ρητό


ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΜΟΝΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΔΙΑΨΕΥΔΕΙ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ. ΜΟΝΟΝ ΑΥΤΟΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΑΣΙΓΗΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΥΕΙ ΒΑΘΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΜΑΣ.


ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ. ΤΟ ΒΑΔΙΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΤΑΡΑΓΜΕΝΑ ΝΕΡΑ. Η ΠΙΣΤΗ, ΑΓΑΠΗ ΠΟΥ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΟ ΦΟΒΟ.

  

ΕΔΩ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ:https://soundcloud.com/r1rmrt4qbvg4/eurdn5gewhyw

 

Πολλές φορές στη ζωή μας ἀγαπητοί μου, σέ κατ’ἱδίαν συζητήσεις, ἀναφερόμαστε στό ἱδιαίτερης σημασίας καί βαρύτητας θέμα τῆς πίστεως. Ἀρκετές φορές ἐπίσης καί ἐμεῖς ἐδῶ ἔχουμε ἀναφερθεῖ καί ἀσχοληθεῖ μέ τό θέμα αὐτό, προσπαθῶντας πάντα νά βοηθήσουμε στήν καλύτερη κατανόηση καί ἐνεργοποίησή του στή ζωή μας. Εἰδικά ἔχουμε τονίσει πώς ἡ πίστη εἶναι μία προσωπική σχέση μέ τό Χριστό, μία ζωντανή καί ἐνεργή ἀπό καρδιᾶς κίνηση καί ἐνδιαφέρον ἀπό ἐμᾶς γιά τό Αὐτόν. Ἡ κίνηση αὐτή εἶναι μέν προσωπική καί δέν μπορεῖ νά μήν εἶναι! Τό ἀποτέλεσμά της ὅμως ὡς βαθύτερη καί οὐσιαστικότερη γνωριμία καί σχέση μέ τό Χριστό, εἶναι ἡ σύνδεσή μας καί μέ τούς ἐν Χριστῶ ἀδελφούς μας. Ἡ ἐπαλήθευση τῆς σωστῆς πίστεως πού μπορεῖ νά ἔχει ὁ καθένας μας, εἶναι τό πῶς ὑπάρχει καί μέ τούς γύρω του ἀνθρώπους, ἀλλά καί τό πῶς ἀξιολογεῖ τήν γενικότερη κοινωνία. Σέ ἐνεργή καί ἐμπειρική σχέση μέ αὐτήν καί ὄχι μέ διανοητική καί ἐξ ἀποστάσεως ἐπαφή.  

Αὐτό μᾶς τό λέει πολύ ὡραία ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος σέ ἕναν ἀπό τούς σοφούς λόγους του. Παίρνοντας παράδειγμα ἀπό τήν ἐποχή του μέ τή ρόδα ἑνός ἄρματος, ἐξηγεῖ ὡς ἐξῆς τήν διενέργεια καί ἐξέλιξη τῆς πίστεως. Τό κέντρο τῆς ρόδας, ὁ ἄξονας, εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ κυκλική περιφέρεια τῆς ρόδας εἴμαστε ἐμεῖς. Οἱ ἀκτίνες τῆς ρόδας, εἶναι ἡ προσωπική πορεία τοῦ καθ’ἑνός μέ τό Χριστό. Ξεκινώντας λοιπόν ἀπό τήν περιφέρεια, κάνουμε μία πορεία πρός τό κέντρο, στό Χριστό. Αὐτή ἡ πορεία ὅσο πλησιάζει πρός τό Χριστό, τόσο πλησιάζει καί πρός τό συνάνθρωπό μας. Ἔτσι τελικά καταλήγει στό κέντρο μία εὐλογημένη συνάντηση καί ἔνωση Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Δηλαδή ἡ σωστή καί ἀληθινή πίστη ὡς σχέση μέ τό Χριστό, μέ ὁδηγεῖ καί σέ μία σωστή καί ἀληθινή σχέση μέ τό συνάνθρωπο, ἡ ὁποία βεβαίως ἐπευλογεῖται καί ἁγιάζεται ἀπό τό Χριστό. Τότε αὐτή ἡ πίστη εἶναι καί σωτήρια, δηλαδή ἡ κατάληξή της εἶναι ἡ ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, ὁ παράδεισος. 

Ἀφορμή γιά αὐτές τίς σκέψεις μᾶς δίνει ἡ Εὐαγγελική περικοπή τῆς Κυριακῆς πού βιώνουμε, τῆς ἐνάτης ἀπό τό κατά Ματθαίον ἱερό Εὐαγγέλιο. Κατά τήν ὁποία θυμώμαστε γιά ἄλλη μία φορά τό θαυμαστό γεγονός τοῦ βαδίσματος τοῦ Χριστοῦ πάνω στά ταραγμένα νερά τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας. Ἔχει ἤδη προηγηθεῖ ὁ θαυμαστός χορτασμός τῶν πέντε χιλιάδων ἀνδρῶν μαζί  μέ τίς γυναίκες καί τά παιδιά τους. Ὁ Χριστός στέλνει τούς μαθητές νά περάσουν στήν ἀπέναντι ὄχθη μέ τό πλοίο καί Αὐτός ἀνέβηκε σέ παρακείμενο βουνό γιά νά προσευχηθεῖ. Φαίνεται πώς ὅλα αὐτά γίνονται πρός τό κλείσιμο τῆς ἡμέρας γιατί ὅπως ἀναφέρεται στό κείμενο, ὁ Χριστός βαδίζει ἐπάνω στά νερά τῆς λίμνης κατά τήν τέταρτη φυλακή τῆς νύκτας, δηλαδή μεταξύ τρείς καί ἔξι τά ξημερώματα.

Ὁπωσδήποτε ἡ κακοκαιρία θά ἔπιασε σχεδόν μέ τό πού ξεκίνησαν οἱ μαθητές ἀπό τήν μία ἀκτή γιά τήν ἀπέναντι, γιατί τό μῆκος τῆς λίμνης ἀπό βορρά πρός νότο εἶναι περίπου εἰκοσιένα χιλιόμετρα καί τό μεγαλύτερο ἄνοιγμα ἀπό ἀνατολή πρός δύση περίπου ἔντεκα χιλιόμετρα. Ἀποστάσεις πού ὁπωσδήποτε διανύονται σχετικά γρήγορα, ἀπ’ὅπου κι ἄν ξεκίνησαν. Αὐτό σημαίνει ὅτι πραγματικά οἱ μαθητές ταλαιπωρήθηκαν καί κινδύνεψε ἡ ζωή τους γιά πολλές ὥρες. Ἦταν σάν νά ἐγκλωβίστηκαν στό μέσον τῆς λίμνης καί ἐκεῖ δοκιμαζόταν γιά τουλάχιστον ὀκτώ μέ ἐννιά ὥρες. Σ’αὐτή λοιπόν τήν κατάσταση τῆς δοκιμασίας ἦλθε καί τούς βρῆκε ὁ Χριστός, περπατώντας πάνω στά ταραγμένα νερά!

Μέσα στή νυκτερινή αὐτή δοκιμασία βλέποντας κάποιον νά κατευθείνεται πρός αὐτούς, σίγουρα ἐπιρρεασμένοι καί ἀπό τό φόβο πού θά τούς διακατεῖχε, θεώρησαν πώς κάποιο φάντασμα τούς πλησιάζει. Στήν ταραχή τους αὐτή ὁ Χριστός ὅπως πάντα τούς ἀπαντάει μέ τήν ἤρεμη καί γαλήνια παρουσία Του. «Μή φοβᾶσθε! Ἐγώ εἶμαι» τούς λέει. Τότε ὁ Πέτρος ὅπως πάντα πιό θαρραλέος λέει στόν Ἰησοῦ «Ἄν εἶσαι ἐσύ Κύριε, φώναξέ με νά ἔλθω κοντά Σου». «Ἔλα» τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς καί ὁ Πέτρος ἀρχίζει νά βαδίζει ὅπως ὁ Χριστός πάνω στά νερά. Ὅταν ὅμως συναισθάνθηκε καί πάλι τήν κακοκαιρία ἄρχιζε νά βουλιάζει καί φώναξε «Κύριε, σῶσε με!». Ὁ Χριστός ἀμμέσως τόν τράβηξε πρός τό μέρος Του λέγοντάς του «Ὀλιγόπιστε! Τί σέ φόβισε;». Μπαίνοντας δέ καί οἱ δύο στό πλοίο ἀμμέσως σταμάτησε ἡ κακοκαιρία καί ὅλοι οἱ μαθητές προσκύνησαν τό Χριστό, ἀναγνωρίζοντας τή θεϊκή ἰδιότητά Του. Ἔτσι μέ καλό καιρό, ἔφτασαν τελικά στήν ἀπέναντι ἀκτή.

Γιά νά συνδέσουμε τό θαυμαστό αὐτό γεγονός μέ τά ὅσα προαναφέραμε περί πίστεως, μποροῦμε νά ποῦμε πώς ἔχουμε ἕνα αὐθεντικό παράδειγμα αὐτῆς. Ὅπως ἀναφέραμε στήν ἀρχή, ἡ πίστη εἶναι μία προσωπική σχέση μέ τό Χριστό καί κίνηση ἑνός ἐκάστου καί πρός Αὐτόν. Αὐτό ἐκφράζεται καί ἀποδεικνύεται ἀπόλυτα ἀπό τήν ἀρχική συμπεριφορά τοῦ Πέτρου. Ὁ ὁποίος ζεῖ τό θαῦμα τοῦ ἐπί τῶν ὑδάτων βαδίσματος, ἀκριβῶς ἐπειδή κάνει τόν προσωπικό διάλογο πού προαναφέραμε μέ τό Χριστό. Ὁ ὁποίος διάλογος φανερώνει μία βαθιά ἐμπιστοσύνη καί ἐκτίμηση τού ἑνός προσώπου γιά τό ἄλλο. Δηλαδή μία ἔκφραση ἀληθινῆς ἀγάπης, πού βεβαίως ἀπό πλευρᾶς τοῦ Χριστοῦ εἶναι δεδομένη, σταθερή καί ἀμετάκλιτη.

Προβληματική εἶναι ἀπό τήν πλευρά τοῦ Πέτρου, ὁ ὁποίος ἀντιπροσωπεύει γενικότερα τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ὡς πιστό. Ὅσο ἡ προσοχή, τό ἐνδιαφέρον καί ἡ διάθεσή του ἦταν προσανατολισμένα καί ἐπικεντρωμένα στό κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ, ἔζησε τό θαῦμα. Ὅταν ἄρχισε νά ξανααντιλαμβάνεται τήν κακοκαιρία, ἄρχισε καί νά βυθίζεται στή λίμνη. Στό σημείο αὐτό εἶναι τό πρόβλημα. Καί δέν εἶναι τό ὅτι ἀπέκτησε ξανά ἐπαφή μέ τόν τόπο καί τό χρόνο, ἀλλά τό ὅτι δέν μπόρεσε πλέον νά τόν ὑπερβεῖ, ὅπως ἔκανε στήν ἀρχή πού ξεκίνησε νά συναντήσει τό Χριστό πάνω στά ταραγμένα νερά.

Αὐτό δείχνει ὅτι τότε ἀκόμη ὁ Πέτρος, ἀλλά καί κάθε ἄλλος ἄνθρωπος στή θέση του, δέν εἶχε πραγματική ἀγάπη, ἄρα πραγματική πίστη πρός τό Χριστό. Γιατί; Γιατί φοβήθηκε. Γιατί ἄφησε νά μπεῖ μέσα του ἡ ἀμφιβολία, μέ τήν ἔννοια τῆς λογικῆς. Καί βεβαίως σέ καμία περίπτωση δέν ἀμφισβητοῦμε τή λογική. Ὅπως ὅμως βλέπουμε, αὐτή δέ φαίνεται νά ἐκφράζει καί ἀπόλυτα τήν πίστη, γιατί ἡ πίστη δέν εἶναι παράλογη, ἀλλά ὑπέρλογη! Ἡ πίστη δέν ἀκυρώνει, δέν ὑποτιμᾶ τή λογική, ἀλλά δέν κολλάει σ’αὐτήν! Μπορεῖ καί τήν ὑπερβαίνει!

Καί τί εἶναι αὐτό πού μπορεῖ νά κάνει τόν ἄνθρωπο σέ συγκεκριμένη στιγμή, ὅπως στήν περικοπή, νά ὑπερβεῖ τό φόβο; Ἡ ἀγάπη! Ἡ ὁποία εἶναι ἡ τελειότητα καί ἡ ὁλοκλήρωση τῆς πίστεως. Γιατί ἀποδεικνύει ὅτι ὁ ἀγαπών ἔχει σχετιστεῖ τόσο πολύ, τόσο βαθιά, τόσο ἀληθινά μέ τόν ἀγαπόμενο, πού γιά κανένα λόγο δέν θά μπεῖ σέ ἀμφιβολία γι αὐτόν. Γιατί ἡ ἀμφιβολία ἀποκαλύπτει τό φόβο πού ἀκόμα ὑπάρχει μέσα σ‘αὐτόν πού λέει πώς ἀγαπᾶ καί ὅπως μᾶς λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν πρώτη καθολική ἐπιστολή του: «...φόβος οὔκ ἔστι ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἄλλ’ἡ τελεία ἀγάπῃ ἔξω βάλλει τόν φόβον...». Ὅπου ἀγάπη πίστη καί ὅπου φόβος ἀπιστία. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός ἐμᾶς εἶναι δεδομένη. Ἄς γίνει δεδομένη κι ἀπό πλευρᾶς μας.

Ἀγαπητοί μου·

 Μιά νύχτα κάποιος ἄνθρωπος εἶδε ἕνα ὄνειρο. Ὀνειρεύτηκε πώς περπατοῦσε στήν ἀκρογιαλιά μέ τόν Θεό. Στόν οὐρανό ἄστραψαν σκηνές ἀπό τή ζωή του. Σέ κάθε σκηνή ἔβλεπε δύο ζευγάρια πατημασιές πάνω στήν ἄμμο. Τό ἕνα ἀνῆκε σέ αὐτόν καί τό ἄλλο στό Θεό. Ὅταν καί ἡ τελευταία σκηνή τῆς ζωῆς του ἔλαμψε μπροστά του, κοίταξε πίσω στίς πατημασιές στήν ἄμμο. Παρατήρησε πώς πολλές φορές στό δρόμο τῆς ζωῆς του, ὑπῆρχε μόνο ἕνα ζευγάρι πατημασιές. Ἀκόμη πώς αὐτό συνέβαινε στίς πιό δύσκολες καί θλιμμένες του στιγμές. Αὐτό πραγματικά τόν πείραξε καί ρώτησε τόν Θεό: Θεέ μου, ὅταν ἀποφάσισα νά σέ ἀκολουθήσω, εἶπες πώς θά βαδίζουμε μαζί αὐτόν τό δρόμο, ἀλλά παρατήρησα πώς στίς πιό δύσκολες στιγμές τῆς ζωής μου, ὑπάρχει μόνο ἕνα ζευγάρι πατημασιές...; Δέν καταλαβαίνω! Γιατί ὅταν σέ χρειαζόμουν πολύ, ἐσύ μέ ἄφηνες; Καί ὁ Θεός ἀπάντησε: «Πολυάκριβό μου παιδί, σέ ἀγαπῶ καί δέν σέ ἄφησα ποτέ! Στίς στιγμές τῆς δοκιμασίας καί τοῦ πόνου, πού βλέπεις ἕνα μόνο ζευγάρι πατημασιές, σέ κρατοῦσα στήν ἀγκαλιά μου!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου