ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.





 
             Σύν Θεῷ ἀγαπητοί μου βρισκόμαστε γιά ἄλλη μιά φορά στή ζωή μας, στήν ἀρχή ἑνός καινούργιου χρόνου. Ὅπως κάθε ἀρχή καινούργιου χρόνου, ἔτσι καί φέτος γεμίζουν τίς καρδιές μας αἰσθήματα εὐχάριστα,αἰσθήματα χαρᾶς. Κάθε ἀρχή εἶναι καί κάτι καινούργιο. Κάθε ἀρχή εἶναι μία εὐκαιρία νά κάνουμε κάτι καλύτερο γιά ὅ,τι μᾶς ἀφορᾶ στή ζωή.   Νά κάνουμε μία ἐπανεκίνηση. Μέ τό μηδενισμό τοῦ παλαιοῦ ἔτους, νά μηδενίσουμε καί ἐμείς ὅ,τι κακό ἔχουμε καί κουβαλᾶμε στή ζωή μας. Μέ τήν ἀρχή τοῦ νέου χρόνου μέ αἰσιοδοξία καί μέ πίστη νά προσπαθήσουμε νά κάνουμε ὅ,τι καλύτερο μποροῦμε, ὅ,τι δέν μπορέσαμε νά πετύχουμε τό χρόνο πού τελείωσε.

          Τό γεγονός τῆς λήξεως καί τῆς ἀλλαγῆς τοῦ χρόνου εἶναι κάτι πολύ καλό. Ἄν  καί στήν πραγματικότητα αὐτό δέν ὑφίσταται. Δέν ὑφίσταται γιατί ὁ χρόνος εἶναι ταυτισμένος μέ τή ζωή, μέ τή δημιουργία. Εἶναι μία εὐθεία γραμμή πού ἀρχή ἔχει τό «γενηθήτω» τοῦ Θεοῦ καί τέλος τή Δευτέρα Παρουσία Του, πού θά εἶναι καί τό τέλος τῆς ἱστορίας αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἡ ζωή μας εἶναι ταυτισμένη μέ τή ροή τοῦ χρόνου, ὁ ὁποίος ὅπως καταλαβαίνουμε εἶναι κάτι ἀνεξάρτητο ἀπό ἐμᾶς. Ἐμεῖς εἴμαστε μέσα σ΄αὐτόν.

Στή ροή του γενιόμαστε, μεγαλώνουμε, πεθαίνουμε καί μετά ἀπό ἐμᾶς κάποιοι ἄλλοι καί ἔτσι ἐναλλασόμαστε ὡς ὑπάρξεις, ὅμως αὐτό δέν ἀφορᾶ καθόλου τό χρόνο, ὁ ὁποίος ρέει διαρκῶς. Κάθε στιγμή του εἶναι ἀνεπανάλειπτη. Αὐτά εἶναι δυσάρεστα γιατί μᾶς θυμίζουν τήν φθαρτότητά μας καί τό πεπερασμένο τῆς ζωῆς. Μέσα ἀπό αὐτό ὅμως ἀποκτᾶ νόημα καί σημασία ἡ ἀρχή κάθε χρόνου, γιατί μᾶς δίνει δικαίωμα στήν ἐλπίδα καί στήν ἀξία τοῦ ὅτι ἐφ΄ὅσον ζῶ, μπορῶ ἀκόμη νά κάνω πολλά, νά βελτιωθῶ καί νά ὁρίσω καλύτερα τή ζωή μου.

Σέ μία τέτοια συγκυρία καί ἡ αὐριανή εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς πρό τῶν Φώτων, μᾶς ὁμιλεῖ γιά μία ἀρχή.  Γιά μία ἀρχή πού εἶναι ἡ σημαντικότερη αὐτοῦ τοῦ κόσμου πού ἔγινε ποτέ. Καί εἶναι τέτοια γιατί ἀφορᾶ κάτι πού εἶναι θεϊκό, γιά κάτι πού ἔχει τή δύναμη νά ἀλλάξει τόν κόσμο. Αὐτόν τόν ψεύτικο ὅπως λέμε καμιά φορά. Ποιά εἶναι αὐτή; Εἶναι ἡ «ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ», ὅπως σημειώνει ὁ Ἱερός εὐαγγελιστής Μᾶρκος.

Πῶς γίνεται αὐτή ἡ ἀρχή; Γίνεται μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὁ ὁποίος ὀνομάστηκε ἔτσι γιατί προετοίμασε τό «δρόμο» γιά νά περάσει ὁ Χριστός. Πρίν τό «δρόμο» δηλαδή τήν ἐμφάνιση καί τό πέρασμα τοῦ θεανθρώπου Χριστοῦ ἀπό τόν κόσμο μας, ἐμφανίστηκε ὁ τελευταίος τῶν προφητῶν Ἰωάννης, γιά νά ἐτοιμάσει τόν κόσμο πρός ὑποδοχή Αὐτοῦ.    

Ὡς ἕνας κήρυκας, ὡς φωνή ὅπως ἀναφέρει τό ἱερό κείμενο, ἐμφανίστηκε στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καί καλοῦσε αὐτούς πού Τόν περιμένανε (τούς Ἰσραηλίτες) νά ἐτοιμαστοῦν γι αὐτό. Δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά ποῦμε πώς ὁ τίμιος Πρόδρομος, ὡς παρουσία, ἦταν μία φωνή, μία βοή. Μιά σειρήνα πού χαλοῦσε τήν ὑσηχία τῆς ἐρήμου, μέ τή στεντόρια φωνή του, καί καλοῦσε σέ μετάνοια τούς ὁμοεθνεῖς του.

Τούς μιλοῦσε γι Αὐτόν πού ἔρχεται καί πώς πρέπει νά ἐτοιμάσουν τό δρόμο γιά νά περάσει. Αὐτός ὁ δρόμος δέν ἦταν ἄλλος ἀπό τή μετάνοια, τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί τήν παραδοχή της, δηλαδή τήν ἐξομολόγηση της. Ἔτσι πλήθη συνέρεαν στόν Ἰορδάνη. Ὅπου μπροστά στόν Ἰωάννη ἐξομολογοῦντο τίς ἁμαρτίες τους κι αὐτός τούς ἔδινε ἄφεση, ξεπλένοντάς τους μέ τό νερό τοῦ ποταμοῦ. Γιά νά καθαρθοῦν καί ἔτσι νά εἶναι ἔτοιμοι πρός ὑποδοχή τοῦ Μεσσία Χριστοῦ.  

Ὅπως λέει τό ἱερό κείμενο τούς ἐφιστοῦσε  τήν προσοχή πώς ἔρχεται μετά ἀπό αὐτόν ἰσχυρότερος του, τοῦ ὁποίου δέν εἶναι ἱκανός οὔτε τό κορδόνι ἀπό τό ὑπόδημά Του νά λύσει. Τό ἔκανε δέ αὐτό γιατί πολλοί δέν καταλάβαιναν καί ἐκλάμβαναν τόν Ἰωάννη ὡς τόν προσδοκόμενο Μεσσία. Τούς ξεκαθάριζε ἔτσι πώς δέν εἶναι αὐτός ὁ προσδοκόμενος καί πώς καί αὐτός Τόν περιμένει. Γιά νά τονίσει δέ καλύτερα αὐτό, τούς ἔλεγε πώς θά λάβουν κι ἀπό Αὐτόν βάπτισμα. Ἀλλά τό βάπτισμα Του δέν θά εἶναι ἀπό νερό ἀλλά ἀπό τό Ἅγιο Πνεύμα, τό ὁποίο θά ἔχουν τή δυνατότητα καί νά τό λάβουν.

Αὐτή πραγματικά θά εἶναι μία ἀρχή πού παρόμοιά της δέν εἶχε ξανασυμβεῖ. Εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀποκαλύψεώς Του, ἡ ἀρχή τῆς φανέρωσης τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεοφάνεια. Γι αὐτό καί στό ἀντίστοιχο ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας, ὁ ἀπ. Παύλος, τονίζει πρός τό μαθητή του Τιμόθεο καί τόν παρακαλεῖ: «Παιδί μου Τιμόθεε νά ἔχεις ξεκαθαρισμένη κρίση γιά νά τά ἀντιμετωπίσεις ὅλα. Νά κακοπαθήσεις, νά ἐργασθεῖς γιά τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, νά ἐκπληρώσεις τό καθήκον σου στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.

Γιατί ἐγώ ἧλθε ἡ ὥρα μου νά χύσω τό αἶμα μου σπονδή στό Θεό, ἔφτασε ὁ καιρός νά φύγω ἀπό τόν κόσμο. Ἀγωνίστηκα τόν ὡραίο ἀγώνα, ἔτρεξα τό δρόμο ὥς τό τέλος, φύλαξα τήν πίστη. Τώρα πιά μέ περιμένει τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης, πού μέ αὐτό θά μέ ἀνταμείψει ὁ Κύριος ἐκείνη τήν ἡμέρα, ὁ δίκαιος κριτής. Κι ὄχι μόνο ἐμένα, ἀλλά καί ὅλους ἐκείνους πού περιμένουν τόν ἐρχομό Του».  Ὁ ἐρχομός στόν ὁποίον ἀναφέρεται ὁ ἀπ.Παύλος, εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ὁποία θά εἶναι ὅπως προείπαμε τό τέλος τοῦ χρόνου καί ἡ ἀρχή μίας ἄλλης, καινούργιας ζωῆς. Γιά νά μιλᾶμε γιά Δευτέρα Παρουσία, σημαίνει πώς ἔχει προηγηθεῖ μία ἄλλη πρώτη. Αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό αὐτή πού γιορτάσαμε πρίν λίγες ἡμέρες, τά Χριστούγεννα. Καί πού ὡς πλήρης Θεοφάνεια, δηλαδή ἐμφανή παρουσία τῆς Ἁγίας Τριάδος, συνέβη κατά τή βάπτιση τοῦ Χριστοῦ στόν Ἰορδάνη. Κατά τήν ὁποία τό δεύτερο πρόσωπο, ὁ Υἱός, ἦταν παρόν ὡς ἄνθρωπος. Τό πρώτο πρόσωπο, ὁ Πατήρ, φάνηκε ὡς φωνή ἡ ὁποία ἐπιβεβαίωνε τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ ὡς Υἱοῦ τοῦ Πατρός. Τό τρίτο πρόσωπο, τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐμφανίστηκε ὡς περιστέρι.

Ἀγαπητοί μου·

Στήν ἀρχή αὐτοῦ τοῦ νέου χρόνου ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ ζωή μας ὡς χριστιανῶν, εἶναι μία ζωή πού εἶναι κοινωνία μέ τό ζῶντα Θεό. Ὁ Ὁποίος μᾶς φανερώθηκε κάποτε καί μᾶς κάλεσε σέ μία ἀρχή, σέ μία νέα ζωή πού θά εἶναι γεμάτη ἀπό Θεό. Αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Μέ τή βάπτισή μας γινόμαστε μέλη της καί ταυτόχρονα γινόμαστε καί μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εἴμαστε κοινωνοί τοῦ Θεοῦ.

 Ὁ Θεός εἶναι ἐκτός χρόνου, ἄρα κι ἐμεῖς ὡς Ἐκκλησία Του διά τῆς σχέσεως μαζί Του μποροῦμε νά νικήσουμε τό χρόνο. Νά γίνουμε τό αἰώνιο παρόν, αὐτό δηλαδή πού εἶναι καί ὁ Θεός. Ἄς θυμηθοῦμε. Τά γεγονότα της ἡ Ἐκκλησία τά ζεῖ πάντα «σήμερον». Σήμερον γεννᾶται. Σήμερον βαπτίζεται. Σήμερον κρεμᾶται. Ἔτσι μποροῦμε πάντοτε νά εἴμαστε μία κατάσταση ἀρχῆς, ὅπως τήν καταλαβαίνουμε στήν καθημερινότητά μας.

Νά εἴμαστε δηλαδή μία κατάσταση συνεχοῦς αἰσιοδοξίας, ἐλπίδας, θάρρους καί δυνάμεως ἀπό Θεοῦ καί σύν Θεῷ! Ἀς μήν ἀφήσουμε τήν εὐκαιρία νά πάει χαμένη. Ἄς εἶναι ἐφέτος γιά ὅλους μας ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου, μία ἀρχή πού θά εἶναι συνεχής ἀλλά ὅμως διά τοῦ Θεοῦ θά εἶναι μία πρόοδος καί μία ἐξέλιξη γιά ἕναν παραγματικά καλύτερο κόσμο, γιά μία πραγματικά καλύτερη ζωή!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου