ἔχουμε πάρει καί τό ὄνομα. Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί ἡ Ἐκκλησία μας, Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὄνομα πού μέσα στό πέρασμα τῶν χρόνων, ἔγινε ἐπίθετο μέ τό ὁποίο ὀνομάζεται ἕνας κόσμος. Ὁ κόσμος τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.

Ἕνας κόσμος πού διαφέρει ἀπό τούς ἄλλους Χριστιανικούς κόσμους. Τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, (αὐτή εἶναι ἡ σωστή ὀνομασία καί ὄχι Καθολικοί). Τῶν Προτεσταντῶν, τῶν Πεντηκοστιανῶν, τῶν Εὐαγγελιστῶν καί πόσους ἄραγε ἀκόμη  ὑπάρχουν ἤ μπορεῖ να δημιουργήσει ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία πού ἀπό τη μία ἀναγνωρίζει καί ζητάει Θεό, ἀπό τήν ἄλλη ἐπειδή εἶναι ἀδυναμία, ἀδυνατεῖ νά καταλάβει τό Λόγο Χριστό καί τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ πού Αὐτός κάνει στόν κόσμο.

Αὐτή ἡ ἀδυναμία  ἦταν καί ἡ αἰτία νά γίνει κάποτε τό μεγάλο κακό, τοῦ ὁποίου τή λήξη καί τή διόρθωσή του ἐορτάζουμε κάθε χρόνο σάν σήμερα. Τό κακό αὐτό ἦταν ἡ εἰκονομαχία. Μία ὀλέθρια διαμάχη καί ἀντιπαλότητα ἡ ὁποία αἱματοκύλισε γιά ἐνάμιση περίπου αἰῶνα, τήν Ἐκκλησία καί τό κράτος τοῦ Βυζαντίου. Ἡ εἰκονομαχία δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά ποῦμε πώς ἦταν ἕνας καταστροφικός ἐμφύλιος πόλεμος. Ἀφοῦ ἀδελφός κινήθηκε ἐχθρικά κατά τοῦ ἄλλου ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ καί χέρι χριστιανικό βάφτηκε ἀπό τό αἷμα ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ.

Ὅπως τό λέει καί ἡ ἵδια ἡ λέξη, ἡ εἰκονομαχία ἦταν μία μάχη γιά τίς εἰκόνες. Αἰτία καί ἀφορμή ἦταν κάποιες ὑπερβολές πού γινόταν ἀπό πιστούς ὡς πρός τήν τιμή αὐτῶν ἀλλά καί τῶν ἁγίων λειψάνων. Ἀπό αὐτό προχώρισε καί πρός τό ἄν θά ἔπρεπε νά ἀναπαριστᾶται εἰκονιζόμενος καί ὁ ἐνσαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀρχηγός τῆς πίστως μας Χριστός. Ἔφτασε δηλαδή στό σημείο νά θεωρηθεῖ ἀλλά καί νά χαρακτηρισθεῖ εἰδωλολατρία, ἡ ἀναπαράσταση, ἡ τιμή καί ὁ ἀσπασμός τοῦ Χριστοῦ   καί συνεκδοχικά τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων τῆς πίστώς μας.

Τό πρόβλημα δέν ἦταν ἀπλό οὔτε ἦταν μία θεολογική διαμάχη φιλοσοφικοῦ τύπου. Πού πιθανῶς ἐνδιέφερε κάποιους πού ἀσχολοῦνταν ἰδιαίτερα μέ τά Ἐκκλησιαστικά, ὅπως θά μποροῦσαν νά ἔλεγαν ἀκόμη καί σήμερα κάποιοι χριστιανοί. Τό φαινόμενο ὡς δίλημα γιά τό ἄν πρέπει νά ἀναπαριστᾶται ὁ Χριστός, γιατί αὐτό ἦταν πού τέθηκε κυρίως σέ ἀμφισβήτιση, δέν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπό τήν ἄρνηση τοῦ γεγονότος ἀπό τό ὁποίο γενήθηκε ἡ πίστη μας. Τοῦ γεγονότος τῆς ἐνανθρωπίσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Γιά τούς εἰκονομάχους τό σκεπτικό ἦταν πώς ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ἀόρατος, πῶς μπορεῖ νά εἰκονισθεῖ; Καί ἄρα ἡ ὁποιαδήποτε εἰκόνησή Του, εἶναι εἰδωλολατρία. Γιά τούς εἰκονολάτρες ἡ ἀπάντηση ἦταν πώς ἀφοῦ ἡ αἰτία τῆς πίστώς μας εἶναι αὐτό ἀκριβῶς, τό ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο, γιατί νά μήν μπορεῖ νά εἰκονισθεῖ; Ἀφοῦ ὑπῆρξε καί ὡς ἱστορικό κατά κόσμον πρόσωπο μέ ἀνθρώπινα χαρακτηριστικά, γιατί να μήν μπορεῖ νά ἀναπαρασταθεῖ;

Καταλαβαίνουμε νομίζω τή σοβαρότητα τοῦ προβλήματος. Ἄν ἐπικρατοῦσε ἡ ἄποψη καί ἡ πεποίθηση ὅτι ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά εἰκονίζεται, τότε θά ἔπρεπε νά ξεχάσουμε ἀλλά καί νά θεωρήσουμε ὡς λάθος ὅλη τήν πίστη μας. Τή λατρεία της, τά μυστήριά της, τίς γιορτές της καί ὅ,τι ἄλλο ἔχει νά κάνει μ’αὐτήν. Ἄν ἐπικρατοῦσε τό πιστεύω τῶν εἰκονομάχων, ἑπτά αἰῶνες πίστεως θά ἔπρεπε νά ἀναγνωρισθοῦν ὡς λάθος. Ἑπτακόσια χρόνια ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί ἱστορίας, ἀγῶνες, μαρτύρια χριστιανῶν, συγγράμματα πατέρων, ἀλλά καί ἔξι Οἰκουμενικές Σύνοδοι μέσα ἀπό τίς ὁποίες  εἶχε διαμορφωθεῖ ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἡ πίστη, ἔπρεπε νά θεωρηθοῦν ὡς μάταιος κόπος.

Ἡ εἰκονομαχία ξεκίνησε τό 730 μ.Χ. ἀπό τόν εἰκονομάχο αὐτοκράτορα Λέοντα Γ΄τόν Ἴσαυρο καί τελείωσε τό 842 μ.Χ ἀπό τήν εἰκονόφιλη αὐτοκράτειρα Θεοδώρα, χήρα τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Θεοφίλου.  Στά μισά τῆς περιόδου αὐτῆς τό 787 μ.Χ., μία ἄλλη γυναίκα ἡ αὐτοκράτειρα Εἰρήνη χήρα κι αὐτή τοῦ αὐτοκράτορα Λέοντα τοῦ Δ΄, εἶχε καταφέρει νά συγκαλέσει τήν ἑβδόμη Οἰκουμενική Σύνοδο. Στήν ὁποία συμμετείχαν 350 ἐπίσκοποι καί πλῆθος μοναχῶν καί ἡ ὁποία ἀναγνώρισε καί δογμάτισε ὑπέρ τῆς τιμῆς καί προσκυνήσεως τῶν εἰκόνων καί τῶν λειψάνων.

Ἀπό αὐτήν εἶναι καί τό συνοδικό τό ὁποίο διαβάζουμε κάθε τέτοια ἡμέρα, κατά τή λειτανία τῶν ἁγίων εἰκόνων. Μποροῦμε νομίζω εὔκολα νά καταλάβουμε πόσο σοβαρό ἦταν τό ζήτημα καί πόσο ταλαιπώρησε τήν πίστη μας. Ἀπό τό ὅτι ἐνῶ πάντα μέ τή διενέργεια μίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου κάθε πρόβλημα λυνόταν καί ἐτακτοποιήτω, ἡ εἰκονομαχία δέν σταμάτησε μέ τήν ἑβδόμη Οἰκουμενική. Οἱ εἰκονομάχοι προσπάθησαν μέ κάθε τρόπο, ἀκόμη καί μέ δικές τους συνόδους, νά ἐπικρατήσει τό πιστεύω τους.

Τελικά ὅμως ἐπικράτησε ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀληθινή πίστη σέ Αὐτόν. Πού ἐκφράζεται ἀπό τούς τιμῶντες καί προσκυνοῦντες τήν ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ, τό ἀειπάρθενο τῆς Παναγίας,  τίς ἁγίες εἰκόνες καί τά ἱερά λείψανα. Πού εἶναι ἀποδείξεις αὐτῆς ἀκριβῶς τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν κόσμο. Ἀποδείξεις τῆς θείας χάριτος, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ μέσα καί διά τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας Του καί χαριτώνει ὅποιο ἀπό τά μέλη της ἐνεργεῖ καί βιώνει θεάρεστα τήν μία καί ἀληθινή πίστη. Τήν Ὀρθόδοξη.

Ἡ ὁποία ὅπως λέει καί τό συνοδικό τῆς ἡμέρας, στήριξε καί στηρίζει τήν οἰκουμένη. «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν». Εἶναι πολύ βαρύ αὐτό. Γι αὐτούς πού τό λένε, εἶναι συναίσθηση, συνείδηση καί πεποίθηση ὅτι ζοῦν τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καί τόν δοξάζουν ὀρθά. Γιά κάποιους μπορεῖ νά φαντάζει ὡς ὑπερβολή. Πάντα ὑπῆρξαν, ὑπάρχουν καί θά ὑπάρξουν χριστιανοί, οἱ ὁποίοι θά εἶναι κάτι πολύ περισσότερο ἀπό μετριοπαθεῖς.

Εἶναι αὐτοί πού ἀκόμη καί στίς ἡμέρες μας χαρακτηρίζουν ἐνίοτε τήν τιμή καί τήν προσκύνηση τῶν εἰκόνων καί τῶν λειψάνων ὡς εἰδωλολατρία. Εἶναι αὐτοί πού λένε πώς δέν ὑπάρχει κανένα πρόβλημα καί διαφορά μέ τούς πιστούς τῶν ἄλλων χριστιανικῶν δογμάτων, τῶν μουσουλμάνων, ἀκόμη καί μέ αὐτούς τούς μάρτυρες τοῦ ἱεχωβᾶ. Ἀφοῦ ἕνας εἶναι ὁ Θεός καί ὅλοι πιστεύουν σ’Αὐτόν τόν ἕνα Θεό, ἄρα δέν ὑπάρχει κάποια διαφορά μεταξύ μας. Εἶναι αὐτοί πού πιστεύουν μέ τόν τρόπο τους καί θεωροῦν ἀφελεῖς ὅσους θέλουν νά ζοῦν τήν πίστη.

Ἀπό τήν ἄλλη θά ὑπάρχουν πάντα καί οἱ ζηλωτές, οἱ ὁποίοι εἶναι τό ἄλλο ἄκρο τῆς πίστεως. Εἶναι αὐτοί πού ἀπό ὑπερβάλοντα ζῆλο θεωροῦν ὅτι εἶναι οἱ σωστοί καί τά παραδείγματα πρός μίμηση. Εἶναι αὐτοί πού δε ζοῦν ἀλλά προβάλουν τό Χριστό μέ ἕνα τρόπο πού οὔτε ὁ ἵδιος δέ θά ζητοῦσε. Εἶναι αὐτοί πού τά ξέρουν ὅλα γιά τήν πίστη, τήν Ἐκκλησία καί θεωροῦν τούς ἐαυτούς τους ὡς στρατιῶτες καί μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι αὐτοί πού εἶναι ἔτοιμοι ἀκόμη καί νά ἀποκοποῦν ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἐκτιμήσουν πώς αὐτή κάνει λάθος!

Αὐτές οἱ δύο κατηγορίες ἀνθρώπων εἶναι ἡ μέχρι τίς ἡμέρες μας, ὅσο κι ἄν φαίνεται παράξενο, διενέργεια τῆς εἰκονομαχίας. Γιατί τό πρόβλημα δέν εἶναι οἱ ἀλήθειες, τά σύμβολα καί τά ἀντικείμενα τῆς πίστεως, ἀλλά τά πρόσωπα τά ὁποία μετέχουν καί ἐκφράζουν τήν πίστη. Τό πῶς καί τό πόσο σωστά αὐτά ἀντιλαμβάνονται καί καταλαβαίνουν τόν ἕνα Θεό, τήν μία ἀλήθεια καί ἀποκάλυψή Του θεάνθρωπο  Χριστό καί συνεκδοχικά ὅ,τι παράγεται ἀπό αὐτή ἀκριβῶς. 

Ἀν θέλουμε λοιπόν νά τιμήσουμε τή γιορτή καί μέσα ἀπό αὐτή τήν πίστη μας, θά πρέπει ἀπό σήμερα ὅταν λέμε πώς εἴμαστε ὀρθόδοξοι νά σκεπτόμαστε. Τί εἶναι ὀρθοδοξία; Τό γνωρίζω σωστά; Εἶμαι ὀρθόδοξος, ἀλλά πόσο ὀρθόδοξος εἶμαι; Τί σημαίνει γιά ἐμένα ὅταν ἀκούω πώς ἡ πίστη μου στήριξε καί στηρίζει τήν οἰκουμένη; Ἡ πίστη μου ἔχει ἕνα προσδιορισμό βαρύ, πόσο ἐγώ σήμερα τόν ἐπαληθεύω;

Νομίζω πώς αὐτό πού μᾶς χρειάζεται περισσότερο σήμερα ἀλλά καί πάντοτε, εἶναι ἡ συναίσθηση τοῦ τί εἶμαι ἀλλά καί τό πόσο ἀκόμα μπορῶ νά γίνω. Νά ἔχω χαρά καί νά εἶμαι περήφανος πού εἶμαι ὀρθόδοξος, ἀλλά νά ἔχω καί τήν εὐθύνη τῆς τιμῆς καί τῆς βαριᾶς ἱστορίας τῆς ὁποίας εἶμαι κληρονόμος.  Χρόνια πολλά ἀδελφοί. Καλή Ὀρθοδοξία.

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου